HomeCinemaΕξώστης ΘHail, Ceasar! Ένα έργο με κριτική, πολιτική...

Hail, Ceasar! Ένα έργο με κριτική, πολιτική και κατανόηση

Μέσα στο σύμπαν του παραλόγου που λέγεται Coen, ένα βιβλικό δράμα συναντά ένα western, το μουσικοχορευτικό υπερθέαμα συναντά το δράμα και η κωμωδία συναντά την πολιτική εντός των μεγαλοπρεπών studio της χρυσής εποχής του Hollywood.

Πολλοί κριτικοί υμνούν την ταινία, ως ένα έργο νοσταλγικό ή ως φόρο τιμής στο αμερικανικό σινεμά της δεκαετίας του ’50 και από πολλές απόψεις αυτό ισχύει δεδομένου ότι καταφέρνουν να αποδώσουν το κλίμα, την δουλειά αλλά και την χαζομάρα γύρω από τις πιο χαρακτηριστικές παραγωγές ποικίλων ειδών της συγκεκριμένης δεκαετίας. Μίας εποχής όπου όλοι τα έδιναν όλα για να κάνουν ένα χαρισματικό show. Παρόλα αυτά οι ίδιοι οι δημιουργοί αρνήθηκαν πως πρόκειται πραγματικά για νοσταλγική αναφορά, αλλά περισσότερο αναφέρθηκαν σε αυτό ως μία αναγνώριση έργου, κάνοντας όμως εμφανές ότι δεν θα επιθυμούσαν να επέστρεφαν σε εκείνη την εποχή κινηματογράφησης. Αυτό γίνεται κατανοητό, όταν κανείς διακρίνει τις ισορροπίες του έργου και πως, εν αντιθέσει με τα νοσταλγικά έργα του Woody Allen που ωραιοποιούν την κατάσταση στην οποία επιστρέφουν, οι Coen αξιοποιούν τα κατορθώματα της συγκεκριμένης εποχής αλλά δείχνουν – ίσως και περισσότερο, αφού γύρω από αυτές συσχετίζεται θεματολογικά το έργο, τις σκοτεινές και κωμικοτραγικές πτυχές της.

Πρόκειται για μία ελεύθερη μεταφορά της προσωπικότητας του περιβόητου παραγωγού και διοικητικού στελέχους της MGM Eddie Mannix, υπό την ερμηνεία του Josh Brolin, ο οποίος καλείται να κρατήσει τις ισορροπίες στην εταιρία παραγωγής του, καθώς όλα φαίνονται να καταρρέουν. Ο μεγάλος του αστέρας πέφτει θύμα απαγωγής από κομμουνιστές, ο υποσχόμενος νεαρός που φέρνει για αντικαταστάτη δεν ξέρει να μιλάει σωστά, η καλύτερη του χορεύτρια μένει έγκυος ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να αρνηθεί μία εξαιρετικά δελεαστική πρόταση, την ώρα που δημοσιογράφοι αναζητούν τα σκάνδαλα της εταιρίας.

Ερμηνείες, σενάριο και παραγωγή είναι όλες πολύ ικανοποιητικές. Ο Josh Brolin είναι πειστικός στον ρόλο του, ενώ αντίστοιχα ο Clooney που καλείται να παίξει τον εκνευριστικά αφελή αστέρα Baird Whitlock είναι απολαυστικός στην κωμική του διάσταση. Το έργο επιλέγει συγκεκριμένους τύπους χαρακτήρων για να χτίσει ένα κλίμα τόσο λαμπερό αλλά και ταυτόχρονα τελείως παράλογο, ακόμα και επικίνδυνο αν ληφθεί στα σοβαρά – για αυτό και κανείς στην ταινία δεν το αντιλαμβάνεται έτσι. Πρόκειται για ένα κλασσικό παράδειγμα της φιλμογραφίας των Coen, ίσως πιο ήπιο από τα άλλα, που παρά την ελαφρότητα του είναι φτιαγμένο με κάποια λεπτότητα και μαεστρία. Στις λεπτομέρειες του βέβαια το έργο αν δεν αποτελεί φόρο τιμής στο παλιό σινεμά, σίγουρα αποτελεί στο σινεμά το ίδιο, με ευτράπελα να συμβαίνουν, που προδίδουν ένα έμπειρο και ελαφρά βασανισμένο μάτι που τα αντιμετωπίζει με κάποια κωμική στοργή.

Το πολιτικό σχόλιο είναι εμφανές στο έργο, με μία συμπάθεια όμως να κυριαρχεί σε όλα τα στρατόπεδα. Το δε απολαυστικό είναι ότι παρότι αγγίζει τόσο τον παραλογισμό, την αδιαμφισβήτητη εξουσία των studio αλλά και την παρουσία του Μακαρθισμού και του κομμουνισμού στην χρυσή εποχή του Hollywood, που αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ταινίας, κανείς από τις δύο πλευρές δεν γλιτώνει τόσο από τον χλευασμό, όσο και την αναγνώριση. Και οι δύο αντιμετωπίζονται ισάξια, παρότι κατανοεί ο θεατής προς τα που γέρνουν οι σκηνοθέτες.

Βεβαίως ο κεντρικός πυρήνας της ταινίας είναι οι χαρακτήρες. Είναι αξιοσημείωτη η δυνατότητα του έργου να συμπεριλαμβάνει τόσες ξεχωριστές και ιδιαίτερες προσωπικότητες εν συντομία και να έχει την δυνατότητα να είναι η κάθε μία τους ολοκληρωμένη. Στην πλειοψηφία του όμως επικεντρώνεται στην βαθιά αφέλεια των ηθοποιών που στηρίζουν ένα καταπιεστικό σύστημα, των παραγωγών οι οποίοι προσπαθούν να επιβιώσουν σε αυτό και των κομμουνιστών – καλλιτεχνών που το καταπολεμούν τυφλά. Η σκηνή ενός θρησκευτικού καυγά που λαμβάνει χώρα στην αρχή του έργου, αποτελεί το κυρίαρχο παράδειγμα τόσο του τι αντιμετωπίζει ο κεντρικός χαρακτήρας, όσο του τι έπεται να συναντήσει. Πρόκειται για μία μικρογραφία όλων των χαρακτήρων του έργου, οι οποίοι είναι πείσμωνες, μη συνεννοήσιμοι ή αφελής και χειραγωγήσιμοι. Ταυτόχρονα όμως τους προσδίδονται οι κατάλληλες πινελιές ούτως ώστε να μην είναι μονόπλευροι και να μην τους λείπει μία κάποια άφεση αμαρτιών από τον θεατή.

Αρχικά ο κεντρικός χαρακτήρας Eddie Mannix φαίνεται συμπαθής. Μόνο στην τελευταία του σκηνή κατανοεί κανείς την πιο άγρια και υπόδουλη σε ένα σύστημα διάσταση του, την οποία όμως και πάλι ο θεατής μπορεί να καταλάβει, διότι εκείνος την δικαιολογεί με την πίστη του στο σινεμά που κάνει, το οποίο βέβαια αποδεικνύεται αρκετά κενό. Ενώ αντίστοιχα οι χαρακτήρες των κομμουνιστών – συγγραφέων γίνονται ευθύς συμπαθητικοί και τους δίνεται δίκιο αλλά καταλήγουν και αυτοί να απεικονίζονται υπό ένα κωμικό πρίσμα, αφού όπως είπαμε κανείς δεν ξεφεύγει της κωμικοτραγικής ματιάς των Coen.

Επίσης υπάρχει μία αξιοσημείωτη απεικόνιση των συντελεστών που περιβάλλον αυτό το σύστημα και το αποδέχονται ως έχει, όπως στην περίπτωση του χαρακτήρα της Scarlett Johansson, DeeAnna Moran που καλείται να πάρει μία αρκετά σοβαρή αλλά και ταυτόχρονα γελοία απόφαση, η οποία βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό, ούτως ώστε να σώσει την αθώα εικόνα της αλλά και κυρίως την εικόνα του studio που σαφώς βρίσκεται πάνω από όλα. Το σύνολο παρόμοιων περιστατικών απεικονίζονται με τέτοια κανονικότητα, που μόνο οι αδερφοί Coen θα μπορούσαν να την μεταφέρουν, αλλά που ταυτόχρονα συλλαμβάνει και την κοινή αντίληψη της εποχής, η οποία έκανε πως δεν κατανοεί τι συμβαίνει γύρω της βασιζόμενη στην κοινή αφέλεια. Μέσω της υπερβολής, το έργο καταφέρνει να γίνεται αρκετά διεισδυτικό αλλά και τρισδιάστατο μπρος στο αντικείμενο του διότι το αγγίζει ταυτόχρονα με κριτικό μάτι αλλά και κατανόηση.

 

Συνεπώς, με τον χλευασμό του πάνω στην χολιγουντιανή υπερπαραγωγή και τις αναφορές του στο πολιτικό και μικροκοινωνικό χάος του χώρου εκείνης της περιόδου, το έργο δεν είναι τόσο νοσταλγικό παρότι μας ταξιδεύει. Είναι όμως ένας φόρος τιμής στον χώρο του σινεμά. Γίνεται σαφές ότι η ταινία χρησιμοποιεί την περίοδο, τόσο για να διαφωτίσει το κοινό πάνω στο τι συνέβαινε πίσω από την λάμψη, όσο και να θίξει κάποια ζητήματα που ακόμα στην βιομηχανία θεάματος μένουν να λυθούν. Σίγουρα αποτελεί από τις πιο προσιτές αλλά και ψυχαγωγικές ταινίες του διδύμου και βεβαίως οι λάτρεις τους δεν θα μείνουν απογοητευμένοι.

 

Related stories

Κλείνει ένα από τα πιο αγαπημένα μεζεδοπωλεία του κέντρου

Λατρεύτηκε από τις παρέες νέων κι όχι μόνο! Τα...

Οι ταινίες της εβδομάδας 28.03-03.04.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Μεγάλη αύξηση στα εισιτήρια την εβδομάδα...

Στην οδό Αρμενοπούλου, ο Gaetano μας ταξιδεύει στην σιτσιλιάνικη επαρχία

Κείμενο: Δέσποινα Λαμπρίδου / Φωτογραφίες: Μαρία Ευσταθιάδου Αρμενοπούλου 27,στην καρδιά...

Ο Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν | Λάζαρος Αλεξάκης

    επιμέλεια στήλης: Φανή Χατζή Κάθε εβδομάδα ένας/μία συγγραφέας απαντά σε...

Μητροπολιτικό πάρκο Παύλου Μελά: Μία ανάπλαση που… άργησε πολύ

Ήταν Νοέμβριος του 2021, στη δεύτερη δύσκολη χρονιά της...