HomeCinemaΕξώστης ΘΣτο κινηματογραφικό σύμπαν του Nicolas Winding Refn:...

Στο κινηματογραφικό σύμπαν του Nicolas Winding Refn: Drive, Only God Forgives & The Neon Demon.

Ο Nicolas Winding Refn είναι Δανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός που έγινε ευρέως γνωστός από την τριλογία του
Pusher (1996-2005), μια σειρά ταινιών που ανήκουν στα γένη του crime και του δράματος. Το παρόν αφιέρωμα αφορά τις τρεις τελευταίες μεγάλου μήκους ταινίες του: το neo-noir crime φιλμ Drive (2011), το θρίλερ Only God Forgives (2013) και το horror φιλμ The Neon Demon (2016), το οποίο συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών και προκάλεσε αντιφατικά και αμφιλεγόμενα σχόλια.

Το σκηνοθετικό στιλ του δημιουργού αναγνωρίζεται κυρίως μέσω των κάδρων που συνθέτει, καθώς και μέσω της υποκριτικής των ηθοποιών. Στυλιζαρισμένες συνθέσεις και ερμηνευτικές προσεγγίσεις δομούν το εικονικό του σύμπαν. Η φωτογραφία συντίθεται από πλάνα με βάθος πεδίου και έντονα κορεσμένα χρώματα. Μάλιστα, η έμφαση στον κορεσμό των χρωμάτων οφείλεται στην αχρωματοψία του Refn, την αδυναμία του να αντιληφθεί τους μεσαίους χρωματικούς τόνους. Ηχητικά επικρατεί εκτεταμένη χρήση της μουσικής, η οποία συνδιαλέγεται καλλιτεχνικά και συχνά αντιθετικά με την εικόνα εντείνοντας το οπτικό αποτέλεσμα. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, ο ίδιος ο δημιουργός έχει δηλώσει πως τον ελκύουν οι ήρωες οι οποίοι εξαιτίας των περιστάσεων αναγκάζονται να μεταμορφωθούν σε αυτό που εξαρχής προορίζονταν, στοιχείο που εντοπίζεται τόσο στο
Drive όσο και στο The Neon Demon.

Ακολουθούν κριτικές προσεγγίσεις που σκοπό έχουν να εμβαθύνουν στη φόρμα και την αφήγησή των τριών τελευταίων ταινιών του δημιουργού.


Drive

Όταν ένα κλασικό παραμύθι συναντά το σύγχρονο αστικό noir

Το
Drive (2011) συνδυάζει δράση, αγωνία, ρομαντισμό, έγκλημα και δράμα σε ένα καλλιτεχνικό κείμενο. Αποτελεί διασκευή του ομώνυμου βιβλίου του James Sallis σε σενάριο του Hossein Amini. Ο Driver/Οδηγός (Ryan Gosling) είναι ο βασικός ήρωας, ένας χαρακτήρας χωρίς παρελθόν, χωρίς ιστορία, χωρίς όνομα. Ο Driver οδηγεί την ημέρα ως κασκαντέρ σε ταινίες και τη νύχτα ως βοηθός διαφυγής εγκληματιών. Μέχρι που γνωρίζει την Irene (Carey Mulligan) και οι προτεραιότητές του αλλάζουν.

Αφηγηματικά η ταινία αποτελεί ένα ρομαντικό παραμύθι, όπου ο αντιήρωας με την παραβατική συμπεριφορά μετατρέπεται σε ήρωα μέσω του έρωτα. Η βία και η ένταση αποτελούν το υπόβαθρό του, τον τρόπο με τον οποίο ζει. Ενώ λοιπόν η ταινία είναι στον πυρήνα της ένα φιλμ εγκλήματος και δράσης, ο σχεδιασμός των χαρακτήρων δεν είναι μονόπλευρος και επιφανειακός. Οι ήρωες είναι πιστευτοί, άνθρωποι με αδυναμίες και αρετές που μοχθούν για την επιβίωση ή την ευτυχία τους με αρνητικά πολλές φορές αποτελέσματα. Σε αυτό το σημείο εναπόκειται και το επίτευγμα του κινηματογραφικού κειμένου: μια ταινία δράσης με σενάριο χαρακτηροκεντρικό.

Παράλληλα, η σκηνοθετική υπογραφή του Refn είναι έκδηλη. Χρώματα κορεσμένα, ευρεία χρήση της μουσικής, η οποία υπογραμμίζει το βασικό συναίσθημα της σκηνής ή το εντείνει μέσω της αντίφασής της με την εικόνα. Στοιχεία αστικού noir: η σκοτεινή πόλη, οι εγκληματικές ενέργειες, ο κυνικός ενεργός ήρωας και το μυστήριο διαγράφονται μέσω της σκηνοθεσίας του δημιουργού που δίνει ζωή στην ιστορία με καλλιτεχνικότητα.

Το
Drive απευθύνεται σε ένα ευρύ σινεφίλ κοινό και ενέχει τη δύναμη να ψυχαγωγεί θεατές με διαφορετικές απαιτήσεις. Η συμβίωση πολλών γενών στο ίδιο κείμενο αποτελεί στοιχείο μεταμοντερνισμού και σε αυτήν την περίπτωση επιτυγχάνεται αρμονικά σε μία ταινία που μπορεί να διδάξει και να αποτελέσει αντικείμενο σύγκρισης με άλλα φιλμ δράσης που στερούνται πλοκής και σφαιρικών χαρακτήρων.


Only God Forgives

Στυλιζάρισμα, φόρμα και πλοκή επιφανειακή

Ένα φιλμ με έμφαση στη φόρμα, σχηματική και αδιάφορη πλοκή, χαρακτήρες καρικατούρες και υπερβολικά αργή εξέλιξη. Αυτά τα στοιχεία συνοψίζουν τη στυλιζαρισμένη απόπειρα του Refn, που υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία, να δημιουργήσει ένα σύγχρονο western που εκτυλίσσεται στη Bangkok. Μολονότι η ταινία έχει ένα εικαστικό ενδιαφέρον που πηγάζει από τις συνήθεις φωτογραφικές και ηχητικές επιλογές του δημιουργού, το
Only God Forgives (2013) δεν μπορεί να γεφυρώσει το χάσμα των ελλιπών χαρακτήρων και της επιφανειακής αφήγησης, ενώ τα θέματα της εκδίκησης και της συγχώρεσης επαναλαμβάνονται επιδεικτικά χωρίς περαιτέρω εμβάθυνση.

Ένας έμπορος ναρκωτικών, ο Julian (Ryan Gosling) καλείται να πάρει εκδίκηση για τη δολοφονία του αδερφού του (Tom Burke). Οι αποτρόπαιες πράξεις του τελευταίου πριν τον σκοτώσουν οδηγεί στην άρνηση του Julian να ολοκληρώσει την αιματηρή βεντέτα, μέχρι που η μητέρα του (Krsitin Scott Thomas) έρχεται στην πόλη και περιπλέκει την κατάσταση.

Όλοι οι χαρακτήρες είναι από αδιάφοροι έως αντιπαθείς και έχουν σχεδιαστεί άχαρα. Η μητέρα ως επικριτική μέγαιρα υποτιμά τον Julian και τον συγκρίνει συνεχώς με τον νεκρό αδερφό του. Αναφορές στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα είναι ορατές και εκφράζονται κυρίως από τη μητέρα που αντιμετωπίζει τους γιους της σαν εραστές. Ο αστυνομικός (Vithaya Pansringarm) που εμπλέκεται στη δολοφονία του αδερφού έχει τρομερές πολεμικές ικανότητες, χωρίς αυτό να συνάδει με το παρουσιαστικό του. Ένας άνδρας που εμφανισιακά δεν πείθει για πολεμιστή με εξαιρετικές δεξιότητες μάχης αποτελεί τον κύριο ανταγωνιστή του ήρωα. Ο Julian ακολουθεί τις υποδείξεις της αυταρχικής μητέρας του μέχρι την τελική του ήττα. Υποκριτικά οι ήρωες αποδίδονται είτε απαθείς είτε υπερβολικοί στις αντιδράσεις τους.

Το σκηνικό και η σκηνοθεσία είναι εξίσου στυλιζαρισμένα με τους ήρωες. Η αφήγηση ρέει υπερβολικά αργά και επομένως, το βάρος πέφτει πάνω στη φόρμα που μολονότι παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον αυτό εξαντλείται γρήγορα. Η υπερβολή του slow motion, των κορεσμένων χρωμάτων και της ωμής βίας μετά από κάποια στιγμή απλά κουράζουν και αποστασιοποιούν τον/τη θεατή. Για άλλη μια φορά η μουσική επενδύει ηχητικά ένα σημαντικό μέρος της ταινίας, χωρίς ωστόσο να μπορεί να διασώσει την κατάσταση.

Μια ταινία που όσο φιλόδοξη και αν φαίνεται δεν κατορθώνει να ικανοποιήσει το κοινό, καθώς τα συστατικά της στοιχεία, η πλοκή, οι χαρακτήρες και το στυλιζάρισμα της εικόνας λειτουργούν δεσμευτικά και αδυνατούν να συνθέσουν ένα ολοκληρωμένο κινηματογραφικό κείμενο.


The Neon Demon

Η εφιαλτική διάσταση του κόσμου της μόδας

Η ταινία
The Neon Demon (2016) είναι ένα σκηνοθετικά στυλιζαρισμένο θρίλερ για τον κόσμο της μόδας και το θέλγητρο της εξωτερικής ομορφιάς σε σενάριο του ίδιου του Refn. Το φανταστικό αλληλεπιδρά με την πραγματικότητα σε ένα σκοτεινό εγχείρημα που αποσκοπεί στη διερεύνηση της σημασία της ομορφιάς.

Η ταινία αφηγείται το ταξίδι της αρχικά αθώας και αφελούς Jesse (Elle Fanning) που στα δεκαέξι της χρόνια πηγαίνει στο Los Angeles με την ελπίδα να γίνει μοντέλο. Η φυσική νεανική ομορφιά της προκαλεί είτε βαθιά ζήλια στις ανταγωνίστριές της είτε εμμονική λατρεία στους θαυμαστές της. Ο κόσμος της μόδας είναι σκοτεινός και επικίνδυνος και η εύθραυστη Jesse δίνει την εντύπωση πως δύσκολα θα επιβιώσει. Ωστόσο, ο θαυμασμός και ο φθόνος των γύρω της την μετατρέπουν από ρομαντική και αδύναμη έφηβη σε ένα ναρκισσιστικό και ωραιοπαθές τέρας. Η Jesse μέσα στην ματαιοδοξία της δεν αντιλαμβάνεται πόσο εκδικητικοί μπορούν να γίνουν όσοι την φθονούν ή την ποθούν χωρίς ανταπόκριση.

Η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας οπτικοακουστικός όμορφος εφιάλτης, αφού δίνει ιδιαίτερη σημασία στη φόρμα και θέτει σε δεύτερη μοίρα την πλοκή. Εικόνες που μέσα στην αισθητική τους κομψότητα και τη σκηνοθετική μαεστρία ξεδιπλώνουν ονειρικές σεκάνς, καθώς πραγματικό και ονειρικό συνδέονται άρρηκτα. Η οπτικοποίηση της ταινίας μοιάζει κατασκεύασμα του ασυνείδητου και οι θεατές απορροφώνται σε έναν ζοφερό κόσμο αινίγματος, ηδονοβλεψίας και αποτροπιασμού. Βαμπιρισμός, κανιβαλισμός και νεκροφιλία εκφράζονται από εντυπωσιακές ηρωίδες/χίμαιρες που επιζητούν με εμμονή την εξωτερική ομορφιά. Η ωραιότητα, μια έννοια φευγαλέα και υποκειμενική, αποτελεί το βασικό θέμα και παράλληλα, τον τρόπο κατασκευής του σύμπαντος του Refn. Καθιερωμένα σκηνοθετικά του μοτίβα εντοπίζονται και σε αυτή την ταινία μέσα από τα κορεσμένα χρώματα, τον φωτισμό με διάθεση πειραματισμού και την εκτεταμένη χρήση της μουσικής που συνδιαλέγεται με την εικόνα.

Η πλοκή εξελίσσεται σχηματικά, οι χαρακτήρες δεν μας εξηγούν τα κίνητρα των ακραίων συμπεριφορών τους· υπέρτατη ανάγκη τους αναδεικνύεται η επιφανειακή ομορφιά και η ταύτιση μαζί τους είναι μάλλον δύσκολη έως ανέφικτη. Η ηρωίδα, όταν πια έχει απορροφηθεί από τον κόσμο της μόδας, αντικατοπτρίζει την ίδια την ταινία: εξωτερικά αστραφτερή και εντυπωσιακή, αλλά εσωτερικά κενή και δυσπρόσιτη.

Τα υψηλής αισθητικής πλάνα, οι όμορφες εφιαλτικές σεκάνς και οι ηρωίδες που αντανακλούν τα πρότυπα της συμβατικής ομορφιάς συνθέτουν ένα φιλμ που θέτει στον πυρήνα του ένα ζήτημα που έχει προκαλέσει αντιπαραθέσεις. Τελικά, η ομορφιά είναι επιφανειακή και ανούσια ή πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα;

Related stories

Κλείνει ένα από τα πιο αγαπημένα μεζεδοπωλεία του κέντρου

Λατρεύτηκε από τις παρέες νέων κι όχι μόνο! Τα...

Οι ταινίες της εβδομάδας 28.03-03.04.2024

Γράφει ο Λάζαρος Γεροφώτης Μεγάλη αύξηση στα εισιτήρια την εβδομάδα...

Στην οδό Αρμενοπούλου, ο Gaetano μας ταξιδεύει στην σιτσιλιάνικη επαρχία

Κείμενο: Δέσποινα Λαμπρίδου / Φωτογραφίες: Μαρία Ευσταθιάδου Αρμενοπούλου 27,στην καρδιά...

Ο Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν | Λάζαρος Αλεξάκης

    επιμέλεια στήλης: Φανή Χατζή Κάθε εβδομάδα ένας/μία συγγραφέας απαντά σε...

Μητροπολιτικό πάρκο Παύλου Μελά: Μία ανάπλαση που… άργησε πολύ

Ήταν Νοέμβριος του 2021, στη δεύτερη δύσκολη χρονιά της...