Ένα έργο χωρίς διαλόγους, χωρίς υπότιτλους, χωρίς ντουμπλάζ και μετάφραση, διότι η αγάπη και το μίσος δεν χρειάζονται γλώσσα. Η Φυλή αποτελεί ένα από τα λαμπρότερα παραδείγματα του ανεξάρτητου σινεμά για το 2014. Με την αποκλειστικά βουβή του αφήγηση, τα οικουμενικά αλλά και τολμηρά του θέματα και την λεπτομερή του αισθητική, το έργο κέρδισε μία σημαντική θέση στα κινηματογραφικά δρώμενα της περασμένης χρονιάς. Η ταινία ξεκίνησε την πορεία της στις Κάννες, όπου κέρδισε τρία βραβεία και συνέχισε στα σημαντικότερα φεστιβάλ του κόσμου, ανάμεσα τους το Φεστιβάλ του Sundance αλλά και το δικό μας Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, στο οποίο της απονεμήθηκε το Βραβείο Σκηνοθεσίας, κερδίζοντας συνολικά 24 βραβεία παγκοσμίως και διανομή σε πάνω από 40 χώρες.
Ο Ουκρανός σκηνοθέτης της Μίροσλαβ Σλαμποσπίτσκι, μας έκανε την τιμή την περασμένη εβδομάδα να μας χαρίσει μία αποκλειστική συνέντευξη στον Εξώστη Θ, για να μας μιλήσει για την δημιουργία μίας από τις πιο ιδιαίτερες και καλοφτιαγμένες ταινίες που είδαμε στις ελληνικές αίθουσες αλλά και το επόμενο του έργο Luxembourg, που αναμένεται να δούμε από το επόμενο έτος.
Καταρχάς είναι μεγάλη τιμή και ευχαρίστηση να συνομιλούμε μαζί σας…
Ευχαριστώ πολύ. Παρεμπιπτόντως, το πρώτο διεθνές φεστιβάλ στο οποίο παραβρέθηκα ο ίδιος ήταν το 2007, στο φεστιβάλ Δράμας στην Μακεδονία. Λάτρεψα το μέρος, ήταν πολύ ωραίο και λάτρεψα και τον υπεύθυνο του φεστιβάλ. Είχε σπουδάσει στο Κίεβο και έχει πολύ θερμά συναισθήματα για το μέρος και τους Ουκρανούς και μιλούσε ρώσικα πολύ καλά. Δυστυχώς δεν είχα άλλες ευκαιρίες να παρευρεθώ εκεί αλλά αγάπησα πολύ την Δράμα και απόλαυσα πολύ τον χρόνο που πέρασα εκεί.
Χαίρομαι πολύ και μάλλον θα χαρούν όλοι όταν το ακούσουν αυτό. Ξεκινώντας θα θέλαμε να μας πείτε πως γεννήθηκε η ιδέα να γυρίσετε μία τόσο ιδιαίτερη ταινία όπως το The Tribe;
Έχω μία υψηλή εκτίμηση για τον βωβό κινηματογράφο. Μου προέκυψε αυτή ιδέα μάλλον από όταν σπούδαζα στη σχολή κινηματογράφου. Όταν ήμουν μικρός, ήμουν μαθητής στο σχολείο όπου κάναμε τα γυρίσματα. Ακόμα λειτουργεί, μετράει παραπάνω από 50 χρόνια και στον απέναντι δρόμο είχαμε ένα σχολικό οικοτροφείο για κωφάλαλους. Τους έβλεπα το πως επικοινωνούσαν μεταξύ τους από παιδί και είχα εντυπωσιαστεί διότι είναι σαν οι άνθρωποι να έχουν μία υψηλότερη μορφή επικοινωνίας, δεν χρειάζονται τις λέξεις μπορούν να επικοινωνούν κατευθείαν με το συναίσθημα. Σαφώς εγώ δεν καταλάβαινα τίποτα από την γλώσσα. Είχα εντυπωσιαστεί και μου έμεινε αυτή η εικόνα από την παιδική μου ηλικία. Αργότερα όταν σπούδασα στην σχολή κινηματογράφου, θεώρησα πως ήταν μία πολύ καλή ιδέα να κάνει κανείς μία βουβή ταινία, αλλά με διαφορετικό τρόπο, διότι κάθε χρόνο έχουμε σύγχρονες βουβές ταινίες, όπως το γνωστό Οσκαρικό The Artist και διάφορες άλλες, αλλά όλες αυτές οι ταινίες, αν και καλές, αντέγραψαν τελείως την φόρμα της βουβής ταινίας, εγώ ήθελα να αντιγράψω το πνεύμα του βουβού κινηματογράφου. Σαφώς πρέπει να είναι βουβό και σαφώς πρέπει να υπάρχει λόγος που οι πρωταγωνιστές θα επικοινωνούν χωρίς προφορικό λόγο. Επίσης ο βουβός κινηματογράφος ήταν η βρεφική ηλικία του σινεμά [που δίνει έναν λόγο παραπάνω για την εξερεύνηση του].
Πόσο δύσκολη ήταν η πραγματοποίηση της ταινίας; Η δραματουργία και οι σχέσεις μεταξύ των ηθοποιών βγαίνουν αποκλειστικά με την κίνηση. Έπρεπε να διδαχθούν οι ηθοποιοί την νοηματική γλώσσα;
Όλοι οι ηθοποιοί της ταινίας ήταν πραγματικοί κουφοί, μιλούσαν την γλώσσα ως μητρική και επειδή θα μας ήταν πολύ δύσκολο να προπονήσουμε τους ηθοποιούς σε αυτήν την γλώσσα. Όταν επικοινωνούν οι κωφάλαλοι χρησιμοποιούν όλο το σώμα και αυτό το κάνουν από την παιδική τους ηλικία, οπότε τα σήματα και οι σημασίες είναι σαν παντομίμα, είναι πολύ ιδιαίτερο. Δεν νομίζω ότι είναι δυνατό να προπονήσεις κάποιον να μιλήσει άπταιστα την νοηματική γλώσσα και δεν το σκέφτηκα ποτέ σαν επιλογή. Ήξερα ότι έπρεπε να είναι κωφοί όλοι, αλλά είχαμε ένα πολύ ιδιαίτερο casting, διότι πριν το The Tribe είχα γυρίσει την μικρού μήκους Deafness και όταν την γύρισα, απέκτησα δύο σημαντικά ατού: ότι προκάλεσα τον εαυτό μου και τον επιβεβαίωσα ότι μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, ότι αυτή η μέθοδος εξιστόρησης μπορεί να πετύχει και να λειτουργήσει – το έργο τελικά πήγε στην Berlinale, στο Φεστιβάλ του Rotterdam και σε άλλα, το δεύτερο ατού ήτανε πως απέκτησα πολύ καλές σχέσεις με το πολιτιστικό κέντρο και την κοινότητα των κωφάλαλων στην Ουκρανία, οπότε όταν ξεκίνησα το The Tribe και έψαχνα ηθοποιούς, ήρθα σε επαφή με την κοινότητα εκεί, με βοήθησαν σαφώς στην ανάπτυξη του σεναρίου, να κάνω έρευνα, να χτίσω την ιστορία αλλά και στο casting. Κάναμε 2-3 οντισιόν κάθε μήνα αλλά και διαφημίζαμε το casting παντού με κάθε τρόπο που μπορούσαμε – κυρίως στα κοινωνικά δίκτυα, διότι οι κωφάλαλοι είναι πολύ ένθερμοι χρήστες των κοινωνικών δικτύων, αφού εκεί δεν υπάρχουν σύνορα μεταξύ ημών που μπορούμε να ακούσουμε και εκείνων. Συνολικά 300 άτομα πήραν μέρος στις οντισιόν από την Ουκρανία, την Ρωσσία και την Νέα Ρωσία.
Δηλαδή χρειάστηκε να προπονήσετε τα άτομα να παίξουν. Yπήρχαν ηθοποιοί ανάμεσα τους;
Κανείς δεν ήταν ηθοποιός, όλοι είχαν διαφορετικό επάγγελμα. Κάποιοι ήταν φοιτητές, κάποιοι οδοντίατροι, μία κοπέλα δούλευε στα Mc Donalds κλπ…Όταν ξεκινήσαμε γυρίσματα, νοικιάσαμε ένα διαμέρισμα για όλους. Συνολικά είχαμε μία μέρα γυρισμάτων ανά εβδομάδα ή ανά δέκα μέρες, τον υπόλοιπο χρόνο τον χρησιμοποιούσαμε για πρόβες, workshops και όταν ήμασταν απόλυτα έτοιμοι να γυρίσουμε την σκηνή την γυρίζαμε και για αυτό τον λόγο τα γυρίσματα κράτησαν μισό χρόνο.
Επομένως προετοιμάζατε ξεχωριστά κάθε σκηνή, την γυρίζατε και μετά προχωρούσατε στην επόμενη.
Ναι, ακριβώς.
Η ιστορία η ίδια πως προέκυψε;
Η ιστορία είναι ένας συνδυασμός διαφορετικών καταστάσεων που συνέβησαν σε διάφορους ανθρώπους. Κάποιες καταστάσεις συνέβησαν σε κωφάλαλους, κάποιες άλλες σε ανθρώπους που άκουγαν, μερικά στοιχεία ήσαν από την δική μου σχολική εμπειρία ή εμπειρίες άλλων που μου μίλησαν όταν δούλευα το σενάριο ή και εμπειρίες που απέκτησα και άκουσα όσο δούλευα ως δημοσιογράφος. Η ιστορία η ίδια είναι απολύτως μυθοπλαστική αλλά όλες οι καταστάσεις βασίστηκαν σε πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν σε πραγματικά άτομα.
Υπήρχε ένα ενιαίο σενάριο με διαλόγους, το οποίο μεταφράστηκε στην νοηματική; Η γλώσσα που μιλάνε στο έργο είναι κατανοητή στον κόσμο που γνωρίζει την νοηματική γλώσσα;
Το σενάριο είναι σαν οποιοδήποτε σενάριο μίας οποιαδήποτε ταινίας, με κανονικό διάλογο που έγραψα ίδιος. Πάντα χρησιμοποιούσαμε μεταφραστή στο κάστιγκ και στα γυρίσματα. Το έργο γυρίστηκε στην Ουκρανική νοηματική γλώσσα, πράγμα σημαντικό διότι, για αυτόν τον λόγο, ο κόσμος που μιλάει την Ουκρανική νοηματική, κατάλαβε απολύτως την ταινία. Είναι ένα από τα θέματα που κυριαρχεί από την δεκαετία του 70' και από τον Χίτσκοκ, το να γίνεται απολύτως κατανοητή μία ταινία και χωρίς διάλογο, είναι ένας στόχος. Θέλω να πω πως αυτός που μπορεί να μιλήσει την γλώσσα, είδε την ταινία κανονικά, στην πραγματικότητα όμως ο διάλογος δεν έχει πολύ σημασία διότι όσο δούλευα την ταινία, δεν την έκανα για τους κωφάλαλους συγκεκριμένα, ούτε για τα προβλήματα συγκεκριμένα της κωφάλαλης κοινότητας. Έκανα την ταινία για όλους, για ένα γενικό κοινό. Επίσης προσπάθησα να χτίσω την ιστορία κατά τρόπο που να καταλαβαίνει το κοινό τι γίνεται. Σαφώς δεν μπορούσε να καταλάβει απόλυτα τι λέει ο κάθε χαρακτήρας αλλά καταλαβαίνει τι συμβαίνει σε κάθε σκηνή.
Το σκηνοθετικό σας στυλ διέπεται κυρίως από έναν παρατηρητισμό, με μακρόσυρτα πλάνα που ξεδιπλώνουν την δράση σε πραγματικό χρόνο συνδυάζοντας στοιχεία λιτής εξιστόρησης αλλά και ντοκιμαντέρ. Ποιες θεωρείτε πως είναι οι κυρίαρχες επιρροές σας; Γιατί επιλέγετε αυτό το ενιαίο στυλ για να πείτε τις ιστορίες σας;
Είναι πάντα δύσκολες οι ερωτήσεις περί επιρροών διότι έχω δει πάρα πολλές και διαφορετικές ταινίες, από εμπορικές σε καλλιτεχνικές σε τρόμου σε οτιδήποτε. Σε σχέση με το ντοκιμαντερίστικο στυλ δεν ξέρω, η πλάκα είναι ότι ο διευθυντής φωτογραφίας του The Tribe είναι πολύ πετυχημένος δημιουργός ντοκιμαντέρ. Δεν ξέρω, πιστεύω πως σε ο,τι αφορά την Φυλή αυτό το στυλ είναι ένας καλύτερος τρόπος να εξιστορηθεί η ιστορία, βοηθάει στο να πιστέψει ο θεατής πως πρόκειται για πραγματικότητα και να τον κάνει να απορροφηθεί. Ένας από τους δασκάλους μου στην σχολή κινηματογράφου πριν χρόνια μου είχε πει πως δεν είναι ιδιαίτερη πρωτότυπη ιδέα, αλλά – ο ίδιος ήταν σχεδιαστής παραγωγής και είπε πως έπρεπε να πέσει πολλή δουλειά στον σχεδιασμό παραγωγής ούτως ώστε να μην καταλαβαίνει ο θεατής την δουλειά που έπεσε. Το ίδιο ισχύει για την φωτογραφία. Δεν πρέπει να καταλαβαίνει ο θεατής την δουλειά της κάμερας, το ίδιο ισχύει και για μένα ως σκηνοθέτη, δεν πρέπει να καταλάβεις πως έκανε αυτό ή εκείνο ο σκηνοθέτης. Απλά δημιουργείς την κατάσταση και μετά κάνεις ένα βήμα πίσω, αριστερά ή δεξιά και γυρνάς την σκηνή. Είναι δύσκολο να απαντήσω για το κατά πόσο είχα το συγκεκριμένο στυλ κατά νου όταν έκανα το έργο διότι παρότι π.χ υπάρχουν μεγάλα πλάνα, στην πραγματικότητα μέσα σε αυτά αλλάζει η τοποθεσία δυο και τρεις φορές, οπότε δεν είναι πραγματικά μακρύ το πλάνο και η κατάσταση συνέχεια εξελίσσεται. Κατά την γνώμη μου προέκυψε αυτό το στυλ ως ο καλύτερος τρόπος να γυρίσουμε την ταινία.
Επίσης στα έργα σας δεν χρησιμοποιείτε μουσική, υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος για αυτήν την επιλογή;
Δεν είμαι πολύ μουσικός τύπος, εννοώ πως δεν είμαι άνθρωπος που ξέρει πολύ από μουσική. Επίσης με το ζήτημα της μουσικής και πάλι επιστρέφουμε στις συζητήσεις του 70' όπου μεταξύ άλλων λεγόταν πως η μουσική είναι μέσω χειραγώγησης του κοινού διότι είναι πολύ εύκολο για παράδειγμα να γυρίσω εσένα και να βάλω στην εικόνα σου λυπητερή μουσική και να φαίνεσαι εσύ λυπημένη, ή κωμική μουσική και να φαίνεσαι αστεία. Το θυμάται κανείς αυτό να εμφανίζεται στον ιταλικό νεορεαλισμό, στην γαλλική Avant Garde, στο Dogma, όπου η μουσική είναι παντελώς περιορισμένη εκτός αν έχεις κάποιο ραδιόφωνο να παίζει στο βάθος σε μία σκηνή. Συνεπώς πιστεύω πως υπάρχει κάποια επίδραση από' κει. Εντάξει, πιθανόν και να γυρίσω κάποτε musical, δεν είναι απόλυτο, αλλά δεν έχω πραγματικά ιδέα. Για τις μικρού μήκους μου και για αυτήν την συγκεκριμένη ταινία δεν πίστεψα πως ήταν καλή ιδέα να χρησιμοποιήσω μουσική.
Η Φυλή, ήταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία σας, σωστά; Πως χειριστήκατε την μεγάλη επιτυχία της;
Είναι πολύ ωραία, το χαίρομαι πάρα πολύ. Πέρασα αρκετό καιρό ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες για την προώθηση που είχε πολύ δουλειά και πήγε πολύ καλά- ειδικά για ένα ντεμπούτο. Πουλήθηκαν τα δικαιώματα της Φυλής και προβλήθηκε σε περισσότερες από 40 χώρες. Φυσικά επηρεάζει όλο αυτό και την παραγωγή του επόμενου project. Προσπαθώ να βρίσκω χρόνο στο ενδιάμεσο απ'όλα αυτά να δουλεύω σενάρια κι να αναπτύσσω το επόμενο έργο, αλλά αυτό έχει τις επιπλοκές του, διότι πρέπει επίσης να ξοδεύω χρόνο για να προωθώ την κυκλοφορία της Φυλής.
Η επόμενη σας ταινία λέγεται Luxembourg και τα δικαιώματα ήδη έχουν πουληθεί στην Ελλάδα, πότε μπορούμε να περιμένουμε προβολή της;
Σχεδιάζουμε να γυρίσουμε την ταινία τον Δεκέμβρη του 2015, οπότε θα φτάσει στην Ελλάδα μάλλον μετά τον Μάιο, θα δούμε.
Πως προέκυψε ο συγκεκριμένος τίτλος;
Ο τίτλος είναι ουσιαστικά ειρωνικός- ένα ανέκδοτο, διότι το έργο πρόκειται για τα ιδρύματα στο Τσερνομπίλ και την περιοχή που δημιουργήθηκε έπειτα από την πυρηνική καταστροφή. Η περιοχή της απαγορευμένης ζώνης του Τσερνομπίλ έχει τις ίδιες διαστάσεις σε χιλιόμετρα όπως το Λουξεμβούργο, είναι ένα πολύ διάσημο κλισέ αυτό εδώ πέρα και για αυτόν τον λόγο ονομάστηκε η ταινία Luxembourg, αλλά δεν πρόκειται η ταινία η ίδια για το Λουξεμβούργο- όχι απολύτως τουλάχιστον.
Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο, ποιο είναι το θέμα του και πως προέκυψε;
Είναι μία αστυνομική ιστορία- κάτι σαν νέο- νουάρ για την απαγορευμένη ζώνη του Τσερνομπίλ. Έχω μία προσωπική εμπειρία από τον τόπο διότι όταν ήμουν δημοσιογράφος πέρασα πολύ χρόνο εντός της, γνώρισα το μέρος, τους ανθρώπους που δούλευαν μέσα και είχα γυρίσει ήδη την μικρού μήκους μου Nuclear Waste εκεί οπότε ήθελα να επιστρέψω και να κάνω μία μεγάλου μήκους ταινία για την τοποθεσία.
Τα γυρίσματα θα λάβουν χώρα στην απαγορευμένη ζώνη του Τσερνομπίλ; Είναι ασφαλές εκεί;
Στο Τσέρνομπιλ έχουν γυριστεί διάφορες ταινίες όλα αυτά τα χρόνια, όπως γα παράδειγμα το Land of Oblivion που ήταν το τελευταίο. Δεν ξέρω, πολύς κόσμος έχει γυρίσει στο Τσερνομπίλ μετά την καταστροφή. Ένας γερός αριθμός διεθνών ταινιών, ή συμπαραγωγών έχουν κάνει γυρίσματα εκεί, ειδικά ντοκιμαντέρ, τηλεοπτικές σειρές που έχουν θέμα το μέρος, κάποιο κομμάτι της σειράς Return of the Living Dead νομίζω, ακόμα και το Transformers, παρότι δεν είναι φυσικά το πραγματικό Τσερνομπίλ εκεί αλλά η εικόνα του. Δυστυχώς αυτό το μέρος θα πεθάνει σύντομα διότι έχει περάσει πολύς καιρός και πρόκειται να γιορτάσουμε την τριακονταετή επέτειο από την καταστροφή. Κατά αυτήν την περίοδο κτήρια καταστρέφονται και θα καταστραφούν. Είναι πολύ πιθανό να κάνω γυρίσματα σε κάποια μέρη που θα χαθούν ολοσχερώς ύστερα από μερικά χρόνια.
Είπατε ήσασταν δημοσιογράφος…
Δεν ήμουν επαγγελματίας δημοσιογράφος, δούλευα ως ρεπόρτερ του εγκληματολογικού (αστυνομικού ρεπορτάζ) και ήμουν σε ειδικό πρακτορείο που το διαχειριζόταν το Υπουργείο για ζητήματα όπως την απαγορευμένη ζώνη του Τσερνομπίλ και μετά οποιαδήποτε καταστροφή ή ατυχήματα με μετρημένα θύματα αυτού του τύπου, είχαμε μία εκπομπή στην τηλεόραση.
Πως είναι η παραγωγή κινηματογράφου στην Ουκρανία σήμερα;
Δεν ξέρω, σαφώς έχουμε την οικονομική κρίση και τώρα η κυβέρνηση έχει κόψει την υποστήριξη προς τον κινηματογράφο. Νομίζω όμως ότι ισχύει το ίδιο με οποιαδήποτε άλλη χώρα, όπου κυριαρχεί το δύσκολο ερώτημα του πως βρίσκεις τα λεφτά για την επόμενη ταινία σου; Δεν έχει σημασία είτε μένεις στην Ελλάδα, στο Βέλγιο ή στην Ουκρανία. Σαφώς υπάρχουν διαφορές αλλά κατά βάση είναι το ίδιο. Όταν γνωρίζω άλλους σκηνοθέτες από άλλες χώρες σε φεστιβάλ και πίνουμε μπύρες μιλάμε για τα ίδια πράγματα, πως ψάχνουμε για χρηματοδότηση και όλα αυτά, διότι είναι πάντα τα βασικά ερωτήματα [σε αυτό το επάγγελμα].
Έχει επηρεάσει η τωρινή κατάσταση της Ουκρανίας τον κινηματογράφο σας;
Η κατάσταση ήταν πολύ καλή για τα ντοκιμαντέρ, διότι κάποιοι άνθρωποι από τα πιο ήσυχα κράτη της Ε.Ε πηγαίνουν σε χώρες της Αφρικής για να βρουν ενδιαφέρουσες καταστάσεις, όπως οι πόλεμοι και τώρα αυτό το είχαμε στην Ουκρανία, συνεπώς για δημιουργούς ντοκιμαντέρ [έπαιξε θετικό ρόλο], επίσης δεν χρειάζεσαι πολλά λεφτά για να γυρίσεις ντοκιμαντέρ, χρειάζεσαι μόνο μία κάμερα και αυτό είναι. Συνεπώς το κύμα που κυριαρχεί αυτήν την στιγμή είναι στα ντοκιμαντέρ – διότι πολλοί έρχονται στην εμπόλεμη ζώνη να κάνουν γυρίσματα για τον πόλεμο. Σε ο,τι αφορά τις ταινίες μυθοπλασίας η κατάσταση είναι κάπως διαφορετική διότι η μυθοπλασία σημαίνει χρήμα και σαφώς η κατάσταση δεν είναι τόσο προσοδοφόρα.
Ποια είναι τα θέματα που επιθυμείτε να περάσετε στην δουλειά σας; Η Φυλή είχε ένα ιδιαίτερα κριτικό μάτι πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Έχετε μήπως την επιθυμία να δώσετε μία διαφορετική οπτική γωνία σε ορισμένες καταστάσεις;
Δεν σκέφτομαι ποτέ κατ αυτόν τον τρόπο. Θέλω απλά να κάνω ταινίες και προσπαθώ να δημιουργήσω την ιστορία και μετά να την διηγηθώ. Προτιμώ να μην καταλαβαίνω ποτέ γιατί την γυρίζω την ταινία. Θέλω να εμπιστεύομαι τα αισθήματα μου διότι είμαι απολύτως βέβαιος πως αν πραγματικά μου αρέσει μία συγκεκριμένη ιστορία ή μία συγκεκριμένη σκηνή, στον κόσμο θα υπάρχουν όμοιοι άνθρωποι σαν εμένα. Νομίζω η Φυλή είναι μία ταινία για την αγάπη, είναι το σημαντικότερο θέμα της.