«Είσαι καλά; Περπατάς λοξά» λες. Κι εγώ λέω ναι, είμαι καλά μα μπέρδεψα τα πόδια μου και τον βηματισμό, συγγνώμη δεν είναι κάτι, θα περάσει. Και λέω ψέματα πολλά, για να μην αγχώνω τους ανθρώπους μου τριγύρω. Περπατώ ασουλούπωτα και στραβά, μα μυρίζεις ωραία, κι έτσι δε χάνω τον δρόμο μου. Ακολουθώ μυρωδιές και τις ερμηνεύω με το νου. Στήνω σενάρια για ανθρώπους που δεν έχω ιδέα πώς ζουν. Φτιάχνω εγώ τη ζωή τους, τις επιθυμίες, τους πόθους και τις ανάγκες τους. Και μετά λέω πως τους ήξερα πολύ, πως ήταν δικοί μου άνθρωποι. Απόψε θα φτιάξω πένες με σάλτσα κονκασέ. Θα βάλω ρίγανη κι ελάχιστο πιπέρι. Θα σκεφτώ πώς θα ήταν αν και θα πω πως αυτό ήταν το αγαπημένο σου φαγητό. Κονσέρβα από πολτό αποφλοιωμένης ντομάτας με μακρά διάρκεια λήξης. Αν ανοίξει, πετιέται πάνω στη βδομάδα. Τόσο μακράς διάρκειας είναι. «Είσαι σίγουρα καλά;» Μοιάζω αποπροσανατολισμένη, είμαι! Ευκολόπιστη και νομοταγής. Υποταγμένη κυρίως σε νόμους των σωμάτων. Χτίζω μικρές ελευθερίες τριγύρω, στιγμές λύτρωσης που ποτέ δε θα δεις. Ίσως μόνο να τις ακούσεις. Τα επιφωνήματα έχουν τη χάρη των χορευτών, την ασφάλεια των μη λεκτικών σημάτων, επικοινωνίες που ερμηνεύεις κατά βούληση. Και αυτό είναι λυτρωτικό.
Ή ψέμα. Δεν ξέρω, δεν ξέρω ακόμα να σου πω γιατί χάνω το βηματισμό μου τις νύχτες.