HomeMind the artΚριτική Βιβλίου | Μαρία Μάζη «ΚΛΩΤΣΙΕΣ ΜΕ...

Κριτική Βιβλίου | Μαρία Μάζη «ΚΛΩΤΣΙΕΣ ΜΕ ΔΩΔΕΚΑΠΟΝΤΑ, Η ανάδυση ενός συλλογικού Εμείς μετά τη δολοφονία του Ζακ/της Ζάκι»

Κριτική Βιβλίου | Μαρία Μάζη «ΚΛΩΤΣΙΕΣ ΜΕ ΔΩΔΕΚΑΠΟΝΤΑ, Η ανάδυση ενός συλλογικού Εμείς μετά τη δολοφονία του Ζακ/της Ζάκι» από τις Εκδόσεις Ψηφίδες, Θεσσαλονίκη 2023

γράφει η Φανή Χατζή

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου την 21η Σεπτεμβρίου 2018 ήταν ένα γεγονός με πολιτικές συνδηλώσεις που πυροδότησε εντός και εκτός ακαδημαϊκού χώρου συζητήσεις για το κουήρ σώμα και την επισφάλεια, την αστυνομική βία, την ανθρωποφαγία των μίντια και την αδράνεια των πολιτών. Η προσφάτως εκδοθείσα έρευνα της Μαρίας Μάζη «Κλωτσιές με δωδεκάποντα»,συμπληρωμένη έκδοση της διπλωματικής εργασίας της συγγραφέως συμβάλλει σε αυτόν τον διάλογο δίνοντας έμφαση στον απόηχο της δολοφονίας και ιδιαίτερα στις αντιστάσεις που προβλήθηκαν από μέλη κυρίως της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.

Όπως υποδεικνύει και ο υπότιτλος του έργου «Η ανάδυση ενός συλλογικού Εμείς μετά τη δολοφονία του Ζακ/της Ζάκι», η έρευνα της Μάζη παρακολουθεί κριτικά τη γέννηση ενός  πολύπλευρου “Εμείς” απαρτισμένου από συλλογικότητες και άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ και μη που συσπειρώθηκαν στη βάση της αντίστασης και της ενάσκησης ενός δημοσίου πένθους αντίθετου στο εθνικό και έμφυλο φαντασιακό. Η Μάζη διευκρινίζει το είδος της κοινωνιολογικής έρευνας που ακολούθησε, αυτό της συμμετοχικής παρατήρησης. Κατά τη συγγραφή της εργασίας συμμετείχε στο κουήρ εγχείρημα Fasterthan Light και διενήργησε συνεντεύξεις με άτομα που γνώριζαν προσωπικά τη Ζάκι, γεγονός που της επέτρεψε να δει εν τη γενέσει της τη συσπείρωση ενός μικρότερου Εμείς που με τη σειρά του συμμετείχε στο ευρύτερο Εμείς που πένθησε τον Ζακ και κράτησε τη μνήμη του ζωντανή.

Παρόλο που σαν έρευνα θέτει διαυγώς την υπόθεση, τον ερευνητικό της σκοπό και τα ερωτήματα, αναλύει τη διαδικασία συνεντεύξεων και ακολουθεί δομημένη μεθοδολογία, η οποία βρίθει βιβλιογραφικών αναφορών και αναλύσεων, είναι ταυτόχρονα και μια έρευνα που δε θυμίζει σε τίποτα τις συνήθεις διπλωματικές εργασίες. Η Μάζη εμπλέκεται όχι μόνο ερευνητικά αλλά και συναισθηματικά / προσωπικά στη μελέτη της («Θυμάμαι να μου φωνάζουν “Ήταν ο Ζακ!’ Παγώσαμε”» και αργότερα «Κάθε φορά που κατεβαίνω σε πορεία για τον Ζακ είναι λες και δε σκέφτομαι τίποτα. Δεν υπάρχουν καν λέξεις μέσα στο μυαλό μου»). Το αισιόδοξο αυτό διάβημα της Μάζη αφήνει να υπεισέλθει μια ρανίδα συναισθήματος στον συνήθως σκεβρωμένο ακαδημαϊκό λόγο. Ακόμα κι αν σε κάποια ερευνητικά πεδία ο λόγος αυτός είναι απαραίτητος, είναι δυνατόν να μιλήσεις για το πένθος και την ευαλωτότητα χωρίς να εκθέσεις ως ένα βαθμό και τη δική σου;

Η απάντηση της Μάζη στο παραπάνω ερώτημα είναι ξεκάθαρη. Μάλιστα, επιφυλάσσεται και η ίδια για τις στιγμές που ο λόγος της εκφεύγει του αυστηρά ερευνητικού. Όπως παραδέχεται, οι ρόλοι της ως μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και του κύκλου του Ζακ και  ως ερευνήτριας εναλλάσσονται και εναγκαλίζονται. Η Μαρία βιώνει την απώλεια και συμμετέχει στο συλλογικό πένθος, η Μάζη καταγράφει το βίωμα σε συνάρτηση με το βίωμα άλλων στη συγκεκριμένη χωροχρονική στιγμή. Ο προβληματισμός της ερευνήτριας για ζητήματα ηθικά, θεσιακότητας ή πολιτικά (π.χ. της σύγκρουσης των θεσμικών δομών όπως η Στέγη Ιδρύματος Ωνάση και το επίσημο θεσμικό Pride με την έννοια και τις δράσεις του κουήρ) προσδίδει έναν αναστοχαστικό χαρακτήρα, όμως τα αφηγηματικά μέρη ή αυτά στα οποία η Μάζη αναμετράται «αφιλτράριστα» με το δικό της πένθος και οργή είναι τα πιο έντονα. Είναι αυτά που εμφανίζουν λογοτεχνικότητα, θυμίζοντας το είδος του auto-theory που ελάχιστα συναντάμε στην ελληνική βιβλιογραφία.

Τα θεωρητικά εργαλεία της Μάζη προέρχονται από την κουήρ θεωρία του πένθους και η ανάλυση της βασίζεται σε κάποιους θεωρητικούς πυλώνες: τη θεωρία των αποκειμένων της Μπάτλερ και τη θεωρία του χώρου και της κοινότητας, ενώ η προσέγγιση της είναι διαθεματική. Αυτές οι οπτικές συνυπάρχουν και ρυθμίζουν τον φακό μέσα από τον οποίο παρατηρεί η Μάζη, η οποία δίνει εύληπταπαραδείγματα για να γίνει απτή η θεωρία. Οι επεξηγηματικές της υποσημειώσεις καθιστούν το κείμενο προσβάσιμο, ακόμα και σε άτομα που δεν έχουν την ίδια εξοικείωση με το θέμα σε σχέση με τη γράφουσα. Εξηγούνται όροι ταυτοτήτων(nonbinary, afab/amab, cis), όροι κοινωνιολογικοί (ομοκανονικότητα, ετεροκανονικότητα, διαθεματικότητα), αλλά και επιστημονικοί (θεσιακότητα), έτσι ώστε να γίνει αντιληπτό το κείμενο στην καθολικότητά του.

Όσο η εργασία προχωρά στο κυρίως μέρος της, αρχίζουν να παρεμβάλλονται οι αφηγήσεις των συνεντευξιαζόμενων καιτο βιβλίο αποκτά μια ενδιαφέρουσα πολυφωνία. Η αυτούσια παράθεση λόγων διαφορετικής υφής δίνει την ψευδαίσθηση ενός πραγματικού διαλόγου. Τα υποκείμενα που συνδιαλέγονται με τη Μάζη προσπαθούν να βρουν τον ορισμό της κοινότητας γι’αυτά, συγκλίνονταςστην ανυπαρξία μιας ενιαίας έννοιάς της. Αυτό που μπορεί σε έναν βαθμό να γίνει αντιληπτό είναι οι χώροι, άλλοι θεσμικοί, άλλοι κινηματικοί και άλλοι ΛΟΑΤ ή κουήρ, που προσφέρουν ενδυνάμωση, ασφάλεια, ειλικρίνεια στα άτομα που τα επισκέπτονται. Ένας τέτοιος χώρος στον οποίο οι προαναφερθέντες χώροι διασταυρώθηκαν μετά τη δολοφονία του Ζακ ήταν ο δρόμος, εκεί που άρχισε να κάνει την εμφάνισή του το «Εμείς».

Η ανάδυση του Εμείς δεν είναι για τη Μάζη μια φυσική εξέλιξη μετά τη δολοφονία της Ζάκι, αλλά υψώθηκε ως αντίσταση στο κυρίαρχο αφήγημα που συνόδεψε το δημόσιο λιντσάρισμα. Προέκυψε από την ανάγκη των υποκειμένων να ενώσουν τη θλίψη και την οργή τους, σαν μία έκκληση για ενότητα, συνύπαρξη και αλληλοφροντίδα. Ήταν ένα πολυσύνθετο Εμείς, απαρτιζόμενο από επιμέρους οντότητες –ατομικές και συλλογικές- ενός ευρέος φάσματος του αναρχικού, του καλλιτεχνικού, του κουήρ και ΛΟΑΤ χώρου. Το Εμείς «επιτελέστηκε» κατά κάποιο τρόπο στις πορείες μνήμης από συμμετέχοντα άτομα που συνένωσαν τις βουλήσεις τους, αλλά ήταν βραχύβιο και δε μπόρεσε να εξασφαλίζει κοινούς αγώνες ούτε να δημιουργήσει έναν νέο κοινό χώρο για όλα.Υπήρχε πάντως ένα μικρότερο κουήρ Εμείςπου προσπάθησε να πενθήσει τη Ζάκι κόντρα στις εξισωτικές διαδηλώσεις που απάλειφαν κάποιες από τις ταυτότητές της και κόντρα στις «μάτσο» εκδηλώσεις οργής που διατάρασσαν την αίσθηση της ασφάλειας.

Οπρώτος σκοπός της εργασίας, όπως δηλώνεται στην εισαγωγή, η συμβολή στην θεωρία της «δόμησης κοινοτήτων σε ΛΟΑΤΚΙ+ χώρους» επιτυγχάνεται μέσω της θεωρίας των Φοξ και Όρεπου συμπλέει με τη θεωρία της αλληλεγγύης όπως την ορίζει, μεταξύ άλλων, και η Μοχάντι: μια αλληλεγγύη που στηρίζεται στην έννοια της διαρκώς (επανα)προσδιορισμένης κοινότητας και σέβεται τις διαφορές χωρίς να τις απαλείφει, που αναγνωρίζει το σύνορο σαν όριο αλλά το υπερκερνά για έναν αγώνα συλλογικό («γέφυρες που χτίζονται ξανά και ξανά» όπως αναφέρει η Μάζη). Το Εμείς που παρατηρεί να αναδύεται η Μάζη δεν είναι ένα όμοιο η ένα αμιγώς κουήρ Εμείς αλλά δημιουργείται από ένα ψηφιδωτό διαφορετικοτήτων οι οποίες μπορούν να συνυπάρξουν στιγμιαία, ακόμα κι αν δεν καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα «κοινό» κινηματικό σώμα.

Σχετικά με τον δεύτερο σκοπό της εργασίας, την «ανάδειξη των βιωμάτων ΛΟΑΤ(Κ)Ι ατόμων σε σχέση με το πένθος, την ευαλωτότητα και την (αν)ασφάλεια», η Μάζη το καταφέρνει υποδειγματικά, επιδεικνύοντας σεβασμό τόσο στον Ζακ όσο και στα υποκείμενα που συμμετείχαν. Μολονότι η συγγραφέας έχει δηκτική διάθεση απέναντι στα δημοσιογραφικά σάιτ που πριν γνωστοποιηθούν οι συνθήκες θανάτου πρόλαβαν να λοιδορήσουν το όνομα του νεκρού στον βωμό των κλικς αλλά και σε «δημοσιογράφους» που με τα βίαια γκάλοπ τους αμαύρωσαν τη μνήμη του, αποφεύγει πλήρως τον μηρυκασμό των επίπονων για την κουήρ συλλογική μνήμη συνθηκών της δολοφονίας του Ζακ. Αρκείται σε όσα έπρεπε να καταγραφούν με νηφάλια σταχυολόγηση.  Όσον αφορά τους ανθρώπους που γνώρισαν προσωπικά τη Ζάκι και της εμπιστεύτηκαν τα βιώματά τους, αυτοί αντιμετωπίζονται με ενσυναίσθηση και ευαισθησία χωρίς να επισκιαστούν οι ιδιαιτερότητες του λόγου τους. Έτσι, η Μάζη καταφέρνει να παραδώσει ένα ερευνητικό εγχειρίδιο για όσα άτομα εμπλέκονται κινηματικά αλλά και συναισθηματικά στο πεδίο τους.

Αυτό που καταφέρνει επίσης η Μάζη είναι να αναδείξει τον Ζακ ως ένα σύμβολο που ενσάρκωσε, δυστυχώς με τον θάνατό του, το αίτημα για αξιοπρεπή διαβίωση και αξιοπρεπή θάνατο για όλα τα άτομα χωρίς εξαιρέσεις, αιρέσεις ή όρους. Στη βάση αυτών των αιτημάτων, εξάλλου, συσπειρώθηκε και οποιοδήποτε συλλογικό Εμείς μπόρεσε να συσπειρωθεί. Απέναντι σε μια εθνοκεντρική, συντηρητική κοινωνία, με αγκυλώσεις θρησκοληψίας, που φόρεσε στον Ζακ την ταυτότητα του «άλλου» και τον κατηγοριοποίησε ως ανάξιο πένθους, αλλά και απέναντι σε έναν εξίσου συντηρητικό κύκλο που έθαψε τον Ζακ στερώντας του την περήφανη φορεσιά του «άλλου», ασκήθηκε ένα κουήρ «καταχρηστικό πένθος» που σεβάστηκε την προσωπικότητα του Ζακ σε όλες της τις εκφάνσεις.

Πέραν όμως της ακαδημαϊκής της σημασίας, για την οποία εξάλλου εγγυάται η Καθηγήτρια στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Αλεξάνδρα Χαλκιά που επέβλεψε τη διπλωματική εργασία και προλογίζει την παρούσα έκδοση, το ίδιο το βιβλίο δημιουργεί και έναν (πιο) ασφαλή χώρο, έναν «τόπο μνήμης» όπως αναφέρει ο εκδότης στο προλογικό σημείωμα, για άτομα που πενθούν τον Ζακ, που θέλουν να αναζητήσουν το «μαζί», για όλα όσα προβληματίζονται και διεκδικούν.

Related stories

Βραβεία Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου “Ίρις” 2024 – Οι Υποψηφιότητες

γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Ανακοινώθηκαν χθες, οι υποψηφιότητες για τα...

Οι αρχιτέκτονες της πόλης στον Εξώστη | Νάσια Σπυριδάκη

Κάθε βδομάδα φιλοξενούμε στον Εξώστη αρχιτέκτονες της πόλης και...

Αστικοί Θρύλοι | Ο Μεσσίας Σαμπατάι Σεβί

γράφει η Μαρία Ράπτη Λένε πως έρχεται ο Μεσσίας, πως...

Το σπίτι του Δημήτρη Αμελαδιώτη είναι ένα έργο τέχνης σε εξέλιξη

WHO IS WHO: Μου αρέσει να παρουσιάζομαι ως εικαστικός,...

Οι ταινίες της εβδομάδας 25.04-01.05.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Η κατρακύλα στα εισιτήρια των κινηματογράφων...