HomeCinemaΕξώστης ΘCinéma Surréaliste: Όταν η Τέχνη (Επιτέλους) Ενώθηκε...

Cinéma Surréaliste: Όταν η Τέχνη (Επιτέλους) Ενώθηκε με τον Κινηματογράφο

Σουρεαλισμός και κινηματογράφος συνυπάρχουν από την αρχή του κινήματος του σουρεαλισμού στις αρχές του 1920. Η πρώτη αναφορά στην λέξη έγινε το 1903 στο έργο Οι Μαστοί του Τειρεσία του Guillaume Apollinaire. Πρόκειται για γνήσιο παιδί των ρηξικέλευθων δράσεων του Dada κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με κέντρο το Παρίσι. Το κίνημα όμως πήρε πραγματικά υπόσταση όταν το 1924 κυκλοφόρησε το Μανιφέστο του Υπερρεαλισμού, υπό την υπογραφή του ποιητή, συγγραφέα και αντικαθεστωτικού διανοούμενου Andre Breton. Καταρχάς κίνημα της λογοτεχνίας και της ποίησης, σύντομα η ιδεολογία του εξαπλώθηκε στην ζωγραφική, την γλυπτική, την φωτογραφία και τον κινηματογράφο.

Ο υπερρεαλισμός βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αντίφαση, την ιδέα της έκπληξης, της σύγκρουσης με το κοινωνικώς αποδεκτό, το κοινώς αναγνωρίσιμο ως λογικό για να αντικατασταθεί από την κυριαρχία του παραλόγου, του ενστικτώδους και του αληθούς έναντι του επίπλαστου και μηχανικού. Δεν αποτέλεσε στην πραγματικότητα απλά κίνημα στιλιστικό ή καλλιτεχνικό, αφού από την φύση του είχε σκοπό να κλονίσει τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας αλλά και της ανθρώπινης ψυχής και της κοινωνικής ηθικής. Σαφέστατα καταλυτικό ρόλο στην θεμελίωση του έπαιξε η παρουσία της Φροϋδικής ψυχολογίας, η οποία εισήγαγε την ιδέα του υποσυνείδητου ως καταλυτικού στοιχείου της ανθρώπινης ψυχής, που φανερώνεται μέσω των ονείρων, του συνειρμικού αυτοματισμού αλλά και της ύπνωσης. Με την χρήση του μη-αναμενόμενου, της αντιπαράθεσης στοιχείων και φαινομενικά ασύνδετων εικόνων, οι ταινίες του κινήματος αποτελούν την έκφραση της συγκεκριμένης φιλοσοφίας, με τα έργα να στέκονται ως τεχνουργήματα του νου και του υποσυνείδητου.

Ο σουρεαλισμός επρόκειτο για το πρώτο καλλιτεχνικό κίνημα που συσχετίστηκε σοβαρά με το σινεμά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, ο κινηματογράφος ήταν ακόμα πειραματικός και το υπερρεαλιστικό κίνημα βοήθησε να αποσυναρμολογήσει το νέο μέσον αυτό, την πραγματικότητα σε έναν ονειρικό κόσμο που ήταν πέραν της πραγματικότητας και της πιστότητας, συλλαμβάνοντας το συνειδητό του κοινού. Το κινηματογραφικό μέσο εκμηδένισε την πραγματικότητα και τα όρια, δίνοντας την ευκαιρία να απεικονιστεί το παράλογο ως ορθό και λογικό. Επιπλέον το σινεμά βοήθησε το κίνημα να εξαπλωθεί από χώρα σε χώρα, επιτρέποντας στους θεατές να πειραματιστούν με τις εντυπώσεις και τις συναισθηματικές αντιδράσεις τους, με τρόπο που ήταν αδύνατο να γίνει με άλλο μέσο εκείνη την εποχή.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 20′ και στις αρχές του 30′, το κίνημα εξαπλώθηκε σε όλον τον κόσμο, δίνοντας την ευκαιρία σε πολλές χώρες να πειραματιστούν στο πεδίο του σινεμά και κατ’ακολουθία να τροφοδοτήσει το μυαλό πολλών ταλαντούχων σκηνοθετών, παράγοντας μερικά από τα πιο τρελά, ιδιαίτερα αλλά και διεισδυτικά έργα στην ιστορία του κινηματογράφου.

Ξεκινάμε λοιπόν το αφιέρωμα μας πάνω σε αυτήν την σχέση πάθους μεταξύ του υπερρεαλισμού και της 7ης τέχνης που έχει την αφετηρία της στους θεμελιωτές του κινήματος, ταξιδεύει σε όλα τα πλάτη της γης για να καταλήξει στην καταλυτική επίδραση του υπερρεαλισμού στα γνωστότερα κινηματογραφικά έργα μας σήμερα.

 

Αφετηρία: Πέντε Έργα της Πρώτης Εποχής

The Seashell and the Clergyman (1928) του Germain Dulac

Ένας στρατηγός, η γυναίκα του και ένας κληρικός συγκροτούν ένα δυνατό δραματικό τρίγωνο στο έργο του Dulac, όπου ο κληρικός στοιχειώνεται από τα θελκτικά συναισθήματα που έχει για την γυναίκα του στρατηγού. Από το πρώτο κάδρο εισερχόμαστε σε ένα σουρεαλιστικό ταξίδι μέσα στο μυαλό του κληρικού, σε σκοτεινούς διαδρόμους όπου θα ανακαλύψουμε ότι τον κυνηγάει ο στρατηγός.

Σαφή επίκεντρο της ιστορίας είναι οι ηθικές αξίες και οι αρχές ενός παπά που εκπροσωπεί το τι είναι το πρέπον, τις αρχές της κοινωνίας και της θρησκείας για να ακολουθήσει η ταραχή της καταπίεσης με την οποία είναι αντιμέτωπος καθώς παλεύει με τους εσωτερικούς του δαίμονες λόγω του πόθου που νιώθει για μία παντρεμένη γυναίκα. Το έργο εμπεριέχει πιθανόν το πρώτο γύρισμα σε slow motion στην ιστορία. Κομμάτι κομμάτι οι αντιθέσεις πλέκονται για να συνθέσουν μία από τις πιο εξαιρετικές κριτικές ενάντια στην καταπίεση των βασικών ενστίκτων του ανθρώπου αλλά και καταφέρνει να δίνει μία ζωντανή αναπαράσταση της ζωής και των πόλεων της δεκαετίας του 20′.

 

Un Chien Andalu (1929) του Louis Bunuel

 

 Θα μπορούσαμε να κάνουμε ξεχωριστό αφιέρωμα για τον πιο διάσημο σουρεαλιστή του κινηματογράφου. O Louis Bunuel έχει καθορίσει το είδος, από τον
Ανδαλουσιανό Σκύλο, στον Εξολοθρευτή Άγγελο (1962), στην Διακριτική Γοητεία της Μπουρζουαζίάς (1972). Όλα ξεκίνησαν όμως στο Παρίσι όπου ο Ισπανός δημιουργός γνώρισε τον συμπατριώτη του ζωγράφο Salvador Dali και παρήγαγαν ένα έργο που θα καθόριζε το σουρεαλιστικό κίνημα και τον κινηματογράφο για πάντα.

Το έργο δεν έχει ξεκάθαρη πλοκή αλλά κινείται στην αντίληψη του ονείρου, ξεκινώντας με το Μία φορά και έναν καιρό για να κάνει άλμα ύστερα στο Οχτώ χρόνια μετά, δίχως να υπάρχει κάποια ξεκάθαρη εξέλιξη στην αφήγηση ή τους χαρακτήρες που να δικαιολογεί μία τέτοια αφηγηματική επιλογή. Με την λογική του ονείρου και της Φροϋδικής ψυχανάλυσης, το έργο τοποθετεί σειρά εικόνων που συσχετίζονται μεταξύ τους μονάχα με οπτικούς και υποσυνείδητους συνειρμούς. Ένα σύννεφο κόβει το φεγγάρι, ένα ξυράφι κόβει το μάτι μίας γυναίκας. Με την ιδέαν της αυτόματης έκφρασης αλλά και την καθοριστική εφαρμογή της ύπνωσης ως μέθοδο ψυχανάλυσης, το έργο ακολουθεί αλλά και καθιερώνει όλα εκείνα τα στοιχεία που συγκροτούν το κίνημα. Κυκλοφόρησε αρχικά με περιορισμένες προβολές στο Studio des Ursulines του Παρισιού, αλλά σύντομα κέρδισε το κοινό για να παιχτεί επί οχτώ μήνες.

 

The Blood of a Poet (1932) του Jean Cocteau

 

 Το Αίμα του Ποιητή αποτελεί το πρώτο μέρος της Ορφικής τριλογίας του επίσης εμβληματικού Jean Cocteau και ακολουθείται από το Orphee (1950) για να ολοκληρωθεί με το Testament of Orpheus (1960). To Αίμα του Ποιητή είναι υπό πολλές πλευρές ένα ποίημα, από την μουσική του Georges Auric, μέχρι το μοντάζ, την χρήση αγαλμάτων και εφέ που χρησιμοποιήθηκαν για να επιτευχθεί ένα υπερρεαλιστικό σκηνικό.

Ένας ζωγράφος σχεδιάζει το πρόσωπο μίας γυναίκας ξανά και ξανά ούτως ώστε να πετύχει το τέλειο πορτραίτο. Συνειδητοποιεί ότι το στόμα της γυναίκας κινείται, προσπαθεί να το σβήσει με το χέρι του και ανακαλύπτει ότι το στόμα της μεταφέρθηκε στην παλάμη του, προσπαθεί να το αφαιρέσει αλλά αποτυγχάνει. Κοιμάται.

Στο δεύτερο μέρος του έργου, ένα άγαλμα του απευθύνεται και τον καλεί να μπει στον καθρέφτη του εργαστηρίου του. Στην άλλη πλευρά του καθρέφτη, ο καλλιτέχνης βρίσκει τον εαυτό του σε ένα ονειρικό ξενοδοχείο, εμπρός σε πλήθος από πόρτες. Κοιτάει μέσα σε αυτές, βλέπει έναν άνδρα να πυροβολείται, έναν καπνιστή όπιου, ένα κορίτσι και έναν ερμαφρόδιτο. Του δίνεται ένα πιστόλι με την εντολή να πυροβολήσει τον εαυτό του, το οποίο και κάνει αλλά δεν πεθαίνει. Θα φωνάξει πως είδε αρκετά και θα βγει από τον καθρέφτη. Σπάει το άγαλμα. Έξω παιδιά παίζουν χιονοπόλεμο, ένα παιδί πεθαίνει από χιονόμπαλα που αποκαλύπτεται ότι είναι ένα κομμάτι μάρμαρο. Ένας χαρτοπαίχτης παίζει χαρτιά με μια γυναίκα δίπλα στο νεκρό σώμα του αγοριού. Ο χαρτοπαίχτης βγάζει ένα φύλλο από το αγόρι ενώ ένας άγγελος παίρνει το παιδί. Τελικά ο χαρτοπαίχτης χάνει το παιχνίδι και αυτοκτονεί ενώ το κοινό χειροκροτάει. Η γυναίκα μεταμορφώνεται στο άγαλμα του έργου. Περπατά στο χιόνι χωρίς να αφήνει πατημασιές.

 

Meshes of the Afternoon (1943) της Maya Deren

 

Σκηνοθετημένο από την Maya Deren και τον σύζυγο της Alexander Hammid, η συγκεκριμένη μικρού μήκους μας ταξιδεύει σε μία περιστροφική αφήγηση όπου μία γυναίκα ακολουθείται από μία φιγούρα. Καθώς φτάνει σπίτι της, η γυναίκα αποκοιμάται στην καρέκλα της και εισέρχεται (για άλλη μία φορά) στον κόσμο του ονείρου.

Η πρώτη φιγούρα που αντικρίζουμε θυμίζει τον Χάρο και έχει έναν καθρέφτη για πρόσωπο. Η γυναίκα επιδιώκει να τον πιάσει χωρίς επιτυχία. Βρίσκει το ίδιο το σπίτι της με τα ίδια αντικείμενα, ένα μαχαίρι, ένα τηλέφωνο, έναν φωνογράφο, ένα κλειδί και ένα λουλούδι. Ακολουθεί την σκυθρωπή μορφή για να την βρει να κρύβει το μαχαίρι κάτω από ένα μαξιλάρι. Ύστερα από απανωτά Deja-vu επιχειρεί να αυτοκτονήσει αλλά την διακόπτει ένας άνδρας που την οδηγεί πίσω στο δωμάτιο της. Καταλαβαίνει πως ότι έγινε στο όνειρο έγινε στην πραγματικότητα για να φτάσει το έργο σε μία απρόσμενη κατάληξη.

Η μουσική επένδυση δίνει την εντύπωση περισσότερο ενός εφιάλτη παρά ενός ονείρου μαζί με το ευρηματικό του μοντάζ και την αργή κίνηση που παραπέμπει σε έναν ονειρικό κόσμο όπου είναι ολοένα και πιο δύσκολο να αδράξει κανείς την πραγματικότητα.

 

Dreams That Money Can Buy (1947) του Hans Richter

O Jack Bittner παίζει τον Jack/Νάρκισσο. Είναι ένας άνδρας που μόλις νοίκιασε ένα δωμάτιο καθώς βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση. Ενώ λοιπόν προβληματίζεται για το πως θα πληρώσει το ενοίκιο του, ανακαλύπτει ότι μπορεί να ξεδιπλώσει το εσωτερικό του μυαλού του καθώς κοιτιέται στον καθρέφτη. Σταδιακά συνειδητοποιεί ότι μπορεί να κάνει το ίδιο πράγμα και σε άλλους και του έρχεται η ιδέα να αξιοποιήσει αυτό το μέσον για να βγάλει λεφτά.

Καταλήγει λοιπόν να πουλάει την απόλυτη φαντασίωση, όνειρα κομμένα και ραμμένα που να μπορούν να καλύψουν κάθε επιθυμία των πελατών του. Σύντομα θα συσπειρώσει γύρω του μία αρκετά ιδιαίτερη πελατεία με ξεχωριστές απαιτήσεις.

Εντός επτά σουρεαλιστικών ονείρων, ο σκηνοθέτης – σεναριογράφος Hans Richter αξιοποιεί το ταλέντο κορυφαίων καλλιτεχνών του σουρεαλισμού όπως οι Max Ernst, Man Ray και Alexander Calder. To έργο είναι αρκετά καλοφτιαγμένο ούτως ώστε να μας οδηγήσει ο Richter στο απόλυτο ερωτηματικό: Τι και πόσο θα δίνατε για το τέλειο όνειρο; Με αυτό το ερωτηματικό το έργο διερευνά τα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής.

 

Δείτε επίσης: Το Σουρεαλιστικό Σινεμά του Man Ray
εδώ

 

Related stories

Οι ταινίες της εβδομάδας 25.04-01.05.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η κατρακύλα στα εισιτήρια των κινηματογράφων...

Η Μαρίτα Καρυστηναίου δημιουργεί τα φωτιστικά των ονείρων σας

φωτογραφίες: Μαρία Ευσταθιάδου Η Decolight λειτουργεί από το 2010 και...

Ψηλά στο Εσκί Ντελίκ, αναμνήσεις μιας άλλης ζωής

Ήταν μικρές κι αθώες κοπελούδες σαν ήρθανε απ’ την...

Κριτική Βιβλίου | Λίνα Φυτιλή «Χρυσός κήπος. Αλτίν μπαχτεσί».

γράφει ο Τάσος Γέροντας Λίνα Φυτιλή «Χρυσός κήπος. Αλτίν μπαχτεσί»....