Υγρό και κρύο. [ 1 ] (Νεσκαφέ. Ζεστός. Σκέτος). [ 2 ] Τρίτη απόγευμα, έχει χαθεί (δεν ξέρω πού) η σύνδεσή μου από χθες το απόγευμα, συμβαίνουν αυτά, συνηθισμένα τα χαμηλά βουνά, οπότε είμαι έξω, σ’ ένα καφέ με Wi-Fi, για να δω τι γίνεται (αν γίνεται), πόσο έχει προχωρήσει η αρρώστια (η κακιά, η κακιά, η κακιά αρρώστια), πόσο περισσότερο έχουν μολυνθεί οι ιστοί (του όλου μας σώματος — όχι οι κοινωνικοί, αυτοί έπαψαν να υφίστανται προ πολλού καιρού, αν υπήρξαν ποτέ — αστικός κοινοτισμός και ορθοδοξία είναι έννοιες ασύμβατες, έννοιες εχθρές), πόσο τείνει να γίνει ευθεία η γραμμή που μαιανδρικά, ζιγκζαγκωτά, με μικρούλες εξάρσεις γεννημένες από τη συνήθεια μας χωρίζει από το τέλος (το τέλος, αν μη τι άλλο, των πραγμάτων όπως τα ξέραμε, όπως τα θέλαμε, όπως τα πλάσαμε: κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν μας), πόσοι ακόμα προσχώρησαν σήμερα (ή δείχνουν την έξαλλη, τη φρενιασμένη, την αναπότρεπτη τάση να προσχωρήσουν) στο φτενό μεν προσώρας αλλά με τρομερές μεσοπρόθεσμες προοπτικές παρά ταύτα δοβλέτι των μετανοημένων (κατάπτυστο το κείμενο των Τριών, παραπολιτικός αμοραλισμός και αίσχος μεγατόνων — κι ας συμφωνώ 100% σε όσα λεν), πόσοι λιμάρουν τα νύχια τους με τη λίμα του μικροπολιτικάντη Μοντεκρίστο (αχ, έρμε Λεωνίδα… το ΚΚΕ Εσωτερικού να σταλινίζει, να κιτρινίζει και να εξευτελίζει τόσο το λόγο και το ήθος σου — τραγωδία, διάολε), πόσοι και ποιοι θα πάνε στη Σύνοδο Κορυφής τής ΕΕ στις 23 τρέχοντος (κι αν θα ’ναι και ο Σαμαράς μαζί, με το
χαρτιά, τάβλι, τάβλι, τάβλι, χαρτιά. Είναι νεανικό το καφέ. Νεανικό. Μια χαρά. Τάβλι. Χαρτιά. Πολλά κομπολόγια. Πολλά. Ωραία κουρέματα, περίεργα. Κουκούλες στα φούτερ, κασκόλ και φουλάρια, φόρμες γυμναστικής. Δεκαεννιά, είκοσι, εικοσιδυό χρονώ τα παιδιά. Ένα νεανικό καφέ. Με Wi-Fi. Ωραία. [ 6 ] Λένε διάφορα, αλλά δε μπορώ να τ’ ακούσω ολοκληρωμένα. Σκόρπιες λέξεις μόνο: για το στρατό, για τα ΤΕΙ Λογιστικής, για μια κοπελίτσα, για τον ΑΡΗ και πώς όλο χάνουμε, για κάποια χρήματα που χάθηκαν (πάλι ήττες) κάπου άδοξα, για το Στοίχημα, για μια εξυπνότερη κίνηση τού έξι-πέντε στις Πόρτες, για τα φτηνά παπούτσια που πουλάνε οι Πακιστανοί, για αυτοκίνητα και μηχανάκια — φαίνεται ότι τους αρέσουν υπερβολικά τα αυτοκίνητα και τα μηχανάκια, έχουν κάτι που τους τραβάει πολύ, είναι αγόρια τα περισσότερα, δεν ξέρω πού είναι τα αντίστοιχα κορίτσια και για τι μιλάνε, ίσως μόνο για αγόρια, για καλλυντικά, για τις όμορφες, για τη Μενεγάκη. [ 7 ] Δεν ξέρω. [ 8 ] (Δεύτερο κονιάκ. Στο γνωστό ποτήρι. Εντάξει. Υπομονή). [ 9 ] Τα ζώα στα πρόθυρα του σφαγείου αντιλαμβάνονται τι τους μέλλει, φοβούνται με καθετί ανθρώπινο ή παράταιρο, θέλουν να εξεγερθούν. Οι άνθρωποι φτιάχνουν καλύτερες συνθήκες σφαγής των ζώων που θα φάμε, με τη βοήθεια ειδικών. (Διάβασε το γραμμένο από μία αυτιστική επιστήμονα βιβλίο «Τα ζώα σε μετάφραση»: θα εκπλαγείς). Εμείς όχι. Εγώ όχι. Ίσως κι εσύ όχι. Τα νεαρά παιδιά γύρω μου σίγουρα όχι. Κανένας φόβος. Κανείς. Κανείς.
τελευταίο τεύχος τού «Προς την Νίκην» παραμάσχαλα και app τής «Ζωής του Παιδιού» στο iPhone του), ποιοι βγαίνουν και λένε σήμερα (αλλά σήμερα είναι πια αργά, καλά μου παιδιά, σήμερα είναι περασμένα μεσάνυχτα — σήμερα είναι κιόλας χθες) ότι «καλά τα ’λεγαν ο Μάνος κι ο Ανδριανόπουλος και καναδυό άλλοι, αλλά τους φάγανε τα αρπακτικά λαμόγια», ποιοι δε θέλουν να πληρώσουν τα χρέη τους (γιατί είναι ωραίο και πλέρια δημοκρατικό κεκτημένο να πετάς λουλούδια στις πίστες σκυλάδικων με συνδικαλιστικές επιχορηγήσεις και να βατεύεις Μολδαβές με αποζημιώσεις για ανύπαρκτες παραγωγές ανύπαρκτου βάμβακος ανύπαρκτων αγροτών), ποιοι αρνούνται το νόμο (κυρίως: τη νομιμότητα και την εντιμότητα), ποιοι πετούν στους υπερξέχειλους κάδους τής πτωχείας μας λέξεις-σκιάχτρα όπως τούτη εδώ: «υποχρεώσεις» (τα άχθη της ρωμαίικης αρούρης τις αρνούνται διαρρήδην, ίσως κι εγώ, ίσως κι εσύ — ε;), με δυο λόγια: ποια είναι η σημερινή εικόνα στο μπουλουκτσήδικο θεατράκι «Η Ωραία Ελλάς, ή: Η Φαύστα στην Εντατική». Βέβαια, δεν έγινε κάτι, δεν έγινε κάτι, μόνο διατηρήθηκε στη γαλανόλευκη φορμόλη η ίδια, γνωστή, σκυλεύουσα τους αυριανούς τάφους μας απαξία. Η δικιά μου. Και ίσως η δικιά σου. (Ε;) [ 3 ] (Κονιάκ. Σε χαμηλό. Δεν υπάρχει ποτήρι τού κονιάκ εδώ). [ 4 ] («Θα κριθούν από την Ιστορία»: τη βλακεία αυτή τη βγάλανε κλέφτες. Κανείς δεν κρίνεται, η Ιστορία δεν υπάρχει. Κανείς δε θα κριθεί, ποτέ). [ 5 ] Είναι νεανικό το καφέ, μαζεύει πιτσιρικαρία: μια χαρά. Παίζουν
(Και τα κορίτσια; Δεν ξέρω πού είναι τα κορίτσια). [ 10 ] (Ανοστίζει το κονιάκ στο χαμηλό: να το θυμάσαι). [ 11 ] Ξαφνικά, αυτή η ιδέα: οι Έλληνες (αυτοί που λέει ο Παπαρρηγόπουλος Έλληνες) να είχαν, λέει, κινητά και twitter από «τότε»: φαντάσου, π.χ., καυτά τουίτ από έναν στρατιώτη του εκστρατευτικού Σώματος του Μεγαλέξαντρου («Στην Περσέπολη απόψε, καίμε μωρά, είναι απίθανα, σούπερ, lol»), από έναν ευνούχο Πολίτη λίγο πριν πέσει (ή σηκωθεί;) η πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας («Έχει τελειώσει η πορφύρα, ζώα, κι εσείς το χαβά σας. #amensioto»), από έναν υπαξιωματικό του άλλου εκστρατευτικού μας Σώματος (αχ αυτά τα σώματα), που υπό τας διαταγάς τού Γούναρη σφάξανε πολύ κοσμάκη στη Γιάλοβα, στο Γκεμλίκ και στο Ιζμίτ («Πάμε καρφί στην Άγκυρα, ζήτω η Ελλάς, οκέι κρίμα οι άμαχοι, αλλά δε γίνεται αλλιώς. #fygame»), ή από τους καλούς καγαθούς Ρωμιούς και ελληνόφωνους Κυπρίους που κάνανε πάρτι στα χωριά Ατλιλάρ, Μουράτ Αγά, Σανταλάρ, Τασκέντ, Τατλιτσού και Τεραζί («toys exomen re, t8a toys diamelisomen toys gro8oys»), και σ’ όλα αυτά τα ωραία μέρη, σ’ όλα αυτά. Σ’ όλ’ αυτά τα ωραία μέρη. Θα ’θελα μια timeline, ένα χρονοσυρμό από τέτοιους — όποιος έχει όρεξη ας το κάνει, θα είναι trend. Και επωφελές, ορισμένως. [ 12 ] Αχ αυτά τα σώματα. Τα εκστρατευτικά, και τα άλλα. Που χιμάνε εναντίον άλλων σωμάτων. Τρεμάμενων, που λέει κι ο Τριαρίδης. [ 13 ] Τρεμάμενων ΣΩΜΑΤΩΝ. [ 14 ] — (Ακόμη ένα. Σ’ αυτό: το χαμηλό). — Κυριάκος Αθανασιάδης.