Από το Γιώργο Καρακασίδη
Μια νεαρή στρίπερ, που εκπέμπει συνεχώς κέφι κι ενέργεια (τουλάχιστον αυτό φαίνεται να δείχνει στους πελάτες) γνωρίζει έναν εικοσάχρονο Ρώσο που αποδεικνύεται γιος ζάμπλουτου ολιγάρχη. Αυτός την καλεί σε ένα πάρτι στο lux σπίτι του στο Brooklyn και στη συνέχεια της προτείνει να περάσουν μια εβδομάδα μαζί, έναντι 15.000 δολαρίων. Κατά τη διάρκεια της ξέφρενης sex, drugs & rock ‘n’ roll rap βδομάδας, πετάνε με παρέα στο Βέγκας. Εκεί ο πιτσιρικάς, Βάνια, θα προτείνει στην Άνι (που δε θέλει να τη φωνάζουν Ανόρα) να παντρευτούν, και αυτή, αφού συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι φάρσα, δέχεται, νιώθοντας ότι μόλις εξασφάλισε το διαβατήριο για μια πλουσιοπάροχη ζωή. Δεν υπολογίζει όμως στους γονείς του Βάνια στη Ρωσία, οι οποίοι με το που μαθαίνουν ότι ο γιος τους παντρεύτηκε μια στρίπερ, αναθέτουν στο νονό του, Τόρος να ακυρώσει το γάμο. Αυτός, εν μέσω εκκλησιαστικής λειτουργίας (!), στέλνει δύο μπράβους στο σπίτι του Βάνια και κάπου εκεί ξεκινά μια σειρά από κωμικοτραγικά ευτράπελα.
Ο ξέφρενος ρυθμός του φιλμ δε σε αφήνει να πάρεις ανάσα και τα 140 λεπτά διάρκειάς του εξανεμίζονται απολαυστικότατα. Μια screwball κωμωδία με ταραντινικό ύφος (χωρίς τη βία) και ανθρώπους του υποκόσμου-καρικατούρες, βγαλμένους από τον κόσμο των Κοέν.
Σταθερά αξιόλογος ως ανεξάρτητος σκηνοθέτης, ο Σον Μπέικερ, απομακρύνεται ελαφρώς από την DIY προσέγγισή του (μην ξεχνάμε ότι το Tangerine το γύρισε εξ ολοκλήρου με iphone), αλλά όχι και από τη θεματολογία του, θίγοντας για άλλη μια φορά το (υποτιμημένο) θέμα της σεξεργασίας. Παράλληλα, θέλει να περάσει το μήνυμα ότι στην εποχή που το χάσμα πλούσιων και φτωχών ολοένα και διευρύνεται, η σύγκλιση των δύο αυτών κόσμων είναι ακόμα πιο δύσκολη. Η Μάικι Μάντισον που ενσαρκώνει την Άνι, εναλλασει περίτεχνα τη γλυκύτητα με τον τσαμπουκά (όπως απαιτεί άλλωστε και το επάγγελμά της στην ταινία), ενώ αγωνίζεται κι ελπίζει μέχρι τέλους ότι δε θα ακυρωθεί ο γάμος με το Βάνια, επιστρατεύοντας ακόμα και τα ρωσικά που έχει μάθει από την Ουζμπέκα γιαγιά της (παρόλο που αποφεύγει να τα χρησιμοποιεί – ίσως λόγω ντροπής στην αμερικάνικη γη της επαγγελίας). Αν όμως αυτή η εκμοντερνισμένη εκδοχή της Σταχτοπούτας είχε στο Pretty Woman ευτυχή κατάληξη-απόρροια της ρομαντικής αισιοδοξίας των 90s, ποια κατάληξη μπορεί να έχει στην εκτροχιασμένη εποχή της χωρίς όνειρα Gen-Z; Η απάντηση θα έρθει, αλλά λίγο η έλλειψη εμβάθυνσης των χαρακτήρων λίγο μια αίσθηση επαναληψιμότητας δε βοηθούν τόσο στην εμπέδωσή της, προτάσσοντας πιο πολύ το κομμάτι της διασκέδασης του θεατή (χωρίς σώνει και ντε αυτό να είναι κακό. Κάθε άλλο).
Θα περάσεις καλά; Σίγουρα, ναι.
Θα θυμάσαι την ταινία για πολύ καιρό; Χμμ, μπορεί και όχι. Τουλάχιστον όχι τόσο όσο συνηθίζεται να θυμάται κανείς μια ταινία που απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.