HomeInterviewsΟ Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν |...

Ο Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν | Άννα Δαμιανίδη

 

Κάθε εβδομάδα ένας/μία συγγραφέας απαντά σε 15 ερωτήσεις.

  1. Γιατί γράφετε;

Γράφω επειδή είναι κάτι που έμαθα καλά σε μικρή ηλικία και μου επέτρεψε να ζω αξιοπρεπώς ήδη από το σχολείο, όπου δυστυχώς δεν ήμουν καλή σε αθλήματα και σε άλλες δημοφιλείς δραστηριότητες. Ας πούμε λοιπόν ότι το γράψιμο υπήρξε το όχημά μου για να διαπλεύσω την κοινωνία, η οποία πάντα μου φαινόταν δύσκολη και κλειστή.

 

  1. Τι κάνετε όταν δεν γράφετε;

Πολλά πράγματα κάνω, ταχτοποιώ το πάντα ακατάστατο σπίτι μου, ψωνίζω και μαγειρεύω, βλέπω τις φίλες μου, περπατάω, πηγαίνω σε δύο χορωδίες και τραγουδώ σοπράνο, κάνω εθελοντικά μαθήματα σε μετανάστες, διαβάζω και τελευταία ασχολούμαι όσο μπορώ με το εγγονάκι μου που είναι έξι μηνών και ζει στο Λονδίνο.

 

  1. Είστε πρωτίστως αναγνώστης/τρια ή συγγραφέας;

Αναγνώστρια πρωτίστως, κι αν μπορούσα δεν θα έκανα τίποτε άλλο στη ζωή μου από το να διαβάζω! Αλλά δεν γίνεται, δεν έχει επινοηθεί ακόμη αυτό το επάγγελμα.

 

  1. Τι διαβάζετε αυτό το διάστημα;

Διαβάζω ένα βιβλίο που αγόρασα στο αεροδρόμιο Γκάτγουικ επιστρέφοντας από το Λονδίνο. Λέγεται  «A short history of the world in 50 lies» της Νatasha Tidd. Πενήντα διαλεγμένα ψέματα από τα πολλά, γιατί διαβάζοντας το συνειδητοποιείς ότι με φήμες και ψέματα προχωρά η Ιστορία και κατακτιέται η εξουσία. Είναι αρχαία υπόθεση τα fake news. Μου αρέσει πολύ να διαβάζω Ιστορία, ειδικά καλογραμμένα βιβλία, όπως ας πούμε του Μαζάουερ.

 

  1. Με ποιες προσωπικότητες της λογοτεχνίας θα βγαίνατε για ποτό;

Εγώ με όλους θα έβγαινα, εκείνοι θα ήθελαν να βγουν μαζί μου;

Έχω καταλάβει πάντως ότι οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες γενικά μπορεί να μην είναι καλή παρέα. Έχουμε τα έργα τους, ας μην είμαστε πλεονέκτες. Συχνά τους απορροφά η δουλειά τους υπερβολικά, δεν είναι γοητευτικοί όπως φανταζόμαστε εμείς οι αναγνώστες. Ας πούμε λοιπόν ότι θα έβγαινα για ποτό με ανθρώπους που θα ήξερα από πριν ότι δεν είναι αυστηροί και απόμακροι, ότι δεν βαριούνται να μιλούν, ότι είναι θερμοί με τους άλλους.

 

  1. Ισχύει ακόμη ο «θάνατος του συγγραφέα» στην εποχή των social media;

Δεν πιστεύω ότι συνέβη ποτέ αυτό. Στα πρώτα χρόνια του διαδικτύου μπορεί να φοβήθηκαν κάποιοι ότι το βιβλίο θα πεθάνει και οι συγγραφείς θα εξαφανιστούν αφού όλοι θα γράφουν, αλλά αυτό δεν έγινε και δεν θα γίνει. Οι συγγραφείς χρειάζονται παντού, στο σινεμά, στην τηλεόραση, στο θέατρο, κι όπως βλέπετε ακόμα πουλιούνται βιβλία, και μάλιστα σε χαρτί. Δυστυχώς για τα δέντρα.

 

  1. Γίνεται να βιοπορίζεσαι στην Ελλάδα μόνο από τη συγγραφή;

Γράφοντας μόνο βιβλία είναι δύσκολο, λίγοι το έχουν καταφέρει. Στη δική μου γενιά ήταν αδιανόητο να πεις κάτι τέτοιο, οι συγγραφείς ζούσαν γράφοντας σε εφημερίδες ή για το θέατρο, μεταφράζοντας, κάνοντας επιμέλειες. Κι εγώ αυτό σκέφτηκα, μπήκα στη δημοσιογραφία λαχταρώντας κιόλας να ψηλαφίσω την πραγματικότητα, πράγμα που ήταν λίγο ουτοπικό, αφού και η δημοσιογραφία τρέφεται από τον ίδιο τον εαυτό της, από τον λόγο που παράγει. Πάντως, χάρη στο ισχυρό σωματείο που υπήρξε κάποτε η ΕΣΗΕΑ και την υπεράσπιση που παρείχε στους νέους όταν εγώ ξεκινούσα, μπορώ να πω ότι έζησα πολύ καλά από τη συγγραφή. Μόνο που δεν έγραφα βιβλία.

 

  1. Διδάσκεται η γραφή;

Βέβαια διδάσκεται, στα σχολεία δεν μαθαίνεις τίποτε άλλο τόσο εντατικά. Ούτε ζωγραφική, ας πούμε, ούτε μουσική, καθόλου σχεδόν, ούτε χορό, ελάχιστα. Μόνο γραφή μαθαίνεις, συστηματικά, από τα έξι σου ως τα δεκαοχτώ. Είναι μεγάλη αδικία για τις άλλες τέχνες. Υπάρχει τόση προσήλωση στη διδασκαλία της γραφής που μπουχτίζουν ακόμα και οι λάτρεις της ανάγνωσης, κι είναι κρίμα να μένουν παράλληλα  άμουσοι και  άσχετοι με χορό και εικαστικές τέχνες. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι καταφέρνει το σχολείο να μισήσουν τα παιδιά τα βιβλία, χωρίς όμως να αγαπήσουν παράλληλα το πεντάγραμμο ή το καβαλέτο. Στα εργαστήρια δημιουργικής γραφής ίσως ξαναβρίσκουν την αγάπη και την εξοικείωση με τα κείμενα. Κι όπως ξέρετε, εκεί δεν διδάσκεσαι, στην ουσία εξερευνάς τις δυνάμεις σου, μαθαίνεις να σέβεσαι τη δουλειά σου, βρίσκεις μια κοινότητα.

 

  1. Ποιο θα ήταν το δικό σας «γράμμα σ’ έναν νέο ποιητή»;

Πάνε χρόνια που διάβασα το βιβλίο του Ρίλκε, θυμάμαι ότι με είχε γοητεύσει, αλλά τίποτε άλλο. Είμαι σίγουρη ότι δεν μπορώ να γράψω κάτι τόσο γοητευτικό και δυνατό (κι ας μην το θυμάμαι!), αλλά θα έλεγα σε κάθε νέο καλλιτέχνη να μην ακούει όσους τον αποθαρρύνουν, να ψάξει να βρει δουλειές που μπορεί να αξιοποιήσει την ποίησή του, σίγουρα υπάρχουν, να κυνηγήσει υποτροφίες και διαμονές, να μάθει γαλλικά, να διαβάζει πολλά ποιήματα, ελληνικά και ξένα. Κι αν μπορεί να ταξιδέψει, να πηγαίνει βόλτες στο δάσος, να μιλάει με γέρους και να ακούει ντοπιολαλιές. Επίσης, να κολυμπάει πολύ. Οι ποιητές ξέρουν να κολυμπούν καλά, ο Μπάιρον ας πούμε ή ο Καρυωτάκης. Είναι πολύ ποιητικό το κολύμπι.

 

  1. Η λογοτεχνία είναι ενιαία ή επιδέχεται διακρίσεων;

Ενιαία είναι η χαρά που μπορεί να σου δώσει, ας το πούμε έτσι. Την ίδια συγκίνηση κι απόλαυση είχα διαβάζοντας την Πολυάννα στην εφηβεία μου, με το «Εγώ το ρομπότ» του Ασίμοφ, που θεωρούνται πολύ διαφορετικά είδη. Αλλά οι διακρίσεις χρειάζονται για λόγους πρακτικούς, πώς θα τα βάλεις σε ράφια κ.λπ., και τι θα εκδώσεις.

 

  1. Υπάρχουν must read βιβλία; Ποια είναι για εσάς;

Νοσταλγώ ενίοτε την παιδική μου μανία, που διατηρήθηκε μέχρι που γέρασα, να μην αφήνω αδιάβαστα βιβλία που θεωρούνταν σπουδαία, που άκουγα ότι είναι σημαντικά. Τα ξετρύπωνα και τα διάβαζα πριν νιώσω αυτό το must, το οποίο λίγο μου τη δίνει. Κάποια χρονιά στο σχολείο μάς έδωσαν δέκα τίτλους βιβλίων να διαβάσουμε στις διακοπές, πρωτοβουλία της φιλολόγου, κι είχα διαβάσει μόνο τα εννιά, πήγα να σκάσω. Το δέκατο ήταν η «Δίκη» του Κάφκα. Εννοείται ότι διάβασα όχι μόνο τη «Δίκη» αλλά ό,τι υπήρχε και κυκλοφορούσε από Κάφκα. Μα πώς μου είχε ξεφύγει…

Τώρα όμως έχω αλλάξει. Αν κάτι που διαβάζω δεν μου αρέσει, το παρατάω κι ας είναι όσο must θέλει. Οπότε δύσκολα μπορώ να φτιάξω τέτοια λίστα, να πω στους άλλους τι πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσουν. Μια απλή συμβουλή θα ήταν να διαβάζουν ό,τι θεωρείται σπουδαίο, από τους κλασικούς ως σήμερα. Δεν θα χάσουν, σίγουρα.

 

  1. Πώς είναι να γράφεις στον καιρό της πολιτικής ορθότητας;

Έχω γράψει άπειρα κείμενα φροντίζοντας πάντα μα πάντα να είναι πολιτικά ορθά, πολύ πριν γίνει λόγος για πολιτική ορθότητα. Είχαμε στις παλιές εφημερίδες και στο κρατικό ραδιόφωνο τη συναίσθηση ότι μας ακούνε οι πάντες, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση, για κάποιους από μας τουλάχιστον, να χρησιμοποιήσουμε λέξεις που θα πρόσβαλλαν κάποιες κοινότητες, κάποιους ανθρώπους με αρρώστιες, με ιδιαιτερότητες, με οτιδήποτε. Έπρεπε να προσέχουμε και τις λέξεις και τα βιαστικά συμπεράσματα, το να παίρνουμε θέση, ενώ δεν ήταν ο ρόλος μας κ.λπ. κ.λπ. Και νομίζω ότι αυτό ήταν σωστή στάση, και το να έχουμε πάντα αγωνία μήπως μας ξεφύγει κάτι. Στις σοβαρές εφημερίδες, που ήταν τότε περισσότερες, ξέραμε ότι αυτό μας ξεχωρίζει από τον λεγόμενο τότε κίτρινο τύπο, που πόνταρε ακριβώς στις ας τις πούμε απροσεξίες του.

Η λογοτεχνία βέβαια δεν είναι το ίδιο. Όταν γράφεις διαλόγους, δεν έχει νόημα να είσαι έτσι προσεκτικός αν θέλεις να δώσεις αληθοφάνεια π.χ. σε επιθετικούς χαρακτήρες. Κι ομολογώ ότι καμιά φορά με δυσκολεύει να γράψω έτσι, έχοντας συνηθίσει τόσα χρόνια την πολιτική ορθότητα, αυτήν που εγώ επέβαλα στον εαυτό μου, γιατί γράφοντας στις εφημερίδες και μιλώντας στο ραδιόφωνο δημιουργείς λόγο πολιτικό.

 

  1. Γιατί οι Έλληνες γράφουν περισσότερο απ’ ό,τι διαβάζουν;

Έχει διαπιστωθεί αυτό με έρευνες; Δεν είμαι σίγουρη. Αν πάντως συμβαίνει, προφανώς φταίει ότι δεν διδάσκονται κάτι άλλο στα σχολεία. Μόνο γράψιμο, οπότε όταν θέλουν να εκφραστούν, γράφουν. Χορεύουν, τραγουδούν, παίζουν μουσική, παίζουν θέατρο, γυρίζουν ταινίες, ζωγραφίζουν, όλα αυτά λιγότερο. Αν είχαμε κι άλλα καλλιτεχνικά μαθήματα στα σχολεία, θα λυνόταν το πρόβλημα.

Δεν διαβάζουν πολύ, αυτό είναι αλήθεια. Κάτι γίνεται στο σχολείο, πάλι εκεί. Φταίει η έλλειψη χορού. Ας έμπαινε πειραματικά ο χορός στα σχολεία, τρεις ώρες τη βδομάδα αντί για αρχαία ελληνικά. Τρεις ώρες από τις έξι ή τις εννιά ή τις δώδεκα που κάνουν αρχαία. Ούτε ξέρω πόσες ώρες. Είμαι σίγουρη ότι θα άρχιζαν όλοι, όχι μόνο να χορεύουν, αλλά και να διαβάζουν περισσότερο.

 

  1. Πώς σας επηρεάζει η πολιτική επικαιρότητα;

Η πολιτική επικαιρότητα ήταν η δουλειά μου για πάρα πολλά χρόνια και διαμόρφωνε τη σκέψη μου. Αποφάσισα πριν από ενάμιση χρόνο να αφήσω πια το γράψιμο στις εφημερίδες, το τακτικό, το υποχρεωτικό, και παρατηρώ με έκπληξή μου πόσο πολλά έχω ξεχάσει από τα γεγονότα που με συγκλόνιζαν. Πρέπει τώρα να κάνω αναζήτηση για να θυμηθώ διάφορα πράγματα που με έφεραν ακόμα και σε σύγκρουση με φίλους. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που ζω στην Ελλάδα η οποία ευτυχώς δεν έφυγε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει δημοκρατία, ένα σχετικά ομαλό πολιτικό σύστημα, με όλες τις παθογένειές του βέβαια, τις οποίες τις αναλύσαμε επί δεκαετίες, και μπορώ να ξεχάσω να ασχοληθώ με την πολιτική επικαιρότητα για έναν μήνα, επειδή το εγγονάκι μου κλαίει και πρέπει να ξενυχτάω με τους γονείς του. Ιδανικά, στην εξελιγμένη κοινωνία που ίσως ζήσει το περί ου ο λόγος εγγονάκι, θα μπορεί να ξεχνάει για όσο θέλει την πολιτική επικαιρότητα, γιατί δεν θα είναι δουλειά του να ασχολείται με δαύτη. Εκτός αν γίνει πολιτικός ο ίδιος.

 

  1. Η λογοτεχνία, τελικά, σας έχει αλλάξει τη ζωή;

Και βέβαια μου την άλλαξε, από τα έξι που άρχισα να διαβάζω μόνη μου. Κλεισμένη στο σπίτι μπορούσα να το σκάω νοερά, ήταν μεγάλη παρηγοριά και διαφυγή, πάντα. Κι όταν από την απόλαυση αυτή ωφελήθηκα σε γνώσεις με τρόπο που τέλειωσα το σχολείο χωρίς κόπο, δεν πίστευα σ’ αυτό που μου συμβαίνει. Είναι σπουδαία βοήθεια στη ζωή η λογοτεχνία, και κρίμα που δεν το καταλαβαίνουν όλοι, ειδικά τα παιδιά που είναι παγιδευμένα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Μετανιώνω που δεν πρόλαβα να διαβάσω στα παιδιά μου περισσότερο πριν πάνε σχολείο, εκεί κάτι παθαίνουν με το διάβασμα, δυστυχώς. Καταλαβαίνετε λοιπόν τι έχει να γίνει με το εγγόνι μου… Πρέπει να έχουμε τελειώσει Ιλιάδα, Οδύσσεια και αρχαίες τραγωδίες πριν πάει στον παιδικό σταθμό…

Γεννήθηκε στην Αθήνα, στο Παγκράτι και μετακόμισε στην Κυψέλη τεσσάρων χρονών, αυτή ήταν και η μεγαλύτερη μετανάστευση που κατάφερε ποτέ. O πατέρας της ήταν Mικρασιάτης, η μητέρα της Θεσσαλή που μεγάλωσε στο Αγρίνιο και η ίδια πάντα νόμιζε ότι δεν είναι Αθηναία. Τουλάχιστον μπόρεσε να περάσει τέσσερα χρόνια στη Θεσσαλονίκη για τη Νομική σχολή, όπου έβγαλε εκατοντάδες φωτογραφίες παλιών σπιτιών. Τη χρονιά των πτυχιακών εξετάσεων έπαιζε στο Θεατρικό Εργαστήρι Θεσσαλονίκης κι έτσι της έμεινε αξέχαστη. Σχεδίαζε να εργαστεί σε εφημερίδες και το κατάφερε επί σειρά ετών: στην Αυγή και στα Νέα. Ενδιαμέσως πήγε για δυο χρόνια στο Παρίσι, τον ένα με υποτροφία, για περαιτέρω δημοσιογραφικές σπουδές. Έκανε ρεπορτάζ δικαστικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό, και ελεύθερο. Επίσης σύνταξη ύλης, μεταφράσεις και τελικά, κυρίως, χρονογράφημα. Συνεργάστηκε με μερικά περιοδικά και έκανε κάποιες μεταφράσεις από τα γαλλικά. Για πολλά χρόνια δούλεψε στο κρατικό ραδιόφωνο. Εξέδωσε μερικά μικρά βιβλιαράκια που δεν κατάφεραν να γίνουν μπεστ σέλερ. Απέκτησε τρία παιδιά με τα οποία πέρασε θαυμάσια καθώς μεγάλωναν και ελπίζει πάρα πολύ να αποκτήσει τουλάχιστον ένα εγγόνι στα γεράματά της. Περιμένοντας αποχαιρέτησε τις εφημερίδες και γράφει στο Ίντερνετ.

Related stories

Revisiting: La La Land (2016) του Damien Chazelle

Γράφει η Φανή Εμμανουήλ Κάθε φορά που ξαναβλέπω μια ταινία...

Το Φεστιβάλ Δάσους συνεχίζεται δυναμικά και τον Σεπτέμβριο

Το Φεστιβάλ Δάσους, το μεγάλο πολιτιστικό γεγονός της Θεσσαλονίκης, συνεχίζει για δέκατη...

Κινηματογράφος και αθλητισμός: 6 ταινίες για το Μπάσκετ

  Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Ο Γιάννης Αντετοκούμπο είναι (μαζί με...

Το ‘ελληνικό Woodstock’ και ένα πάρτυ στη Βουλιαγμένη

Το πρωτοποριακό πάρτι του Λουκιανού Κηλαηδόνη στη Βουλιαγμένη, γνωστό...

3 Νέες ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες και η κορυφαία συνάντηση του Deadpool με τον Woolverin

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Με τις θερμοκρασίες να συνεχίζουν να...