HomeCinema"Baby Reindeer” ή αλλιώς η πιο ειλικρινής...

“Baby Reindeer” ή αλλιώς η πιο ειλικρινής σειρά για την κακοποίηση

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης

Σειρές και ταινίες που βασίζονται σε αληθινά γεγονότα έχουμε δει αμέτρητες, καθώς είναι κάτι που ιντριγκάρει το κοινό και σου τραβάει την προσοχή να θέλεις να δεις στην μεγάλη ή μικρή οθόνη κάτι το οποίο γνωρίζεις ότι έχει συμβεί στην πραγματική ζωή. Όμως σειρά (ή ταινία) που να την γράφει, να κάνει την παραγωγή και να πρωταγωνιστεί ο άνθρωπος ο οποίος έχει ζήσει με κάποιον τρόπο αυτά που προβάλλονται, νομίζω πως σπάνια ή και σχεδόν ποτέ δεν το έχουμε δει. Πιο άβολη σειρά δεν θυμάμαι να έχω παρακολουθήσει ξανά. Και με το άβολη εννοώ το να με βγάλει από την ασφάλεια ότι αυτό που βλέπω είναι μυθοπλασία, αυτό που βλέπω δεν μπορεί να με επηρεάσει ή δεν μπορούν να μου συμβούν αυτά που παρακολουθώ ή δεν έχω νιώσει ποτέ έτσι όπως νιώθουν οι χαρακτήρες. Και η επιτυχία της σειράς βρίσκεται εκεί. Στο ότι σε κάνει να νιώθεις άβολα και όχι απλώς γιατί ξέρεις ότι αυτά που βλέπεις έχουν συμβεί στον ηθοποιό που “υποδύεται” τον χαρακτήρα, αλλά γιατί θα μπορούσες να είσαι εσύ στη θέση κάποιου από τους χαρακτήρες. Ειδικά στην εποχή των social media που ζούμε, με αμέτρητους άγνωστους να μας ακολουθούν και να παρακολουθούν τις ζωές μας (κι εμείς σαν άγνωστοι να παρακολουθούμε τις ζωές των άλλων) και αμέτρητα σχόλια αρνητικά, θετικά, κολακευτικά ή προσβλητικά να επηρεάζουν την ζωή μας, την αυτοπεποίθηση και την ψυχολογία μας σε καθημερινή βάση, καταλαβαίνεις πως η σειρά αυτή χτυπάει μία ευαίσθητη χορδή. Θα ομολογήσω πως στο 2ο επεισόδιο (από τα 7 που αποτελείται) σταμάτησα την σειρά για λίγες μέρες γιατί ένιωσα τόσο άβολα που ήθελα τον χρόνο μου για να την συνεχίσω και ομολογώ πως δεν το έχω πάθει ξανά αυτό με σειρά ή ταινία ποτέ.

Η σειρά είναι μία δημιουργία και σχεδόν αυτοβιογραφία του Σκωτσέζου stand-up κωμικού Richard Gadd ο οποίος έκανε το λάθος να κεράσει ένα φλυτζάνι τσάι στην πάμπ που δούλευε, σε μία γυναίκα από λύπηση, γεγονός που είχε ως συνέπεια η γυναικά αυτή να γίνει stalker του και να τον παρενοχλεί για χρόνια στέλνοντάς του 41,071  email, 350 ώρες ηχητικών μηνυμάτων, 100 σελίδες επιστολών και 45 μηνύματα στο Facebook. Ο ηθοποιός έχει δηλώσει πως έχει λυθεί πια το θέμα με την πραγματική “Μάρθα” (το όνομα της γυναίκας που τον παρενοχλεί στη σειρά). Ως διέξοδο από όλο αυτό που βίωνε, ο Gaad αποφάσισε να μιλήσει μέσα από την τέχνη του, δημιουργώντας ένα θεατρικό με τίτλο “Baby Reindeer”, όπου ήταν και το παρατσούκλι που του είχε δώσει η stalker του. Το θεατρικό, μετά από την επιτυχία που είχε στο Φεστιβάλ Fringe του Εδιμβούργου, μεταφέρθηκε στο Bush Theater του Λονδίνου το 2019 πριν μεταφερθεί η ιστορία στην μικρή οθόνη φέτος από το Netflix.

Η σειρά θίγει μία σειρά ζητημάτων για το πως βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας. Πως κρίνεις τους ανθρώπους από την εμφάνιση τους, πως επιτρέπεις στους άλλους να σε κρίνουν, πως κρίνεις εσύ τον εαυτό σου, πως δίνεις το δικαίωμα στους άλλους να σε κακοποιήσουν ψυχικά και σωματικά, πως η ανασφάλεια και η δίψα για επιτυχία μπορεί να σε οδηγήσουν στην απόλυτα καταστροφή του εαυτού σου και πολλά άλλα πως. Και το κάνει με απόλυτη ειλικρίνεια. Χωρίς να φοβάται να χρησιμοποιήσει εκφράσεις, σκηνές, συμβάντα που είναι μη αποδεκτά από κινήματα όπως το “me too” ή την lgbtq+ κοινότητα. Κάνει, επίσης, έντονη κριτική στο πολιτικό σύστημα και την αστυνομία για τους νόμους και τους κανόνες που αφήνουν παράθυρα για να γλυτώσεις από κακοποιητικές συμπεριφορές. Πάνω απ’ όλα, όμως, η σειρά μιλάει για την ψυχική υγεία, μιλάει για το τραύμα, για την βύθιση στο “κάψιμο” των ναρκωτικών, για την αποδοχή της σεξουαλικότητας, για την κακοποίηση της ψυχής και του σώματος από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Βλέπεις έναν άνθρωπο για 7 ολόκληρα επεισόδια να πνίγεται και απορείς γιατί δεν λέει ούτε σε μια στιγμή τη φράση: “χρειάζομαι βοήθεια”. Σε κάνει να τρελαίνεσαι γιατί δεν το φωνάζει και σε κάνει να θες να πας να τον βοηθήσεις. Και όλα αυτά συμβαίνουν με μία δόση καυστικού χιούμορ που σε κάνει να νιώθεις ακόμα πιο άβολα.

Δεν θέλω όμως να πω περισσότερα για την υπόθεση της σειράς γιατί τα συναισθήματα που μου έχει αφήσει είναι πολύ έντονα ακόμα και γιατί καλύτερα να μην ξέρετε πολλές πληροφορίες πριν την δείτε. Θα μιλήσω όμως για τα τεχνικά και καλλιτεχνικά στοιχεία της σειράς. Αρχικά το σενάριο είναι τόσο καλογραμμένο που απορείς πως κατάφερε και τα αποτύπωσε σε λέξεις όλα αυτά ο Gaad. Ο οποίος Gaad είναι σπαρακτικός στην ερμηνεία του ως “Ντόνυ”, αν μπορεί να χαρακτηριστεί ερμηνεία το να ερμηνεύεις κομμάτια του ίδιου σου του εαυτού. Τον βλέπεις αποστεωμένο, με αυτή την απόγνωση στο βλέμμα, τη θλίψη, την κατάθλιψη, με όλα τα συναισθήματα που μπορεί να βγάλει ένα πρόσωπο ηθοποιού. Σίγουρα η μέθοδος Στανισλαφσκι της συγκινησιακής/συναισθηματικής μνήμης διδάσκεται σε πολλές σχολές υποκριτικής ακόμα και σήμερα, αλλά εδώ μιλάμε για κάτι πέρα από αυτό που σπάει τα όρια του να ανακαλείς απλά στιγμές και συναισθήματα απ’ τη ζωή σου για να ερμηνεύσεις έναν ρόλο. Όσο για την ερμηνεία της Jessica Gunning στον ρόλο της “Μάρθα”, πέρα από συγκλονιστική, αποτυπώνει τρομακτικά μία ψυχικά άρρωστη γυναίκα. Μπορώ να πω πως μου θύμισε την βραβευμένη με Όσκαρ ερμηνεία της Kathy Bates στο “Misery”. Και το υπόλοιπο καστ ακολουθεί τους δύο πρωταγωνιστές δίνοντας πολύ καλές ερμηνείες στους ρόλους που έχουν αναλάβει. Η σειρά έχει επίσης εξαιρετικό  production design, τόσο σε σκηνικά – χώρους, αλλά και σε κοστούμια/κομμώσεις/μακιγιάζ. Η φωτογραφία και η σκηνοθεσία σε υψηλό επίπεδο, ενώ και η μουσική επένδυση με ατμοσφαιρικό – αγχωτικό soundtrack, υπάρχει την κατάλληλη στιγμή όπου χρειάζεται.

Κλείνοντας, να πω πως αν έχετε βιώσει την όποια κακοποίηση (σωματική ή συναισθηματική), θέλει γερό στομάχι η σειρά για να την παρακολουθήσετε. Αλλά ακόμα και όσοι δεν έχουν δεχτεί κάποια μορφή βίας στη ζωή τους, η σειρά είναι δύσκολη συναισθηματικά. Είναι όμως μία σειρά κατά την άποψη μου, που αξίζει να την δεις.

“Sent from my iPhone”

Related stories