Γιῶργος Παπαθανασόπουλος «Ἐξ ἀδιαθέτου». Ἐκδόσεις Ἀλεξάνδρεια 2020.
152 σελίδες σέ πολύ καλῆς ποιότητας ὑποκίτρινο χαρτί, πολύ καλή ἐπιμέλεια, ἄψογη ἐκτύπωση καί πολύ ὄμορφο ἐξώφυλλο, τό ὁποῖο ἐμμέσως παραπέμπει στό πνεῦμα τοῦ βιβλίου.
Στίς περίπου 140 σελίδες ἁπλώνονται 43 διηγήματα. Ἡ γραφή εἶναι σέ πρῶτο πρόσωπο. Κατά κανόνα ὁ ἀφηγητής εἶναι πρωταγωνιστής, ἐνίοτε εἶναι ἁπλός παρατηρητής. Σέ ὅλα πλήν ἑνός (Μαῦρα παπούτσια) ὁ ἀφηγητής εἶναι ἄντρας. Τά διηγήματα δείχνουν αὐτοβιογραφικά, σάν νά περιγράφουν βιώματα, ἐμπειρίες ἀπό διάφορες φάσεις καί ἡλικίες τοῦ συγγραφέα.
Ὁ Παπαθανασόπουλος μᾶς ἀφηγεῖται ἱστορίες καθημερινῶν ἀνθρώπων. Μᾶς διηγεῖται τίς χαρές καί τίς πίκρες τῆς ζωῆς τους, γεννήσεις, θανάτους, καθημερινά κουτσομπολιά ἀλλά καί ἰδιαίτερες στιγμές. Ἔρωτες κρυφοί καί φανεροί, πάθη καί ἁμαρτίες ζωντανεύουν στίς σελίδες τοῦ βιβλίου. Ἄλλοτε στήν πολή καί συχνότερα στήν ἐπαρχία διαβάζουμε γιά ἤθη καί ἔθιμα ξεχασμένα, συχνά μέ λέξεις καί φράσεις ἐπίσης ξεχασμένες. Ὅμως καί τό σήμερα, μέ τά θέματα ρατσισμοῦ, ξενοφοβίας, φτώχειας εἶναι παρόν.
Ξεχώρισα τό νοσταλγικό «Τά χελιδόνια», τό βουκολικό «Ἡ μαυρούλα», τό ὁποῖο ὁλοκλήρωσα γελῶντας, «Ἔθιμα καί ἤθη» καί «Ὁ ἀμνός τοῦ θείου». Στήν καρδιά μου ἔμειναν «Ὁ θεῖος ὁ τσομπάνης» καί «Ἀγνώσου πατρός», τά ὁποῖα τελείωσα μέ βουρκωμένα μάτια.
Ἡ γραφή εἶναι λιτή, ἀλλά ὄχι φτωχική. Ἡ χρήση ἰδιωματισμῶν, ντοπιολαλιᾶς ἀλλά καί παλιομοδίτικων λέξεων καί ἐκφράσεων δίνουν ἰδιαίτερο χρῶμα καί ἀναμφισβήτητο πλοῦτο στά κείμενα.
Τό πρῶτο δεῖγμα γραφῆς τοῦ Γ. Παπαθανασόπουλου στόν ἀδίκως παραμελημένο χῶρο τοῦ διηγήματος εἶναι περισσότερο ἀπό ἐνθαρρυντικό γιά τή συνέχεια. Τήν ἀναμένω!