Στο παρόν άρθρο θα αναφερθώ στους αστερισμούς. Σίγουρα όχι εκείνους που οι συνάνθρωποί μου θα κατανοούσαν με το άκουσμα της λέξης, μιας και η τάση να γνωρίζει κανείς και να πιστεύει άχρηστες πληροφορίες (όπως τυχαία συμβάντα αστεριών που προσδίδουν καλοτυχία και διάφορα χαρακτηριστικά στη ζωή και την προσωπικότητα ενός ατόμου) είναι γενικευμένη. Η έννοια για τους αστερισμούς για την οποία γίνεται λόγος σε αυτό το κείμενο, είναι εκείνη την οποία εισήγαγε στη φιλοσοφία ο Αντόρνο, ένας από τους σπουδαιότερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα, μέλος της Σχολής της Φρανκφούρτης, και αποτελεί επίσης και τη δική μου βαθειά φιλοδοξία για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να επιτευχθεί μία κάποια αλλαγή. Το σίγουρο είναι πως σε ένα άρθρο όπως αυτό δεν μπορεί να παρουσιαστεί εξ' ολοκλήρου η θεωρία ενός φιλοσόφου, γι' αυτό τον λόγο, θα εξηγήσω, επί ποδός, την γενικότερη ιδέα της έννοιας του αστερισμού, παραλείποντας σημαντικότατες λεπτομέρειες, μιας και αν προέβαινα σε μία διεξοδική παρουσίαση της έννοιας, θα μπορούσα να παραδώσω το παρόν άρθρο ως απόπειρα διπλωματικής εργασίας.
Ο Τέοντορ Λούντβιχ Βισενγκρούντ-Αντόρνο ήταν Γερμανός εβραϊκής καταγωγής, διεθνούς φήμης κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, μουσικολόγος και συνθέτης.
Ας φανταστούμε λοιπόν τον αστερισμό ως ένα σύνολο αστεριών, άλλα φωτεινά και άλλα λιγότερο έως καθόλου. Τα αστέρια που εκπέμπουν φώς είναι χαρακτηριστικά του κόσμου, (ή σε μικρότερη κλίμακα) της κοινωνίας μας που υπάρχουν ήδη. Π.χ: ο ύστερος καπιταλισμός έχει ως φωτεινά αστέρια άλλα απ' ότι θα είχε μία άλλου τύπου παγκόσμια αγορά. Ή, ο φιλελευθερισμός φωτίζεται από άλλα αστέρια απ' ότι ο σοσιαλισμός ή κάποιο αναρχικό καθεστώς κλπ. Τα αστέρια συμβολίζουν κάθε χαρακτηριστικό της κοινωνίας, από το ποια μουσική είναι η επικρατέστερη ή ποιο είδος θέατρο παρακολουθούν οι πολίτες μέχρι την ισχύουσα πολιτική κατάσταση ή το ισχύον δίκαιο. Στο σύνολό τους, όλα τα φωτεινά αστέρια αποτελούν την κοινωνική πραγματικότητα όπως την βιώνουμε την εκάστοτε χρονική στιγμή που τα συγκεκριμένα αστέρια είναι φωτεινά.
Η λέξη πραγματικότητα είναι κάπως αμφιλεγόμενη, γι' αυτό θα ξεκαθαρίσω σε αυτό το σημείο τι εννοώ, μιας και είναι έννοια κλειδί για την συνέχεια. Πραγματικότητα δεν είναι μονάχα αυτά που βιώνουμε γύρω μας ή ο τρόπος που ατενίζουμε τον κόσμο σε μία συγκεκριμένη στιγμή (ως στιγμή δεν εννοείται κάποιο δευτερόλεπτο, αλλά ακόμη και δεκαετίες στο εσωτερικό των οποίων δεν έχει πραγματοποιηθεί κάποια σημαντική και ανατρεπτική αλλαγή). Διότι εκείνη τη στιγμή η «πραγματικότητα» που εμείς βιώνουμε είναι το σύνολο των φωτεινών αστεριών του αστερισμού. Όμως, στον ίδιο αστερισμό υπάρχουν και αστέρια τα οποία δεν εκπέμπουν φως καθώς είναι είτε αντιφατικά είτε πολύ διαφορετικά από τα φωτεινά. Τα μη-φωτεινά ας τα θεωρήσουμε ως δυνατότητες που όμως δεν είναι εξωτερικές ως προς αυτό που εμείς τώρα (μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή) θεωρούμε ως πραγματικότητα, αλλά ενυπάρχουν σε αυτήν, δηλαδή, είναι και αυτά πραγματικότητα. Το παραπάνω είναι μία άποψη η οποία έχει μεγάλη ιστορία καθώς προέρχεται από έναν από τους σημαντικότερους φιλοσόφους της σύγχρονης εποχής (νεωτερικότητας) τον Γερμανό φιλόσοφο Χέγκελ ο οποίος έχοντας διατυπώσει αυτή τη θεωρία κατέληξε να πει «το όλον είναι το αληθές» θέλοντας να δηλώσει πως η αλήθεια δεν είναι μόνο αυτό που βιώνουμε τώρα, αλλά, και αυτό που ενυπάρχει ως δυνατότητα στο «τώρα» και μπορεί να αξιοποιηθεί για να επιφέρει αλλαγές. Η συνέχεια της θεωρίας θα μπορούσε να αναλυθεί σε κάποια εργασία, όχι σε αυτό το άρθρο.
Πώς όμως έρχονται αυτές οι αλλαγές, και γιατί, τέλος πάντων, όλα αυτά τα λόγια περί «αστερισμών» να είναι πιο σημαντικά για τους ανθρώπους σήμερα;
Τα αστέρια μπορεί να συμβολίζουν το κάθε ένα, ξεχωριστά χαρακτηριστικά της κοινωνίας, αλλά, στο σύνολό τους, αλληλοεξαρτώνται. Δεν μπορεί να συνυπάρξουν στο ίδιο σύνολο, δύο αστέρια τα οποία οδηγούν σε διαφορετικές καταστάσεις. Αυτό σημαίνει πώς εάν ένα αστέρι χάσει το φως του και φωτίσει ένα άλλο, διαφορετικής κατευθύνσεως, τότε αυτό, επηρεάζει και εκείνα τα φωτεινά (για την ώρα) άστρα τα οποία δεν συνάδουν με τον φωτισμό του καινούργιου άστρου.
Επομένως υπάρχει μία εσωτερική αναγκαιότητα, ότι δηλαδή η αλλαγή σε ένα άστρο, επιφέρει αλλαγές και στα υπόλοιπα, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα καινούργιο σύνολο. Έτσι, έρχεται η αλλαγή. Όχι με την άμεση και άκριτη ρήξη, όπως θεωρούν οι πολλοί. Αλλά με τη σταδιακή αλλαγή αστεριών τα οποία αναγκαστικά θα μεταβάλλουν και τα (πολύ φωτεινά) άστρα τα οποία σε μία ορισμένη στιγμή είναι οι πυλώνες της «πραγματικότητας» (χωρίς να σημαίνει ότι τα υπόλοιπα δεν είναι, απλώς δεν τα διακρίνει κάποιος με την πρώτη, επιφανειακή ματιά).
Ένα παράδειγμα για να γίνει κατανοητή η όλη θεωρία θα μπορούσε να αντληθεί από την ευρωπαϊκή ιστορία, από μία περίοδο που θεωρείται πώς πραγματοποιήθηκε μία τεραστίων διαστάσεων μεταβολή στην ανθρωπότητα. Η Γαλλική Επανάσταση θεωρείται ότι έφερε τα φώτα στην Ευρώπη οδηγώντας τους ανθρώπους μακριά από τα σκοτάδια του μεσαίωνα και την άκριτη πίστη στη θρησκεία, εγκαινιάζοντας τη σκέψη, την εξάπλωση της γνώσης, τα ανθρώπινα δικαιώματα και άλλα συναφή. Όμως η πραγματική «στροφή» προς τη σκέψη και τη γνώση, πραγματοποιήθηκε πολύ πιο πριν. Ήδη από την εποχή του Γαλιλαίου και του Καρτέσιου (Ντεκαρτ) με τους οποίους ξεκίνησαν να «σβήνουν» τα πρώτα αστέρια του αστερισμού του σκοταδισμού του Μεσαίωνα. Καταλήγουμε, έτσι, στο συμπέρασμα πως, δεν «ξύπνησαν» ένα πρωί οι πολίτες της Γαλλίας του 1789 και είπαν να κάνουν μία επανάσταση. Για να έρθει κάποια πολυπόθητη αλλαγή, χρειάζεται μεταβολές τόσο μικρές, που ούτε θα έφτανε ο νους ενός αδαή και επιφανειακού «κριτή» να σκεφτεί πως θα ήταν σημαντικές.
Καθώς όλα τα παραπάνω αποτελούν κοινωνική θεωρία και ως τέτοια εγκαινιάστηκε στην φιλοσοφία, δεν είναι εφικτό να θεωρούμε πώς όσα ειπώθηκαν είναι «τόσο εύκολα». Δεν είναι μαθηματικά ή χημεία, δηλαδή δεν «σβήνω ένα αστέρι» άρα θα οδηγηθώ με σιγουριά στις χ ή ψ καταστάσεις. Ο λόγος για τον οποίο έγραψα όλα τα παραπάνω, λοιπόν, δεν είναι για να αναδείξω τον τρόπο με τον οποίο εγώ θεωρώ πως μπορεί να επιτευχθεί μία αλλαγή στην κοινωνία. Το ότι παρουσίασα τον παραπάνω τρόπο με όμορφα και περίτεχνα λόγια, δεν τον ξεχωρίζει από τους χιλιάδες «τρόπους» αλλαγής που μπορεί κανείς να αναγνώσει στον τομέα σχολίων σε κάποιο τυχαίο πολιτικό/κοινωνικό πόστ σε κάποιο social media. –και πιστέψτε με, είναι πολλοί- . Αντιθέτως, αντί να προωθώ τη σκέψη μου ως απόλυτη αλήθεια και τον μέγιστο τρόπο για την αλλαγή, απλώς θέλω να καταδείξω δύο πτυχές που αρνητικά εμποτίζουν την κοινωνία μας, και εμποδίζουν οποιαδήποτε προσπάθεια επίτευξης αλλαγής.
Παραπάνω, έχω καταβάλλει προσπάθεια, μέσα από την θεωρία που επέλεξα να παρουσιάσω, να γίνει φανερό πως προκειμένου να επέλθει μία «μεγάλη» αλλαγή, χρειάζεται να έχουν επιτελεστεί άλλες «μικρότερες» αλλαγές. Οι αλλαγές αυτές θεωρούνται από όλους μηδαμινές και αχρείαστες και γι' αυτό το λόγο δεν προσπαθεί κανείς να τις μεταβάλλει. Η μουσική που ακούνε οι πολίτες –αν ακούνε-, οι θεατρικές παραστάσεις που παρακολουθούν –εάν παρακολουθούν-, οι ταινίες που επιλέγουν, οι τηλεοπτικές εκπομπές που παρακολουθούν –που σίγουρα παρακολουθούν-, η διασκέδαση που επιλέγουν ως «χαλάρωση», τα βιβλία που διαβάζουν και πολλά άλλα, αναρίθμητα χαρακτηριστικά, φαίνονται «μικρά» στον αδαή, αλλά είναι σημαντικότατες πτυχές της ζωής που η κάθε μία επηρεάζει το σύνολο μέσα από τη δράση του φορέα του κράματος των αστεριών αυτών. Με λίγα λόγια, η περίοδος –και είναι μεγάλη- κατά την οποία οι άνθρωποι θεωρούσαν πώς το κάθε ένα από τα παραπάνω απλώς αποτελεί «προσωπική απόλαυση» ή «αυτή η εκπομπή μου αρέσει, τι σε νοιάζει εσένα» ή «σιγά μην αλλάξω την χ,ψ συνήθειά μου» πρέπει να φτάσει στο τέλος της. Οι άνθρωποι χρειάζεται να καταλάβουν πώς αφενός είναι ελεύθεροι να επιλέξουν ό,τι τους χαροποιεί, αλλά, αφετέρου, ότι οι επιλογές τους συνδέονται άρρηκτα με αποτελέσματα που εμφανίζονται στο κοινωνικό σύνολο. Σύμφωνα με αυτό λοιπόν, το να ακούει κάποιος μουσική ή να παρακολουθεί εκπομπές ή να διαβάζει βιβλία τα οποία μας έχουν δείξει οτι δεν συνδέονται με ένα κοινωνικό σύνολο ανθρώπων με κριτική σκέψη, γνώση, θέληση και άλλα χαρακτηριστικά, τότε, «με νοιάζει» η διασκέδαση ή η συνήθεια του άλλου, καθώς ενδιαφέρομαι για το κοινωνικό σύνολο. Πώς όμως θα γίνει κάποια αλλαγή, όταν στην προσπάθειά σου να μιλήσεις σε κάποιον για την τηλεόραση ή για τη μουσική που ακούει ή για το οτιδήποτε κάνει (ή κάνεις εσύ ο ίδιος) σου «πετάει» ένα «δεν είναι δουλειά σου, εμένα αυτό μου αρέσει», και δεν σου αφήνει χώρο να του εξηγήσεις την επιρροή του στο σύνολο που ονομάζεται κοινωνία; Σε αυτό το σημείο οδηγούμαι στο δεύτερο σημείο που επιθυμώ να θίξω, και έτσι να ολοκληρώσω.
Προκειμένου κανείς, στην κοινωνία που ζούμε, να μπορέσει να είναι σε θέση να επηρεάσει τους συνανθρώπους του και να προσπαθήσει να τους πείσει για κάτι, χρειάζεται να κατέχει μία πολιτική θέση τόσο ανώτερη, ώστε αυτό καθίσταται από μόνο του, άπιαστο όνειρο. Υπουργός παιδείας δεν γίνεσαι εάν έχεις τις καλύτερες ιδέες περί παιδείας, αυτό είναι σίγουρο. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για το «Σχέδιό» σου, εάν δεν είσαι στη συγκεκριμένη θέση. Ακόμη και εάν έχεις μελετήσει και γράψει τον τρόπο που μπορεί να επιτευχθεί κάτι. Ο άλλος δρόμος, που αποφεύγει την πολιτική, δεν είναι πλέον εφικτός, καθώς κανείς δεν μπορεί πλέον να πείσει τους συνανθρώπους του για κάτι, αφού όπως ανέφερα παραπάνω, η άκρατη υποκειμενικότητα σε παντός τύπου πτυχή της ζωής, δίνει το δικαίωμα στον καθένα να υπερασπίζεται τα θέλω του, άκριτα, μόνο μέσω του «αυτό μου αρέσει». Όσο πετυχημένη και αν φαίνεται η θεωρία κάποιου δεν αρκεί για να τον φέρει στην θέση μέσω της οποίας θα μπορεί να επιφέρει κάποιες αλλαγές, καθώς αυτή η θέση χρειάζεται τόσες κλίκες και διασυνδέσεις, που οι άνθρωποι του πνεύματος (στους σοβαρούς αναφέρομαι) δεν κατέχουν, και δεν θέλουν να κατέχουν.
Άλλωστε, το ίδιο μοντέλο της αλλαγής έπειτα της κατάκτησης της θέσης, ισχύει παντού. Στην Ελλάδα του χρυσού αιώνα, των πολεμιστών του 21', των τραγικών ποιητών, της χώρας που γέννησε τη δημοκρατία, της γεννέτηρας του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, όπου η σοφία τους έχει περάσει αυτούσια στους σύγχρονους απογόνους τους, (και πολλά άλλα τέτοια αστεία που ακούγονται από τους περήφανους νεοέλληνες), σε αυτή τη χώρα, όλοι αναμένουν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς και έπειτα την δημιουργία προπονητικών κέντρων.
Αυτή η πρακτική, όμως, (για την Ελλάδα) είναι ένα αστέρι που μπορεί να παρομοιασθεί με τον ήλιο του ηλιακού μας συστήματος. Είναι το πιο φωτεινό απ' όλα, και πρόκειται να σβήσει, όταν και ο πραγματικός ήλιος γίνει λευκός νάνος.