HomeΘέματαΠρος τον φοιτητή και εικαστικό της Θεσσαλονίκης

Προς τον φοιτητή και εικαστικό της Θεσσαλονίκης

γράφει ο Γρηγόρης Ριζάκης

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί αντικατοπτρισμούς κάποιου ο οποίος έζησε γύρω στα 6 χρόνια στην Θεσσαλονίκη σπουδάζοντας στο τμήμα Ε.Ε.Κ.Ε. του Α.Π.Θ., και ο οποίος έφυγε στην Ολλανδία για μεταπτυχιακές σπουδές και βλέπει πλέον από απόσταση. Ταυτόχρονα είναι και μια προσπάθεια να γεννήσει ερωτήματα σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση και την ποιότητα του περιβάλλοντος το οποίο βιώνουν οι εικαστικοί και φυσικά οι φοιτητές της σχολής αυτή τη στιγμή.

Ας τοποθετηθώ απλά για αρχή: στην Θεσσαλονίκη όσο ζούσα και σπούδαζα, δεν έμαθα κάτι ουσιαστικό. Ίσως και τίποτα απολύτως. Με το μοντέλο πχ, τότε, το οποίο στηνόταν σχεδόν ως κάτι υποχρεωτικό στα περισσότερα εργαστήρια. Το οποίο, αν δεν σε ενδιαφέρει να κάνεις ζωγραφική και ειδικότερα figurative ζωγραφική δεν έχει κάτι να σου δώσει. Σύνθεση, χρώμα, φως, αναλογίες κλπ, δεν απαρτίζουν σε καμία περίπτωση τον προσδιορισμό της τέχνης. Δεν γεννούν σύγχρονα ερωτήματα. Αντιθέτως είναι κάτι το οποίο χαρακτήριζε τις σχολές τέχνης την περίοδο του ρομαντισμού και κλασσικισμού κυρίως. Με θεωρώ τυχερό που ο δικός μου καθηγητής δεν υποχρέωνε κανέναν να ζωγραφίσει μοντέλο, παρόλο που το μοντέλο και η ανθρωπόμορφη ζωγραφική ήταν βασικό κομμάτι της δικής του δουλειάς. Είναι σε μεγάλο ποσοστό ο εξοπλισμός που λείπει από την σχολή. ‘Έτσι δεν δίνεται η δυνατότητα να υπάρξει ουσιαστική καλλιτεχνική έρευνα και παραγωγή τα οποία συνεπάγονται πειραματισμό και δημιουργία καλλιτεχνικών ερωτημάτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το τελικό προϊόν να παραμένει όχι μόνο συντηρητικό σε σχέση με το τι γίνεται εκτός Ελλάδας, αλλά και με το τι έχει γίνει ιστορικά, μια ιστορία η οποία διδάσκεται εντός της σχολής. Συνάδει με την έλλειψη κριτηρίου, ή αλλιώς την διαμόρφωση λάθος κριτηρίου. Απλά καθηγητές οι οποίοι θέλουν να βοηθήσουν τους φοιτητές (όσοι εν πάσει περιπτώσει έχουν κάτι να πούνε και γνωρίζουν το αντικείμενο) δεν αρκούν. Είναι το ακαδημαϊκό περιβάλλον στο σύνολο του, το οποίο διαμορφώνεται από όλα αυτά και οδηγεί στην σωστή λειτουργία, παιδεία και εξέλιξη. Εγώ για παράδειγμα, όταν ήμουν φοιτητής ασχολήθηκα με το κείμενο ως έργο, με αποτέλεσμα αυτομάτως να απομονωθώ από το περιβάλλον, αφού κατά κύριο λόγο τριγύρω έβλεπες ζωγραφική. Κατέληγαν δυσνόητα αυτά που έκανα, οι πρώτες μου προσπάθειες δηλαδή, και η παρουσίαση της διπλωματικής μου, η οποία προκάλεσε μια αντιπαιδαγωγική από τους διδάσκοντες επίθεση, δεν με επηρέασε και ιδιαίτερα, αφού ήταν αναμενόμενη. Αντιθέτως επιβεβαίωσε αυτά που πίστευα τότε και πιστεύω και τώρα. Ας πω πως εξακολουθώ να δουλεύω με κείμενο ως μορφή έργου, με διάφορες ποιότητες και με συνδυασμό άλλων στοιχείων. Είναι κάτι το οποίο χρησιμοποιείται από την δεκαετία του ’60 ήδη, άρα τίποτα νέο. Οπότε όλη αυτή η επίθεση και απαξίωση που βίωσα τότε δεν δικαιολογείται – δείχνει τα πρόβλημα που υπήρχαν (υπάρχουν; Δεν ξέρω πώς ακριβώς είναι η κατάσταση αυτή την στιγμή).

Πέρα από το περιβάλλον όμως της ίδιας της σχολής, αυτό που επίσης λείπει σε τεράστιο βαθμό, έχει να κάνει με την Θεσσαλονίκη την ίδια. Εμφανέστατα λείπουν οι συλλογικές καλλιτεχνικές κοινότητες. Δεν αρκούν μόνο οι αυτόνομοι και κρυμμένοι καλλιτέχνες οι οποίοι χάνονται ουσιαστικά σε μια μεγάλη πόλη. Η εξάλειψη αυτού απαιτεί καλλιτεχνικές κοινότητες, στούντιο με συσπειρωμένο τρόπο, με συνεργασίες ανεξάρτητων καλλιτεχνών και ανεξάρτητους χώρους. Αυτά καθοδηγούμενα από συλλογικότητα θα φέρουν στην επιφάνεια την καλλιτεχνική ζωή/παραγωγή στην πόλη. Μερικά μουσεία/ινστιτούτα, μερικές εκθέσεις που γίνονται κατά καιρούς, και κάποιες εμπορικές γκαλερί οι οποίες παρουσιάζουν “σκουπίδια” στο μεγαλύτερο ποσοστό, όπως έλεγε και ο καθηγητής μου, δεν είναι αρκετά. Δεν δίνονται αρκετά ερεθίσματα τα οποία συνδράμουν στην διαμόρφωση της καλλιτεχνικής ταυτότητας ενός εικαστικού και κατά συνέπεια στην διαμόρφωση ενός συνόλου που χαρακτηρίζεται από ποικιλομορφία.

Τέτοιες συλλογικές δράσεις έχουν ιστορική βάση. Την δεκαετία του ’60-’70 — για να μιλήσουμε για το μεταμοντέρνο καθώς αυτό αφορά τον σύγχρονο καλλιτέχνη — οι καλλιτέχνες συσπειρωμένα αποφάσισαν πως πρέπει να γίνουν αλλαγές στο πού οδηγείται η τέχνη καθώς οι τότε πολιτικές είχαν διαμορφώσει ένα όχι ιδιαίτερα υγιές πλαίσιο (η εννοιολογική τέχνη στην Αμερική, τις δεκαετίες αυτές πχ). Αλλά όπως και εγώ τότε δεν ήμουν σε θέση να τα καταλάβω, το ίδιο συμβαίνει και με έναν φοιτητή αυτή τη στιγμή στα 20 του. Και εγώ έπρεπε να φύγω και να επαναπροσδιορίσω αυτά που ήδη ήξερα και να τα δω αλλιώς… και ακόμη συμβαίνει, επαναπροσδιορίζεις μονίμως – είναι κομμάτι της ίδιας της ζωής – και διαπιστώνεις την ίδια σου την άγνοια μέσα από το πέρασμα του χρόνου.

Η Ελλάδα, πόσο μάλλον η Θεσσαλονίκη, είναι αποκομμένη από τον κόσμο σε μεγάλο βαθμό, χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό από τους εικαστικούς της πόλης. Δεν είναι γνωστά στους καλλιτέχνες για το πώς λειτουργούν τα πράγματα στο αντικείμενο, καθώς δεν τα βιώνουν σε καθημερινό επίπεδο. Και αυτό γιατί δεν γίνονται πράγματα στον ίδιο τον τόπο. Πώς λειτουργούν οι επιμελητές; Πώς λειτουργούν τα ινστιτούτα; Πώς δρουν οι καλλιτεχνικές κοινότητες με πιο συλλογικό τρόπο; Τι είναι η πληρωμή του εικαστικού για την συμμετοχή του σε μια έκθεση;

Ζητήματα τα οποία συζητιούνται και υφίστανται αυτή τη στιγμή σε παγκόσμιο επίπεδο, ακόμη και στην Αθήνα, στην Θεσσαλονίκη φαίνονται άγνωστα. Ας μην αναφερθώ σε χρηματοδοτήσεις κλπ. Στην Ελλάδα είναι περιορισμένες έως ανύπαρκτες. Όλα αυτά δεν ακούγονταν ούτε στην σχολή η οποία δεν προετοίμαζε, και υποθέτω ακόμη και τώρα, κανέναν για το τι γίνεται μετά το τέλος των σπουδών. Καθηγητές καλλιτεχνικών σε σχολεία καταλήγουν οι περισσότεροι δυστυχώς. Έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία από τότε που έφυγα και επισκεπτόμενος την Θεσσαλονίκη σε φίλους δεν βλέπω κάποια ουσιαστική αλλαγή/εξέλιξη. Πώς ακριβώς μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση και με ποιον τρόπο, είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Η τέχνη δυστυχώς ή ευτυχώς, όπως και τα πάντα, απαιτεί κεφάλαιο. Απαιτούνται χρήματα για να αγορασθεί εξοπλισμός και να συντηρηθεί, όπως και να ενοικιαστεί ένας ανεξάρτητος χώρος ώστε να γίνονται εκθέσεις, αν και οι low budget εκθέσεις είναι σύνηθες φαινόμενο και εκτός Ελλάδας. Το ίδιο και για τα υλικά του ίδιου του έργου και λοιπές απαιτήσεις. Αλλά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου η τέχνη βάλλεται, όχι μόνο από το εγχώριο σύστημα αλλά και από παγκόσμιες πολιτικές (διότι ακόμη και στην Ολλανδία πχ, οι περικοπές στον τομέα συνεχίζονται), θέτει γενικότερα το ερώτημα για το πού βαδίζει η τέχνη κ το πόσο καλύτερα/χειρότερα θα είναι η κατάσταση στο άμεσο μέλλον. Λόγω τέτοιων προβλημάτων οι εικαστικοί, τουλάχιστον του κύκλου που συγκαταλέγομαι εγώ, είτε ενοικιάζουν συλλογικά κτίρια στα οποία στεγάζονται στούντιο καλλιτεχνών. Σε αυτά πάντα υπάρχει χώρος που αφιερώνεται σε εκθέσεις, είτε εντός των ίδιων των σπιτιών τους δημιουργούν εκθέσεις. Και ενώ ενδεχομένως να ακούγεται τολμηρό και να ξενίζει, δεν είναι ακατόρθωτο. Έχει γίνει εξάλλου στο παρελθόν από καλλιτέχνες οι οποίοι είναι πολύ γνωστοί σήμερα.

Υπάρχουν πολλά τα οποία θα μπορούσα να αναπτύξω λεπτομερώς εδώ αλλά το άρθρο δεν προορίζεται για δοκίμιο σε ακαδημαϊκή έκδοση. Είναι όμως κρίμα η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην Ελλάδα (με την οποία έχω ακόμη συναισθηματικό δέσιμο), να υστερεί τόσο πολύ σε σχέση με την Αθήνα, εντός των ορίων της Ελλάδας. Που έτσι και αλλιώς η Αθήνα δεν είναι καμία μητρόπολη τύπου Λονδίνο, Βερολίνο, Βρυξέλλες κλπ. Μπορεί και η όμορφη Θεσσαλονίκη να το κάνει.

Εδώ κάποια λιγκ ανεξάρτητων χώρων στην Ολλανδία, χωρίς φυσικά να είναι τα μοναδικά,

https://thebalconythehague.com/Info

https://www.billytown.org/

http://www.seelab.nl/

https://manifoldbooks.nl/

Related stories

Βραβεία Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου “Ίρις” 2024 – Οι Υποψηφιότητες

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Ανακοινώθηκαν χθες, οι υποψηφιότητες για τα...

Οι αρχιτέκτονες της πόλης στον Εξώστη | Νάσια Σπυριδάκη

Κάθε βδομάδα φιλοξενούμε στον Εξώστη αρχιτέκτονες της πόλης και...

Αστικοί Θρύλοι | Ο Μεσσίας Σαμπατάι Σεβί

γράφει η Μαρία Ράπτη Λένε πως έρχεται ο Μεσσίας, πως...

Το σπίτι του Δημήτρη Αμελαδιώτη είναι ένα έργο τέχνης σε εξέλιξη

WHO IS WHO: Μου αρέσει να παρουσιάζομαι ως εικαστικός,...

Οι ταινίες της εβδομάδας 25.04-01.05.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η κατρακύλα στα εισιτήρια των κινηματογράφων...