HomeMind the artΒιβλίο27/6/1850, Λευκάδιος Χέρν.

27/6/1850, Λευκάδιος Χέρν.

Σάν σήμερα, 27 Ἰουνίου τοῦ 1850 γεννήθηκε στή Λευκάδα ὁ Πατρίκιος Λευκάδιος Χέρν. Πατέρας του ἦταν ὁ Ἰρλανδός γιατρός Κάρολος Μπούς Χέρν, πού ὑπηρετοῦσε στά τότε ἀγγλοκρατούμενα Ἑπτάνησα, καί μητέρα του ἡ Ρόζα Κασιμάτη ἀπό τά Κύθηρα, μέ καταγωγή ἀπό τόν οἰκισμό Σκυλούς, τή σημερινή Καλλονή, ἕνα ἀμπελοχώρι πού βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα ἔξω ἀπό τό Ἡράκλειο.

Τό ζευγάρι κλέφτηκε, ἀπέκτησε ἕνα παιδί πού πέθανε ἑνός ἔτους καί παντρεύτηκε ὅταν ἡ Ρόζα ἦταν ἔγκυος στό δεύτερο παιδί. Ὁ γιός αὐτός βαφτίστηκε ὀρθόδοξος μέ τά ὀνόματα Πατρίκιος Λευκάδιος στήν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στή Λευκάδα. Ὁ πατέρας εἶχε πάρει μετάθεση γιά τίς Δυτικές Ἰνδίες πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Λευκάδιου. Μία πολύπλοκη σειρά διενέξεων καί γεγονότων κατέληξαν νά μετακομίσει ὁ Λευκάδιος Χέρν στήν ἡλικία τῶν δύο ἐτῶν ἀπό τήν Ἑλλάδα στήν Ἰρλανδία, ὅπου ἐγκαταλείφθηκε πρῶτα ἀπό τή μητέρα του (πού τόν ἄφησε στή φροντίδα τῆς θείας τοῦ συζύγου της), στή συνέχεια ἀπό τόν πατέρα του καί τελικά ἀπό τή θεία τοῦ πατέρα του, ἡ ὁποία εἶχε ὁριστεῖ κηδεμόνας του.

Στήν Ἑλλάδα δέν θά ἐπιστρέψει ποτέ πιά, ὅμως θά κρατήσει στόν νοῦ του μιά θολή ἀλλά προσφιλή παιδική ἀνάμνηση τῆς ἀληθινῆς Ἑλλάδας: τό φῶς αὐτῆς τῆς μακρινῆς χώρας ὅπου πρωτοεῖδε τή ζωή.

Στά 16 του χρόνια ἔχασε τήν ὅρασή του ἀπό τό ἀριστερό μάτι. Λίγο αργότερα ὁ πατέρας του πέθανε καί ἔτσι, λόγῳ οἰκονομικῶν δυσχερειῶν ἀναγκάστηκε νά σταματήσει τό σχολεῖο. Ἀπό τά χρόνια τῆς ἐφηβείας του ἀπέρριψε τό συμβολικό γιά τούς Ἰρλανδούς ὄνομα Πατρίκιος καί ἐπέλεξε τό Λευκάδιος. Εἶναι μία ἀπό τίς πρῶτες ρήξεις πού κάνει στή δύσκολη ζωή του.

Σέ ἡλικία 19 ἐτῶν ἔφυγε γιά τήν Ἀμερική. Ἐγκαταστάθηκε στό Σινσινάτι, ὅπου ἔπιασε δουλειά ὡς δημοσιογράφος. Ἐκεῖ εἶχε τήν τύχη νά γνωρίσει τόν τυπογράφο Χένρι Γουότκιν, ὁ ὁποῖος στάθηκε ἕνας καλός φίλος. Ὁ Γουότκιν ἀποκαλοῦσε τόν Λευκάδιο Raven (κοράκι) λόγῳ τῶν μαύρων μαλλιῶν του καί τῆς ἀγάπης του γιά τόν Ἔντγκαρ Ἄλλαν Πόε. Χάρη σ' αὐτόν θά γίνει διορθωτής κειμένων. Διόρθωνε δοκίμια μέ ἕνα μάτι καί αὐτό μυωπικό. Γιά νά διορθώσει καί νά γράψει, κολλοῦσε τή μύτη του στό χαρτί. Τό 1877 μετακόμισε στή Νέα Ὀρλεάνη γιά μία σειρά ἄρθρων καί παρέμεινε ἐκεῖ γιά 10 χρόνια, μεταφράζοντας ἔργα ξένων λογοτεχνῶν. Κατόπιν, ἡ ἐκδοτική ἑταιρία γιά τήν ὁποία δούλευε, τόν ἔστειλε στίς Δυτικές Ἰνδίες. Στά τρία χρόνια πού ἔμεινε ἐκεῖ ἔγραψε δύο νουβέλες. Τήν ἄνοιξη τοῦ 1890 ὁ Χέρν πλέον στά σαράντα του ταξίδεψε στήν Ἰαπωνία, σέ μία ἀποστολή ὡς ἀνταποκριτής ἐφημερίδας, ἡ ὁποία ὅμως γρήγορα τερματίστηκε. Στήν Ἰαπωνία ὡστόσο βρῆκε μία ἑστία καί τή μεγαλύτερή του ἔμπνευση. Μέ τή βοήθεια τοῦ Μπάζιλ Χώλ Τσάμπερλαιν (Ἄγγλου καθηγητῆ στό Πανεπιστήμιο τοῦ Τόκιο) ὁ Χέρν ἀπέκτησε μιά θέση καθηγητῆ τό καλοκαίρι τοῦ 1890 στό Ματσούε, πόλη τῆς δυτικῆς Ἰαπωνίας. Κατά τή δεκαπεντάμηνη διαμονή του στό Ματσούε ὁ Χέρν γνώρισε καί παντρεύτηκε τήν Σέτσου Κοϊζούμι, κόρη μιᾶς τοπικῆς οἰκογένειας σαμουράι, μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε τέσσερα παιδιά. Τό 1896 ἄλλαξε τό ὄνομά του καί ἔγινε Ἰάπωνας ὑπήκοος. Υἱοθετήθηκε ἀπό τήν οἰκογένεια τῆς συζύγου του καί πῆρε τό ὄνομα Γιακούμο Κοϊζούμι, μέ τό ὁποῖο ἔγινε πολύ γνωστός, σεβαστός καί ἀγαπητός στήν Ἰαπωνία. Ὁ λόγος πού ὑπαγόρευσε αὐτήν τήν ἀλλαγή ἦταν ἡ ἀγάπη γιά τήν οἰκογένειά του.

Εἶχε πλέον ἐπιλέξει ὁριστικά νά γίνει μέρος μιᾶς μακραίωνης παράδοσης, νά γνωρίσει τά ἤθη καί τίς τελετουργίες τῆς Ἰαπωνίας καί ἄρχισε νά καταγράφει ὅλα αὐτά πού συνέθεταν τόν παραδοσιακό πολιτισμό τῆς νέας πατρίδας του. Γιά νά ἀφομοιώσει καλύτερα τά στοιχεῖα πού συνθέτουν αὐτόν τόν πολιτισμό, θά ἀρχίσει νά ἐπισκέπτεται ναούς, νά μεταβαίνει σέ τόπους πού θεωροῦνταν στοιχειωμένοι, νά μιλᾷ μέ ἡλικιωμένους. Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν ὁ παππούς τῆς Σέτσου, ἕνας παλιός Σαμουράι πού ἔμενε προσκολλημένος στόν παραδοσιακό τρόπο ζωῆς. Ὁ Γιακούμο ἄρχισε νά μελετᾷ τόν Βουδισμό καί τήν παραδοσιακή θρησκεία τῆς Ἰαπωνίας, τίς σιντοϊστικές παραδόσεις. Παράλληλα ὅμως γνωρίζει καί αὐτό πού τοῦ εἶχε λείψει ἀπό τά παιδικά του χρόνια, τή θαλπωρή τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς.

Ὁ Λευκάδιος Χέρν ἀγαποῦσε παράφορα αὐτό πού χανόταν ἀπό τήν Ἰαπωνία ἐξαιτίας τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ. Οἱ παλιές πεποιθήσεις πού κληροδοτήθηκαν μέσα ἀπό τούς αἰῶνες, οἱ παλιοί ναοί πού καθαγιάστηκαν ἀπό γενεές γενεῶν καί τά παλιά συναισθήματα πού καθόρισαν τή ζωή τῶν ἀνθρώπων ἀσκοῦσαν πάνω του μεγάλη ἕλξη. Τό βιβλίο του Glimpses of Unfamiliar Japan, γιά τό ὁποῖο κατηγορήθηκε ἀπό τούς ἐκσυγχρονιστές τῆς Ἰαπωνίας, διδασκόταν γιά δεκαετίες στά ἰαπωνικά σχολεῖα.

Ὁ Χέρν, Κοϊζούμι πλέον, ἀγαποῦσε πολύ τή μελέτη καί τά βιβλία καί εἶχε τεράστια βιβλιοθήκη ἀπό 2.400 τόμους, ἡ ὁποία σήμερα βρίσκεται στό πανεπιστήμιο τῆς Τόγιαμα. Οἱ ὑπογραμμίσεις του καί οἱ σημειώσεις στά περιθώρια ἀποτελοῦν ἀντικείμενο μελέτης. Ὅλα τά χρήματα πού κέρδιζε ἀπό τή συγγραφική του ἐργασία, τά διέθετε γιά τήν ἀγορά βιβλίων.

Ὁ τρόπος πού ἔγραψε τίς ἰαπωνικές ἱστορίες του ἔχει μεγάλο ἐνδιαφέρον. Ἕνας παλιός του μαθητής ἀπό τό Ματσούε, τόν ὁποῖο εἶχε προσλάβει γιά γραμματέα, ὁ Μασανομπού Ὄτανι, συγκέντρωνε γιά λογαριασμό του κείμενα ἀπό παλιά βιβλία. Αὐτό τό ὑλικό ὁ Κοϊζούμι τό ἐπεξεργαζόταν μέ τή βοήθεια τῆς συζύγου του. Τῆς ἔδινε νά διαβάσει τίς ἱστορίες καί κατόπιν ζητοῦσε νά τοῦ τίς ἀφηγηθεῖ, ἀφοῦ πρῶτα τίς εἶχε ἀφομοιώσει. Τῆς ἔλεγε: «Δέν θέλω νά μοῦ τίς διαβάζεις ἀπό τό βιβλίο. Προτιμῶ τίς δικές σου λέξεις καί φράσεις. Διαφορετικά δέν μοῦ κάνει».

Ἡ ἐργατικότητά του ἦταν ἀκατάβλητη. Δέν ἄφησε τήν ἐλαττωματική του ὅραση, πού διαρκῶς χειροτέρευε, νά σταθεῖ ἐμπόδιο. Ἔβλεπε τόν κόσμο μέσα ἀπό τά μάτια τῆς γυναίκας του καί τοῦ μεγάλου γιοῦ του, μέ μεγεθυντικό φακό καί τηλεσκόπιο. Ὅσο γιά τή συγγραφή, εἶχε παραγγείλει ἕνα τραπέζι πολύ ψηλότερο ἀπό τό συνηθισμένο, πού ἔφτανε σχεδόν μέχρι τόν λαιμό του ὥστε νά μπορεῖ νά γράφει κολλώντας τή μύτη του στό χαρτί χωρίς νά σκύβει.

Ὁ Λευκάδιος Χέρν/ Γιακούμο Κοϊζούμι δέν γνώρισε παρακμή. Στίς 26 Σεπτεμβρίου τοῦ 1904, στά 54 χρόνια του «χωρίς κανέναν πόνο καί μ' ἕνα χαμόγελο στά χείλη ἔπαψε νά εἶναι ἄνθρωπος αὐτοῦ τοῦ κόσμου». Ἀποτεφρώθηκε σύμφωνα μέ τό τελετουργικό. Ὁ τάφος του στό νεκροταφεῖο Ζοσιγκάγια τοῦ Τόκυο εἶναι πάντα φροντισμένος καί ἀποτελεῖ τόπο πνευματικοῦ προσκυνήματος. Στήν πλάκα πού ἔστησαν οἱ φοιτητές του ὑπάρχει τό ἑξῆς κείμενο:

Στόν Λευκάδιο Χέρν, τοῦ ὁποίου ἡ πένα ὑπῆρξε πιό ἰσχυρή ἀκόμα καί ἀπό τή ρομφαία τοῦ ἔνδοξου ἔθνους πού ἀγάπησε, ἔθνους πού πιό μεγάλη τιμή του ὑπῆρξε ὅτι τόν δέχτηκε στίς ἀγκάλες του ὡς πολίτη καί τοῦ πρόσφερε, ἀλίμονο, τόν τάφο.

Μιλώντας μέ τούς σημερινούς Γιαπωνέζους καταλαβαίνει κανείς αὐτό μέ τό ὁποῖο συμφωνοῦν οἱ περισσότεροι μελετητές του: ὁ Ἑλληνοϊρλανδός συγγραφέας ἦρθε πάνω στήν ὥρα πού ἄλλαζε ἡ Ἰαπωνία καί ἀποτέλεσε μοχλό ἀντίστασης διδάσκοντας στούς μαθητές του νά σέβονται τόν πολιτισμό καί τίς ρίζες τους. Τά βιβλία του κυκλοφοροῦν ἀκόμη, ἐνῶ τό 2004 πραγματοποιήθηκαν σημαντικές ἐκδηλώσεις μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπλήρωσης 100 ἐτῶν ἀπό τόν θάνατό του. Παράλληλα, ὑπάρχουν πολλοί σύλλογοι σέ διάφορες πόλεις τῆς χώρας πού ἀσχολοῦνται μέ τή μελέτη τοῦ ἔργου του. Ὑπάρχουν δέκα μουσεῖα πρός τιμήν του σέ ὅλη τήν Ἰαπωνία, ἐνῶ τό ἄγαλμά του ξεχωρίζει στήν κεντρική πλατεία τοῦ Τόκυο. Ἐπίσης ἔχουν στηθεῖ μνημεῖα σέ κάθε σημεῖο τῆς Ἰαπωνίας ἀπό ὅπου πέρασε.

Τό 2014 κυκλοφόρησαν στήν Ἑλλάδα τρία βιβλία τοῦ Λευκάδιου Χέρν στήν ὁλοκληρωμένη μορφή τους, ἀπό τό Kytherian World Heritadge Fund (Ταμεῖο Παγκόσμιας Κυθηραϊκής Κληρονομιᾶς) σέ μετάφραση τῆς Τέτης Σώλου: Κοττό, Ἰαπωνικό Μωσαϊκό καί Καϊντάν. Τήν ἔκδοση ἐνέκρινε ἡ οἰκογένεια Κοϊζούμι καί προλόγισε ὁ καθηγητής Μπόν Κοϊζούμι, δισέγγονος τοῦ Λευκάδιου Χέρν καί πρόεδρος τοῦ «The Open Mind of Lafcadio Hearn». Τά ἔργα Κοττό καί Ἰαπωνικό Μωσαϊκό παρουσιάζονταν γιά πρώτη φορά στό ἑλληνικό ἀναγνωστικό κοινό.

Δυστυχῶς ἔχουν ἐξαντληθεῖ καί δέν ἔχει γίνει γνωστό ἄν πρόκειται νά ξανατυπωθοῦν. Τμήματα τοῦ ἔργου του κυκλοφοροῦν ἀπό ἄλλους ἐκδότες.

Related stories

Το σπίτι του Δημήτρη Αμελαδιώτη είναι ένα έργο τέχνης σε εξέλιξη

WHO IS WHO: Μου αρέσει να παρουσιάζομαι ως εικαστικός,...

Οι ταινίες της εβδομάδας 25.04-01.05.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η κατρακύλα στα εισιτήρια των κινηματογράφων...

Η Μαρίτα Καρυστηναίου δημιουργεί τα φωτιστικά των ονείρων σας

φωτογραφίες: Μαρία Ευσταθιάδου Η Decolight λειτουργεί από το 2010 και...

Ψηλά στο Εσκί Ντελίκ, αναμνήσεις μιας άλλης ζωής

Ήταν μικρές κι αθώες κοπελούδες σαν ήρθανε απ’ την...