Σάν σήμερα τό 1623 γεννήθηκε ὁ Μπλαίζ Πασκάλ. Παλιότερα τά βιβλία τόν ἔλεγαν Βλάσιο Πασκάλ. Ὁ Πασκάλ ἦταν ἕνα παιδί θαῦμα. Ἡ μητέρα του πέθανε ὅταν ἦταν τριῶν μόλις ἐτῶν. Λίγο ἀργότερα ὁ πατέρας τοῦ μικροῦ Μπλαίζ, Ἐτιέν Πασκάλ, ἕνας πλούσιος φοροεισπράκτορας καί παθιασμένος ἐρασιτέχνης μαθηματικός, μετακόμισε στό Παρίσι, ὅπου προσωπικά ἐπέβλεψε τήν κατ' οἶκον ἐκπαίδευση τοῦ γιοῦ του. Ὁ Ἐτιέν εἶχε κάποιες παράξενες ἀπόψεις. Ἀποφάσισε πώς ὁ γιός του Μπλαίζ δέν ἔπρεπε νά διδαχθεῖ μαθηματικά πρίν ἀπό τά 15 του χρόνια καί γι' αὐτόν τόν λόγο ἀπομάκρυνε κάθε εἴδους μαθηματικό ἐγχειρίδιο ἀπό τό σπίτι στό ὁποῖο διέμεναν. Ὅμως τό μόνο πού κατάφερε μέ αὐτήν τήν κίνηση ἦταν νά ἐξάψει τήν περιέργεια τοῦ νεαροῦ Μπλαίζ γιά τό ἀπαγορευμένο ἀντικείμενο. Ἔτσι ὁ νεαρός Πασκάλ ἄρχισε νά μελετᾷ γεωμετρία σέ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν. Ἀνακάλυψε μόνος του ὅτι τό ἄθροισμα τῶν γωνιῶν ἑνός τριγώνου ἰσοῦται μέ δύο ὀρθές γωνίες.
Ὅταν ὁ πατέρας του εἶδε τά ἐπιτεύγματα τοῦ γιοῦ του, ἐντυπωσιάστηκε τόσο ὥστε ἀποφάσισε νά ἄρει τήν ἀπόφασή του καί νά ἐπιτρέψει στόν γιό τή μελέτη μαθηματικῶν κειμένων, ἀρχίζοντας μέ τό κλασικό ἔργο Στοιχεῖα τοῦ Εὐκλείδη. Ὁ νεαρός Μπλαίζ στά 16 του ἀνέπτυξε σέ μία πραγματεία περί κωνικῶν τομῶν τό θεώρημα πού φέρει τό ὄνομά του. Ἀπό τό 1641 καί γιά περίπου 3 χρόνια ἀσχολήθηκε μέ τήν κατασκευή μιᾶς ἀριθμομηχανῆς πού μποροῦσε νά κάνει πρόσθεση καί αφαίρεση, ἡ ὁποία ὀνομάστηκε «Πασκαλίνα». Αὐτή μοιάζει πολύ μέ τίς ἀριθμομηχανές πού κυκλοφόρησαν πολύ ἀργότερα σέ ὅλον τόν κόσμο στίς δεκαετίες τοῦ 1940 καί 1950. Αὐτή ἡ ἐφεύρεση τοῦ Πασκάλ ἀναγνωρίζεται μέ δίπλωμα εὐρεσιτεχνίας τό 1649, ἀλλά ἐμπορικά εἶναι μιά ἀποτυχία λόγῳ τῆς πολύ ὑψηλῆς τιμῆς της. Οἱ ἄνθρωποι θά ἐξακολουθήσουν νά ἐκτελοῦν ἀριθμητικές πράξεις μέ τόν ἄβακα ἤ τά δάκτυλά τους γιά πολλά χρόνια ἀκόμη. Ἐμπορική ἐπιτυχία θά γνωρίσει ἡ «Πασκαλίνα» περίπου 270 χρόνια μετά (!), ὅταν τό 1918 κατασκευάζεται μία ὅμοια συσκευή ἐκτέλεσης προσθαφαιρέσεων μέ τό ὄνομα «Addometer».
Ὁ Πασκάλ τό 1647 ἀνακάλυψε τήν Ἀρχή τοῦ Πασκάλ καί τή χρήση τοῦ βαρομέτρου γιά τή μέτρηση τοῦ ὑψομέτρου.
Ὅταν ἦταν 20 ἐτῶν ὁ Πασκάλ ἀρρώστησε καί οὐσιαστικά ποτέ δέν ἀνέκτησε τίς δυνάμεις του. Στά τελευταῖα του χρόνια φαίνεται νά μειώθηκε τό ἐνδιαφέρον του γιά τά μαθηματικά καί ἑστίασε περισσότερο τήν προσοχή του στή συγγραφή θρησκευτικῶν βιβλίων. Τό 1654 βίωσε τήν ἐμπειρία ἑνός μυστικιστικοῦ ὁράματος καί τότε ἀποσύρθηκε στό μοναστήρι Port Royal, ὅπου καί ἀφοσιώθηκε, παράλληλα μέ τίς μαθηματικές ἐργασίες του, σέ θεολογικές καί φιλοσοφικές μελέτες. Τό ἔργο του γιά τήν ὑποστήριξη τοῦ Χριστιανισμοῦ, Pensées (Στοχασμοί), στό ὁποῖο ὁ Πασκάλ ἐργαζόταν ἀπό τό 1654 καί μέ τό ὁποῖο προσπάθησε νά μεταφέρει τούς νόμους τῆς Λογικῆς στή χριστιανική θρησκεία, ἔμεινε ἀνολοκλήρωτο, πιθανόν λόγῳ τῆς σταδιακά ἐπιδεινούμενης ὑγείας τοῦ μεγάλου φιλοσόφου. Ἄλλοι βέβαια ἐκτιμοῦν (Μπέρτραντ Ράσελ) ὅτι τό ἐγχείρημα αὐτό ἀπέτυχε λόγῳ τῶν ἀδιεξόδων πού συνάντησε ὁ Πασκάλ στήν ἐπιχειρηματολογία του.
Πέθανε στό Παρίσι στίς 9 Αυγούστου 1662, μόλις 39 ἐτῶν