Η Αρπαγή 2

(Taken 2)

Περιπέτεια, 2012, ΗΠΑ/Γαλλία, 91 λεπτά

Σκηνοθεσία: Ολιβιέ Μεγκατόν

Παίζουν: Λίαμ Νίσον, Φάμκε Γιάνσεν, Μάγκι Γκρέις

Ο Μπράιαν Μιλς καλεί την πρώην γυναίκα του και την κόρη του για λίγες μέρες χαλάρωσης στην Κωνσταντινούπολη, χωρίς να γνωρίζει ότι εκεί τον περιμένουν και οι συγγενείς των παλαιότερων θυμάτων του, έτοιμοι για εκδίκηση.

Μπορείς εύκολα να βγάλεις τη χολή σου για μια ταινία σαν το Taken, μιλώντας για τις υπερφυσικές ικανότητες του πρωταγωνιστή ή για τον μεγάλο αριθμό πτωμάτων που κείτονται στο πέρασμά του. Ακόμη περισσότερο όταν ο ήρωας είναι Αμερικανός, η δράση λαμβάνει χώρα στην Ευρώπη και γίνεται ξεκάθαρο από την αρχή το ποιος είναι ο “καλός” και ποιος ο “κακός” της υπόθεσης. Συν την όλη ιδέα της αυτοδικίας, όρεξη να ‘χεις και βγαίνει αρκετό βρίσιμο.
Όλα αυτά αν δε μπορείς να αναγνωρίσεις κάτι που αρκετά σπάνια πλέον συμβαίνει στο σύγχρονο σινεμά, την επίδραση που έχει σε ένα project ένας και μόνο ηθοποιός, τόσο καταλυτική ώστε να το οδηγεί από την ανοησία στη στιβαρότητα. Ο Λίαμ Νίσον είναι όλο το φιλμ, όπως ακριβώς και στο πρώτο, μετατρέποντας μια ιστορία χωρίς καμιά πολυπλοκότητα σε ένα ηρωικό κρεσέντο, με όπλο τη χροιά της φωνής του, τα βλέμματα και τους διαλόγους που υποδηλώνουν την αποστροφή του στις πράξεις που κάνει. Ο Μιλς του Νίσον (και μόνο του Νίσον) είναι ο φύλακας-άγγελος παρά ο εκδικητής. Ακριβώς σε αυτό εστιάζει και ο Ολιβιέ Μεγκατόν μετατρέποντας τις περιπέτειες του σε ένα παιχνίδι με πίστες, όπως έμοιαζε το πρώτο Taken με τη δράση να τελειώνει σε ένα επίπεδο πριν ξεκινήσει αλλού, σε μια διαρκή και πιο συμπαγή αναζήτηση που καταλήγει στην εικόνα ενός εξαθλιωμένου ήρωα που ψάχνει να δώσει ένα τέλος στις περιπέτειες του.
Αυτή η κατάληξη δουλεύει άψογα με το πρόσωπο του Νίσον. Πιθανότατα με οποιοδήποτε άλλον θα κατέληγε στην αυτοπαρωδία αφού πετάει εύκολα στην άκρη τους τρόπους με τους οποίους επιβιώνει ο ήρωας κατά τη διάρκεια της απαγωγής του. Άλλωστε η δημοφιλία του πρώτου Taken, που έφερε και το δεύτερο, στηρίχθηκε στις εκφράσεις του πρωταγωνιστή και όχι στις σκηνές βίας, παρότι οι δεύτερες καταλαμβάνουν και εδώ τον μεγαλύτερο φιλμικό χρόνο, δείχνοντας ότι από μόνες τους δε θα μπορούσαν ποτέ να δώσουν κύρος στο φιλμ. Αντί όποιου συστατικού που θα έκανε αυτή τη δουλειά (πλοκή, ερμηνεία, εφέ ή οτιδήποτε άλλο), βάλτε το πρόσωπο του Νίσον.

Related stories

Revisiting: La La Land (2016) του Damien Chazelle

Γράφει η Φανή Εμμανουήλ Κάθε φορά που ξαναβλέπω μια ταινία...

Το Φεστιβάλ Δάσους συνεχίζεται δυναμικά και τον Σεπτέμβριο

Το Φεστιβάλ Δάσους, το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός της Θεσσαλονίκης, συνεχίζει για δέκατη...

Κινηματογράφος και αθλητισμός: 6 ταινίες για το Μπάσκετ

  Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Ο Γιάννης Αντετοκούμπο είναι (μαζί με...

Το ‘ελληνικό Woodstock’ και ένα πάρτυ στη Βουλιαγμένη

Το πρωτοποριακό πάρτι του Λουκιανού Κηλαηδόνη στη Βουλιαγμένη, γνωστό...

3 Νέες ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες και η κορυφαία συνάντηση του Deadpool με τον Woolverin

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Με τις θερμοκρασίες να συνεχίζουν να...