Στην στήλη αυτή είδαμε ποια είναι η ιστορία μερικών φαγητών και γλυκών που τρώμε. Υπάρχουν όμως και κάποια που μπορεί να μην έχουν τόσο μεγάλη ιστορία, αλλά τα ονόματά τους να παρουσιάζουν ενδιαφέρον, να σημαίνουν κάτι. Όλη η αλήθεια, λοιπόν, πίσω από τη μπεσαμέλ, το φουά γκρα,τη βάφλα και την πάστα φλόρα.
artwork @Nikos Rakkas
Ατζέμ πιλάφι: Το όνομά του σημαίνει περσικό (αcem στα τούρκικα είναι ο Πέρσης)
Gulasch: Το όνομα προέρχεται από την ουγγρική λέξη gulyas που σημαίνει αγέλη σε τάξη.
Καρμπονάρα: Σημαίνει των ανθρακωρύχων (carbonari στα ιταλικά)
Μουσακάς: Από το περσικό maguma, ένα φαγητό που αποτελεί συνδυασμό αρνιού και μελιτζάνας.
Παέγια: Η λέξη προέρχεται από την αραβική baqiyah, που σημαίνει περισσεύματα
Πατέ φουά γκρα: Πατέ σημαίνει πίτα στα γαλλικά. Φουά γκρα σημαίνει λίπος στο ήπαρ
Πεϊνιρλί: Η πίτα που έχει τυρί για γέμιση (πεϊνίρ=τυρί, στα τούρκικα)
Puttanesca: Το όνομά της σημαίνει σάλτσα της πόρνης.
Στιφάδο: Το στιφάδο προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη τύφος, που σημαίνει ατμός
Μπεσαμέλ: Η μπεσαμέλ οφείλει την ανακάλυψή της στην ανάγκη ενός επικεφαλής της αυλής του Λουδοβίκου του ΙΔ’ να καλύψει την ενοχλητική μυρωδιά του μπακαλιάρου. Σέρβιρε, λοιπόν, αυτή τη λευκή σάλτσα μαζί με τον μπακαλιάρο και από τότε η σάλτσα πήρε τ’ όνομα του: Bechameil Luis.
Ακανές: Εικάζεται ότι το όνομα πρόερχεται από την προστακτική ακά (= ανακάτευε) και την κατάφαση ναι , που ήταν η απάντηση του εργάτη – βοηθού.
Βάφλα: Η λέξη βάφλα έχει ετυμολογική συγγένεια με τη γερμανική λέξη wafel, η κυριολεκτική σημασία της οποίας σημαίνει ξύλινη γλώσσα.
Κουραμπιές: Η λέξη κουραμπιές είναι δάνειο από την τούρκικη kurabiye , που κι αυτή με τη σειρά της προέρχεται από την αραβική γλώσσα. Η παλιότερη γνωστή αναφορά της λέξης είναι στο διήγημα του Εμμανουήλ Ροϊδη Ιστορία μιας γάτας (1893) .
Κρέπα: Η λέξη, όπως και η ίδια η κρέπα, είναι γαλλικής προέλευσης και προέρχεται από τη λατινική λέξη crispa , που σημαίνει κατσαρή.
Mont Blanc: Ονομάζεται έτσι επειδή μοιάζει με βουνό και παίρνει τ’ όνομά του απ’ την ψηλότερη κορυφή των Άλπεων. Το επιδόρπιο αυτό περιγράφεται για πρώτη φορά σε ιταλικό βιβλίο μαγειρικής του 1475.
Παλμιέ (γυαλάκια): Το όνομα palmier συνδέεται με το σχήμα των φύλλων του φοίνικα.
Πάστα φλώρα: Το πραγματικό της όνομα είναι pasta frolla που θα πει κρεμαστή ζύμη.
Σαρλότ: Όσον αφορά την ετυμολογία της λέξης σαρλότ υπάρχει μια εκδοχή που αναφέρει ότι είναι παραφθορά της παλαιάς αγγλικής charlyt, που σημαίνει πιάτο με κρέμα. Επίσης, τον 15ο αιώνα, υπήρχαν δημοφιλή πιάτα με κρέας, γνωστά ως charlets. Άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτό το γλυκό πιάτο πήρε τ’ όνομά του από την βασίλισσα Σαρλότ, σύζυγο του Γεωργίου του Γ’ , βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ άλλη πηγή αναφέρει ότι πήρε τ’ όνομά της από την πριγκίπισσα Σαρλότ της Ρωσίας.
Υποσημείωση: Για την έρευνα που χρειάστηκε για την στήλη αυτή, χρησιμοποιηθήκαν τα βιβλία:
Η γλώσσα της γεύσης, Μαριάννα Καβρουλάκη
Το ευχάριστο ταξίδι εκείνου που είναι πρόθυμος να διασχίσει τα πέρατα του κόσμου, Al-ldrinsi
Oxford English Dictionary
Δειπνοσοφισταί, Αθήναιος
Οψαρτυτικός, Αθήναιος
De re coquinaria, Απίκιος
Good Housekeeping- Everyday Cook Book, Isabel Gordon Curtis
Φυσιολογία της γεύσης, Μπριγιά Σαβαρέν
Larousse Gastronomique
A History of Food, Maguelonne Toussaint-Samat