HomeCinema57ο Φ.Κ.Θ: Ο Jarmusch Συναντά τον Carlos...

57ο Φ.Κ.Θ: Ο Jarmusch Συναντά τον Carlos Williams με το Paterson

Καθώς πλησιάζει το 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με ένα ομολογουμένως εξαιρετικά υποσχόμενο πρόγραμμα, o Εξώστης παρουσιάζει την ταινία έναρξης που πρωτοξεχώρισε στο Φεστιβάλ των Καννών και δεν είναι άλλη από το τελευταίο έργο του Jim Jarmusch, το Paterson.

Ο Paterson, υπό την ερμηνεία του ανερχόμενου Adam Driver, μένει στο Paterson. Συμβολίζει το Paterson. Ξεκινάει την ημέρα του δίπλα στην αγαπημένη Ιρανή γυναίκα του, πηγαίνει στην δουλειά του όπου είναι οδηγός λεωφορείου, ακολουθεί μία σειρά από τελετουργίες της καθημερινότητας, βγάζει το σκυλί του βόλτα, επιστρέφει στο σπίτι του, διαβάζει ποίηση λίγο πριν πέσει για ύπνο πάλι στην αγκαλιά της συντρόφου του.

Και αυτή είναι η ταινία.

Θα περίμενε κανείς πως η πλοκή της χρησιμοποιείται για να παρουσιάσει την στεγνή ζωή του απλού ανθρώπου. Την λούπα και ματαιότητα που πλήττει την μικροαστική τάξη σε ένα έργο που έχουμε ξαναδεί. Χωρίς βέβαια να ζαχαρώνει καταστάσεις με την πρόθεση να μας ξεγελάσει όμως, ο Jarmusch κάνει το αντίθετο, την εξυψώνει. Κριτικοί και κοινό ενθουσιάζονται, διότι αντιλαμβάνονται πόσο αυτό λείπει από έναν χώρο που διαρκώς μας υπενθυμίζει πόσο ασήμαντες είναι οι ζωές μας.

Όλα ξεκίνησαν από το ομώνυμο ποίημα του William Carlos Williams, που αποτελεί και το βιβλίο στο οποίο ανατρέχει ο πρωταγωνιστής το βράδυ πριν κλείσει την ημέρα του. Πρόκειται για ένα έργο 86 στίχων, γραμμένο το 1926 στο οποίο μετέπειτα βασίστηκε ο δημιουργός για να αναπτύξει το έπος του σε πέντε τόμους που ολοκληρώθηκε το 1958. Το έργο άντλησε επιρροές από τoν Οδυσσέα του James Joyce, αλλά και κατά τους κριτικούς αποτέλεσε απάντηση στο The Waste Land του T. S Eliot. Τόσο το στυλ του και η γλώσσα του – χρησιμοποιεί διάλεκτο του New Jersey για να πλάσει τους στίχους του, όσο η φόρμα όσο η θεματολογία του ξεχωρίζουν από τα συνήθη χαρακτηριστικά της αμερικανικής ποίησης, ακόμα και της ποίησης του ίδιου του δημιουργού του. Αναμεταξύ άλλων, ο Carlos Williams ανέτρεξε σε έργα του βραβευμένου με Pulitzer Βύρων Βαζάκου ούτως ώστε να κατασταλάξει στο ύφος που επιθυμούσε. Ο στόχος του έργου που συνδέει όλες αυτές τις επιρροές για να φτιάξει κάτι καινούργιο, δεν είναι άλλος από το να θέσει τον μοντέρνο άνθρωπο ως καθρέφτη της πόλης του.

Εκεί, λοιπόν, βρίσκεται η καρδιά του έργου του Jarmusch. Καθώς ο Williams έπλασε κάτι τελείως διαφορετικό από το σύνηθες στον κλάδο του, παρομοίως με αφορμή το έργο του ποιητή έδρασε και ο Jarmusch, πλάθοντας κάτι αμιγώς αντί – εμπορικό (σαφώς αυτό δεν αποτελεί έκπληξη). Ένας ύμνος στην απλότητα, την καθημερινότητα, ένα ποιητικό έργο που ερευνά αλλά και εξυψώνει την ύπαρξη για την ύπαρξη κερδίζοντας τους κριτικούς.

Κάθε σκηνή στέκεται ισάξια της προηγούμενης, κάθε χαρακτήρας μετρημένος και σημαντικός, χωρίς ανατροπές ή μεγάλα δράματα αλλά μόνο με την αξία της παρουσίας που τον σώζει από το να γίνεται παθητικός. Η μαγεία του έργου όμως βρίσκεται στο γεγονός ότι πίσω από την απλότητα του συγκροτείται ένα χαλί από λεπτομέρειες που κομμάτι κομμάτι προσδίδουν όλο και περισσότερο βάθος και βάρος στο έργο. Ο Paterson οδηγεί το λεωφορείο του και στο βάθος ακούγονται συζητήσεις επιβατών που μιλούν για μία πληθώρα θεμάτων. Μία σειρά από μικρές συμπτώσεις προκύπτουν – ποτέ στο προσκήνιο, πάντα στο παρασκήνιο, που συγκροτούν συμβολισμούς που σχηματοποιούν την μαγεία, την μελαγχολία και το νόημα της καθημερινότητας όπως την αντιλαμβανόμαστε στην πραγματική ζωή.

Στην συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την προβολή του στις Κάννες, ο δημιουργός αποκάλυψε πως πρόκειται για ένα εγχείρημα που είχε στο συρτάρι για 20 χρόνια και μάζευε ιδέες: σχεδόν το είχα ξεχάσει δήλωσε. Στην συνέχεια μίλησε για την ιδιαίτερη χρήση της μουσικής στις ταινίες του, που πάντα έχει έναν σημαντικό ρόλο, αλλά και την οποία συνυπογράφει ο ίδιος μαζί με τον Carter Logan. Έχω χρησιμοποιήσει τα πάντα από Mahler μέχρι μουσική της Αιθιοπίας, hip – hop, ηλεκτρονική, Wu tang Clan, διάφορα είδη. Αγαπώ την μουσική. Τώρα χρησιμοποιώ την ηλεκτρονική ambient που είχα στο κεφάλι μου από την εποχή που δούλευα το σενάριο.

Το νέο έργο του Jarmusch έχει όλα εκείνα τα θεματικά στοιχεία που σπανίζουν στο σινεμά. Παίρνει την όψη μας για τον κόσμο και τονίζει την δυαδικότητα της. Η μίζερη γειτονιά, ο οδηγός λεωφορείου, η γυναίκα του, οι απλοί άνθρωποι στον περίγυρο και τα προβλήματα τους δεν είναι απλοί. Κρύβουν μία ιερότητα, μία σπουδαιότητα που δεν χρειάζεται μελοδραματισμούς και μεγάλα γεγονότα για να τους χαρίσουν αξία. Όσο μας εκπλήσσει αυτή η ταινία με τον οικείο και όμορφο της χαρακτήρα, τόσο δεν μας εκπλήσσει που ο Jarmusch ήταν εκείνος που την παρήγαγε.

Related stories

Revisiting: La La Land (2016) του Damien Chazelle

Γράφει η Φανή Εμμανουήλ Κάθε φορά που ξαναβλέπω μια ταινία...

Το Φεστιβάλ Δάσους συνεχίζεται δυναμικά και τον Σεπτέμβριο

Το Φεστιβάλ Δάσους, το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός της Θεσσαλονίκης, συνεχίζει για δέκατη...

Κινηματογράφος και αθλητισμός: 6 ταινίες για το Μπάσκετ

  Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Ο Γιάννης Αντετοκούμπο είναι (μαζί με...

Το ‘ελληνικό Woodstock’ και ένα πάρτυ στη Βουλιαγμένη

Το πρωτοποριακό πάρτι του Λουκιανού Κηλαηδόνη στη Βουλιαγμένη, γνωστό...

3 Νέες ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες και η κορυφαία συνάντηση του Deadpool με τον Woolverin

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Με τις θερμοκρασίες να συνεχίζουν να...