«Γιατί τρέχεις;», με ρώτησαν κάποτε. Δεν ξέρω ν’ απαντήσω σ’
αυτό. Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είναι κάτι που το έχεις μέσα σου. Η το έχεις ή
δεν το ‘χεις. Ή μπορεί να το έχεις κάπου βαθιά κρυμμένο μέσα σου και να μην το
έχεις βρει ακόμα. Όπως και να ‘χει, απάντηση ξεκάθαρη δεν πρόκειται να πάρεις
ποτέ από κανέναν δρομέα. Ερασιτέχνη ή επαγγελματία. Πρόκειται για το πιο «εγωιστικό»
άθλημα που υπάρχει. Εσύ κι ο εαυτός σου. Απλά πράγματα.
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, τρέχω για να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Όσο βαρύγδουπο κι
αν ακούγεται κάτι τέτοιο. Είμαι άνθρωπος με πάθη κι αδυναμίες. Αρκετές. Με το
να τρέχω ωθώ το σώμα μου στο να ξεπεράσει οτιδήποτε με κρατάει δέσμιο των
αδυναμιών αυτών. Πρόκειται για «μάχη». Ναι, μην το γελάς! Πρόκειται για μια
μάχη σώματος και μυαλού. Αν καταφέρεις κι εναρμονίσεις αυτά τα δύο την ώρα του
τρεξίματος, τότε βρίσκεσαι σε καλό δρόμο. Και κάποτε φτάνει εκείνη η ώρα του πρώτου σου αγώνα. Δεν έχει σημασία αν
είναι 5 χιλιόμετρα ή δέκα ή είκοσι ή Μαραθώνιος. Σημασία έχει ότι βρίσκεσαι
εκεί. Αποφασισμένος για την επίτευξη του προσωπικού σου στόχου. Να τερματίσεις!
Να περάσεις την «αψίδα». Τα λεπτά αρχίζουν και μετράν αντίστροφα. Κάνεις
διατάσεις, ενώ παρατηρείς το πλήθος γύρω σου. Φωνές, γέλια, πειράγματα.
Κάποιοι- πιο σοβαροί- κοιτάνε μακριά, «οραματίζονται» ήδη τον τερματισμό.
Δένεις τα κορδόνια σου γερά. Διπλοί κόμποι. Πίνεις τις τελευταίες γουλιές του νερού
σου. Αγκαλιάζεσαι με τους φίλους σου. «Καλή επιτυχία και καλό τερματισμό»,
αναφωνείτε.
3, 2, 1… Πάμε! Το χρονόμετρο στο χέρι σου αρχίζει και γράφει. Συνωστισμός στο
πρώτο χιλιόμετρο. Μετά τα πρώτα χίλια μέτρα, αρχίζουν και ξεφεύγουν κάποιοι. Και
κάπου εκεί, αρχίζουν τα πόδια σου να παίρνουν μπρος! Ο ήλιος ανελέητος, ενώ ο
τερματισμός φαντάζει μακρινός. Είναι πάρα πολύ νωρίς για να τον σκέφτεσαι.
Κοιτάς τους φίλους σου δεξιά και αριστερά. Χαμένοι κι αυτοί στις δικές τους
σκέψεις. Το μόνο που ακούς είναι κοφτές ανάσες. Ιδρώτας…
Καταπίνεις τα χιλιόμετρα. Βρίσκεσαι στη μέση της διαδρομής. Ο ζεστός αέρας
σίγουρα δεν είναι φίλος σου τη συγκεκριμένη στιγμή. Αρπάζεις ένα πλαστικό
ποτήρι νερό από την τροφοδοσία και το πίνεις τρέχοντας. Η πόλη έχει μια άγρια
ομορφιά, έτσι πυρακτωμένη που φαντάζει Κυριακή πρωί. Κάποιοι διάσπαρτοι θεατές
χειροκροτούν και δίνουν κουράγιο στους δρομείς.
Αν με ρωτήσεις ποιο είναι το πιο δύσκολο σημείο ενός αγώνα, θα σου πω ότι είναι
τα τελευταία δύο χιλιόμετρα. Είναι εκεί όπου το σώμα σου είναι εξαντλημένο κι
αρνείται να συνεχίσει. Το μυαλό είναι πλέον εκείνο που έχει αναλάβει και μ’
αυτό πορεύεσαι. Η «μάχη» που λέγαμε πριν…
Λεωφόρος Νίκης. Στο βάθος, το σύμβολο της πόλης. Ο Λευκός Πύργος. Δεξιά κι
αριστερά, μιλιούνια ο κόσμος. Φίλοι,
συγγενείς και άγνωστοι που ζητωκραυγάζουν. Τα δίνεις όλα. Ίσως, να είναι ένας
λόγος κι αυτός που τρέχω. Όλοι μας ψάχνουμε την αναγνώριση, όλοι μας θέλουμε ν’
ακούσουμε τ’ όνομά μας, το χειροκρότημα. Τερματισμός. Συγκίνηση, αγκαλιές,
φιλιά. Το μετάλλιο συμμετοχής περασμένο στο στήθος κι οι απαραίτητες
φωτογραφίες. Χαμόγελα παντού.
«Γιατί τρέχεις;». Τελικά, ίσως και να μπορώ να σου απαντήσω…
Αφιερωμένο στα θύματα του Μαραθωνίου της Βοστώνης…