HomeMind the artΚριτική Βιβλίου | Bernardine Evaristo, «Ξανθές...

Κριτική Βιβλίου | Bernardine Evaristo, «Ξανθές Ρίζες»

γράφει η Φανή Χατζή

Εκδόσεις Gutenberg, 2023, Μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς

Μετά το αριστουργηματικό «Κορίτσι, Γυναίκα, Άλλο» (2019), που της χάρισε το βραβείο Booker, και το αυτοβιογραφικό «Μανιφέστο» (2022) της, η Bernardine Evaristo προέβη σε ένα απαραίτητο συγγραφικό διάλειμμα εν όψει της περιοδείας για την προώθηση του έργου της. Οι εκδόσεις Gutenberg, προκειμένου να ικανοποιήσουν την ακόρεστη επιθυμία του ελληνικού της κοινού, ελλείψει κάποιου νέου πονήματος της συγγραφέως, εξέδωσαν τις παλαιότερες «Ξανθές Ρίζες» (2008) της, στις οποίες η αγαπημένη μαύρη Βρετανίδα συγγραφέας επιχειρεί μια σατιρική ιστορική αντιστροφή.

Η αντιστροφή στις Ξανθές Ρίζες φαίνεται, αρχικά, να είναι μια αντιστροφή των υποκειμένων του υπερατλαντικού τριγωνικού εμπορίου. Μέσα από το βίωμα και την αφήγηση της λευκής Αγγλίδας Ντόρις που πέφτει θύμα απαγωγής, βασανισμού και καταναγκαστικής εργασίας, γίνεται σαφές ότι οι «λεφκοί»* είναι τα αντικείμενα του εμπορίου και οι «μάβροι» είναι οι πλούσιοι γαιοκτήμονες και ιδιοκτήτες. Επιτρέποντας στη δημιουργική και λεξιπλαστική της ευφυΐα να οργιάσει, η Evaristo αλλάζει θέση στις ηπείρους, τις μετονομάζει σε «Ευρώπα» και «Αφφρική» και πειραματίζεται με αντιστροφές τοπωνυμίων, γεωγραφικών θέσεων και γεγονότων τόσο σε γλωσσικό όσο και ιστορικό επίπεδο. Στη νέα αυτή πραγματικότητα, το υποτιθέμενο πολιτισμικό κεφάλαιο της Δύσης και η λευκή υπεροχή έχουν δώσει τη θέση τους στη μαύρη πολιτισμική επικράτηση. Τα πρότυπα ομορφιάς, η ενδυμασία, η διασκέδαση, το φαγητό και η μουσική καθορίζονται πλέον από τη μαύρη φυλή, που θεωρείται ανώτερη.

Η αντιστροφή της λευκής υπεροχής είναι αυτή που εν τέλει παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Οι εικόνες, εξάλλου, της δουλείας, τόσο μέσω της Λογοτεχνίας αλλά και ευρέως μέσω του Κινηματογράφου είναι εντυπωμένες στο συλλογικό συνειδητό, επομένως η Evaristo δεν εμμένει σε μία ακόμα καταγραφή του βιώματος αυτού, αλλά εκθέτει τη διαχρονική καταπίεση των μαύρων υποκειμένων στις λευκοκρατούμενες δυτικές κοινωνίες. Τηρουμένων των αναλογιών και με όχημα πάντα το ανεξάντλητο και πηγαίο χιούμορ της, η συγγραφέας στηλιτεύει στην ουσία την λευκή υπεροχή σε όλη της τη διαχρονία και σε όλες τις μορφές της, από το φετιχισμό και την γκετοποίηση των μειονοτήτων, μέχρι την πολιτιστική οικειοποίηση και το black face, από την αστυνομική βία και την προκατάληψη των αρχών, μέχρι τον αποκλεισμό από την εκπαίδευση ή τα διπλά στάνταρτς. Αντιστρέφει ακόμα και την τακτική του passing, που επέβαλε για χρόνια έναν εσωτερικευμένο ρατσισμό ο οποίος ωθούσε τα μαύρα άτομα να «περνάνε» για λευκά, αν είχαν πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα. Μέσω της Ντόρις και της προσπάθειας επιβίωσής της ως μειοψηφίας αποδίδεται γλαφυρά ένα συναίσθημα πολύ οικείο για τα μαύρα σύγχρονα υποκείμενα στη Μεγάλη Βρετανία∙ αυτό της διαρκούς επαγρύπνησης.

Η κατάδειξη του παραλόγου των διακρίσεων βάσει ενός τυχαίου γονιδιακού χαρακτηριστικού, του χρώματος, είναι εμφανής και στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, στο οποίο αλλάζει ο αφηγητής. Ο Μπουάνα, ή αλλιώς Αρχηγός Κάγκα Κονάτα Κατάμπα ο Πρώτος (τα αρχικά του σχηματίζουν, διόλου τυχαία, Κ.Κ.Κ), ιδιοκτήτης της Ντόρις και εκδότης της φυλλάδας «Η Φλόγα», επιχειρεί να εξηγήσει την υπεροχή της μάβρης φυλής έναντι της λεφκής, βασιζόμενος σε επιστημονικοφανείς έρευνες περί εγκεφάλου και ανατομίας και σε μια δήθεν θεϊκή νομιμοποίηση των εγκλημάτων της φυλής του. Το λογύδριό του παραπέμπει ευθέως σε υπαρκτά ιστορικά κείμενα λευκών αποικιοκρατών που πρέσβευαν τον λεγόμενο «επιστημονικό» ρατσισμό, που επρόκειτο φυσικά για ψευδοεπιστημονικό. Η Evaristo στο ήδη μισητό πρόσωπο του Μπουάνα εμφυσά όλη τη ρατσιστική ρητορική και οριενταλιστική προσέγγιση των αποικιστικών δυνάμεων, στηλιτεύοντας ιδίως τη Μεγάλη Βρετανία του 20ου αιώνα.

Σύμφωνα με τον Μπουάνα, που διακατέχεται από το σύνδρομο του «μαύρου» σωτήρα, ο εποικισμός της Ευρώπας θα επιφέρει ασφάλεια, ειρήνη, εκπολιτισμό και θα δημιουργήσει προσφοράς εργασίας στους ακαλλιέργητους και πρωτόγονους φτωχούς Ευρωπανούς. Τα λεγόμενα του Μπουάνα παραπέμπουν ταυτόχρονα στην εκμετάλλευση του αναλώσιμου εργατικού δυναμικού στις σύγχρονες βιομηχανίες, τη λεγόμενη «σύγχρονη δουλεία», αλλά και σε ρατσιστικά παραληρήματα υπαρκτών προσώπων της Αγγλικής πολιτικής σκηνής όπως ο Enoch Powell. Εκπεφρασμένα από τον Μπουάνα και γραμμένα σε μια φυλλάδα, που ίσως λειτουργεί επικριτικά ως προς τον ρόλο και την ευθύνη του Τύπου (βλ. τη ρητορική μίσους που διέδωσε ο Βρετανικός Τύπος στο Brexit), αυτά τα γραπτά αποκτούν μια τραγική ιστορική ειρωνεία, οριακά προφητική, αν αναλογιστούμε ότι η Evaristo τα εμπνεύστηκε μόλις το 2008.

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος, επιστρέφοντας την αφηγηματική σκυτάλη στη Ντόρις, η Evaristo εστιάζει στο ζήτημα της αντίστασης, κινούμενη σε γνώριμα μονοπάτια. Πλάθει δυναμικές ανεξάρτητες γυναικείες φιγούρες που συσπειρώνονται σε κοινότητες και φωτίζει την γυναικεία φιλία και αλληλοϋποστήριξη. Αναδεικνύει την ανάγκη για αντοχή και υπομονή (resilience), αλλά και αντίσταση μέσω της αλληλεγγύης. Εφευρίσκει μορφές διευρυμένης μητρότητας και τονίζει το ρόλο της μουσικής και της εκπαίδευσης στην αγωνιστική διαπαιδαγώγηση . Ο λυρισμός και η έντονη εικονοπλαστική ικανότητα που τόσο αγαπήθηκε στο «Κορίτσι Γυναίκα Άλλο» είναι εμφανείς. Το ίδιο ισχύει και για τη συχνή εγκιβωτισμένη αφήγηση, την ανάπτυξη της ιστορίας μέσα στην ιστορία. Στο λογοτεχνικό σύμπαν της Evaristo, κανένας ήρωας ή ηρωίδα δε συστήνεται χωρίς να λάβει τον απαραίτητο χώρο που του επιτρέπει να αναπτυχθεί.

Οι Ξανθές Ρίζες λαμβάνουν, λοιπόν, μια εξέχουσα θέση και στην λογοτεχνία της Εναλλακτικής Ιστορίας και στη μαύρη λογοτεχνία του τραύματος. Με μαεστρική διαχείριση του χιούμορ της, ισορροπώντας τέλεια ανάμεσα στην αντίστιξη της σάτιρας και του δράματος και διαπλέκοντας ιστορικές εποχές και χρονικά πλαίσια, η σπουδαία Αγγλίδα συγγραφέας και ακτιβίστρια κεντά αυτό το ευφυές έργο, που αποδομεί το λευκό προνόμιο και τις φυλετικές προκαταλήψεις με έναν παράδοξο και ανανεωτικό για το είδος τρόπο. Διαταράσσοντας τόσο έντονα την προκατασκευασμένη κατηγοριοποίηση που έχουμε στο μυαλό μας, η Evaristo αποδεικνύει αυτό που και η ίδια πρεσβεύει: το χρώμα συνιστά απλά μια τυχαία κατανομή, ενώ η κατάχρηση της εξουσίας και των προνομίων είναι συνειδητή επιλογή.

*Η συγγραφέας, με παιγνιώδη διάθεση, παραλλάσσει πολλές ονομασίες και χαρακτηρισμούς όπως πχ τα “whyte Europanes” και “blak Aphrikans”. Όλα έχουν αποδοθεί δημιουργικά από τον εξαιρετικό μεταφραστή Αλέξη Καλοφωλιά.

Related stories

Υπερδιπλάσια η έκταση που θα απαλλοτριωθεί στο Σέιχ Σου για το Flyover

Τροποποιητική μελέτη από το ΥΠΕΝ Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας...

Είναι οι “Στενές επαφές με τον Διάβολο” το θρίλερ της χρονιάς;

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η ταινία “Στενές επαφές με τον...

Θεσσαλονίκη: Πρωινή επίσκεψη από δελφίνια στον Θερμαϊκό

Μια ευχάριστη έκπληξη περίμενε όλους όσοι βρέθηκαν το πρωί...