AH HA

Entschuldigung, Deutschland. [ 1 ] Η, καταπώς λεν, βδελυρή, αποτρόπαιη, χυδαία, βάρβαρη, καταγέλαστη, πονηρή, ύποπτη, σατανική, νεοταξίτικη, θλιβερή, υποκρύπτουσα ποιος ξέρει τι και Κύριος οίδεν άλλες ποιες κρύφιες επιδιώξεις των βρομερών και τρισαθλίων Ούννων, που σίγουρα είναι τέκνα του Σατανά και Εβραιομασόνοι και κίναιδοι, η προκλητική και αντεθνική και αντευρωπαϊκή ιδέα περί Επιτροπείας, που έβγαλε από τα ρούχα τους όλους τούς καθαρούς Έλληνες, αυτά τα καμάρια, αυτά τα παραδείγματα ανθρωπιάς, αυτούς τους πυλώνες φιλότιμου κι αντρειοσύνης, με βρίσκει (αν και —φευ! και προς οδύνην μας— δε θα πραγματοποιηθεί…), όχι απλώς σύμφωνο, αλλά και διαπρύσιο υπέρμαχό της. Για την ακρίβεια, την έχω θέσει εγώ ο ίδιος προ πολλών ετών (τότε, παλιά, πριν την πρώτη από τις μεγάλες μας διαψεύσεις και απογοητεύσεις), τόσο σε ιδιωτικές συζητήσεις όσο και δημόσια, και όχι μόνο μία φορά. Πάγια θέση μου είναι, άλλωστε, όταν έρχεται ο λόγος στο αν μπορούν, ή στο αν πρέπει, ή στο αν γίνεται να φυλάνε λυσσασμένοι λύκοι τα πρόβατα — ή, εντέλει, το ελληνικό κράτος (αυτή η ρημαδολέξη που μισώ όσο τίποτα) να είναι υπεύθυνο ([γέλια], όπως σημειώνουν και οι ανεπαρκείς δημοσιογράφοι όταν αποτυπώνουν μία συνέντευξη) για την τήρηση των δημοσιονομικών πολιτικών της χώρας («του τόπου» [sic]) και δη των συμπεφωνημένων από κοντά δυο χρόνια τώρα για (τίποτε περισσότερο πέραν τούτου:) την υπαγωγή μας στο Άρθρο 99, για το συμμάζεμα με —φυσικά— χαρακτηριστικά κολασμού αυτής
μη-κομματικό, μη-πελατειακό, μη-συντεχνιακό, τεχνοκρατικό, ιδιωτικό κράτος που θα μεριμνά για τα δημόσια αγαθά και θα φροντίζει για την τήρηση των νόμων προασπιζόμενο έτσι την ελευθερία, και την προκοπή (που απορρέει από την ελευθερία), και την ευτυχία (που απορρέει από την προκοπή) των κατοίκων «του τόπου». [ 3 ] Ώς τότε, θέλω ξένους. Αλλά δε θα τους έχω. Εδώ καλά-καλά δεν υπάρχει Κυβέρνηση σήμερα, την πιο κρίσιμη περίοδο για την Ελλάδα από τον Εμφύλιο και δώθε. Μόνο υπουργοί που την αντιπαλεύουν υπάρχουν, και δελφινίσκοι. Και γύρω από δαύτην, ένας ακροδεξιοσταλινικός εσμός αμόρφωτων wannabe ντέηδων και δυνάμει μπασάου: οιονεί Αυγουστύλων… [ 4 ] Άλλα είναι τα σοβαρά, βέβαια. Γιατί το ότι θα πεθάνουμε είναι το μόνο βέβαιο, και η ζωή, ακόμα και με δραχμή ή στο Αφγανιστάν (ταυτολογώ εν γνώσει μου), αξίζει να τη ζεις. Μα άλλα είναι τα ωραία. Ωραίο είναι που θα σηκωθεί και θα ’ρθει από την Αθήνα ο μέγας Πάρις Τακόπουλος, μόνο και μόνο για να βρεθεί στον Μαραθώνιό μας του Τζόις — για ν’ ακούσει (μακάρι και για να διαβάσει) όλο τον «Οδυσσέα» σε εικοσιτέσσερις ώρες (αυτός, ο Έλλην Τζόις). Τίποτε πιο συγκινητικό (και ζω ανάμεσα σε πολλές συγκινήσεις, ΠΟΛΥ άνω τού μέσου όρου, σας βεβαιώ) δε μου συνέβη τον τελευταίο καιρό. Αν μη τι άλλο (κι εδώ ανασύρω μόνο στίχους του που βρήκα στο Ίντερνετ, ελλείψει των βιβλίων του μπροστά μου, και να με συμπαθά — με τους εξέλεξε ο φίλος μου ο Στάντης), αν μη τι άλλο, λέω, είναι ο άνθρωπος που είπε, μεταξύ τόσων και τόσων άλλων,

της χώρας-παράσιτου που έχει την Ευρώπη για ξενιστή. Δε με ενδιαφέρουν, δε, ποσώς ούτε οι ναζιστικές φωνές καταγέλαστων μίμων, ούτε οι από άμβωνος τσιρίδες, ούτε η υστερία παλιών εθνικών ηρώων, ούτε τα χυδαιολογήματα κάποιων πολιτικών-μπονσάι που τους φύτεψε το Τηλέραμα στη Βουλή: κανενός από δαύτους ο ψευτοκαϊλές δε με αγγίζει μηδέ στο τόσο — και οι μεν και οι δε θέλουν την ΑΠΟΛΥΤΗ και ΔΙΑ ΠΑΝΤΟΣ καταστροφή του ασπαίροντος κρατιδίου για να το δαγκάσουν μια για πάντα από τον θλιβερά ισχνό λαιμό του και μετά ν’ αρχίσουν να τρέμουν. Και να τρέμουν. Τους ενδιαφέρει έκτακτα τούτο: να τρέμουν με τη μασέλα γαντζωμένη στο σκέλεθρο που εγκυμονούμε. [ 2 ] Α, ναι, αντιλαμβάνομαι πως όλο αυτό βρίσκεται «εκτός των ευρωπαϊκών δεδομένων» τε και «κεκτημένων», και υπολήπτομαι τους σοβαρούς φίλους μου που το αποστρέφονται επίσης (αλλά όχι επειδή θίγεται «η αξιοπρέπειά μας» — ας μένει ο λόγος περί αξιοπρεπείας, είναι στενάχωρο ζήτημα), επειδή ούτε προβλεπόταν σε κάποια από τις προηγηθείσες συμφωνίες, ούτε άλλωστε πρέπει κάτι ανάλογο να αφορά μόνο μία χώρα-μέλος (ή μόνο δύο ή τρεις στο μέλλον, αν το ελληνικό δαιμόνιο μπορούσε ποτέ να μεταναστεύσει), και καθώς απάδει μία τέτοια κατάσταση της ευρωπαϊκής συνθήκης. Το αντιλαμβάνομαι, κι αυτό και τα παρόμοια, μα και πάλι δε συμφωνώ. Θέλω ξένους. Ακόμα περισσότερο: θέλω ιδιώτες. Θέλω ένα μικρό, ευέλικτο, μη-γραφειοκρατικό,
αυτά: [ 5 ] Μα γιατί πίνεις τόσο, / μου λένε συνεχώς, / δεν το καταλαβαίνεις / πως ελαττώνεις έτσι / τις μέρες της ζωής σου; / Καλύτερα ξεχνάμε / με την παρέα κάποιου φίλου! / Τώρα τι να τους πω, / αφού, τουλάχιστον, εγώ / τις περισσότερες φορές, / πίνω για να θυμάμαι. || Αν αύριο χωρίσουμε, / της έλεγα, / αν αύριο μ' αφήσεις, / αλήθεια, τι θα γίνει / μ’ όλα τα δώρα / που δε σου ’δωσα; / Κι εσύ, μου είπες, τότε: / Έχω το σκύλο και τη γάτα σου, / θέλεις να σ’ τους γυρίσω; / Αυτό που θέλω, είπα γω, / να μου γυρίσεις, κάποτε, / μόνο τον εαυτό σου. / Κι αν πάλι δε μπορείς, / γύρνα τον εαυτό μου. || Κανείς δεν τυραννά κανέναν, / έτσι μού είπες, / να μ’ απαλλάξεις απ’ τις τύψεις. / Κι όλο το βράδυ τυραννιόμουνα, / γιατί, μονάχος μου, / πάλι κανένας / αισθανόμουνα. || Σε κάθε μας στιγμή / έχουμε να εκλέξουμε / ανάμεσα σε δύο πόνους, / λέγει ο ξένος συγγραφεύς· / ή θα πονέσουμε τους άλλους / ή, διαφορετικά, τον εαυτό μας. / Κι όμως, δεν τον εκλέγουμε / εμείς τον πόνο, δυστυχώς· / Εκείνος μάς εκλέγει. || Δεν έχει σημασία το πού πάμε, / όταν διαφέρουν οι προθέσεις μας… / Ποιος είπ’ όταν πεθαίνουμε / πως πια δεν περιμένουμε!… / Πάλι μάς κύκλωσε ο θάνατος, / όπως εκείνος, μόνον, ξέρει! / Ένας κι όμως να μας κυκλώνει! || Κι έρχονται, μου ’πες, / δεν κατάλαβα, / και σου ζητούν, εσένανε, / να ξεδιαλύνεις / τα προβλήματά τους; / Δε φτάνουν τα δικά μας; / Κι εγώ, της είπα, φτάνουν, / αλλά των άλλων λύνονται. — Κυριάκος Αθανασιάδης.

Related stories

Το σπίτι του Δημήτρη Αμελαδιώτη είναι ένα έργο τέχνης σε εξέλιξη

WHO IS WHO: Μου αρέσει να παρουσιάζομαι ως εικαστικός,...

Οι ταινίες της εβδομάδας 25.04-01.05.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η κατρακύλα στα εισιτήρια των κινηματογράφων...

Η Μαρίτα Καρυστηναίου δημιουργεί τα φωτιστικά των ονείρων σας

φωτογραφίες: Μαρία Ευσταθιάδου Η Decolight λειτουργεί από το 2010 και...

Ψηλά στο Εσκί Ντελίκ, αναμνήσεις μιας άλλης ζωής

Ήταν μικρές κι αθώες κοπελούδες σαν ήρθανε απ’ την...