HomeCinemaΕξώστης Θ17o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Η όψη της...

17o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Η όψη της ντροπής

Μία ταινία από τη θεματική ενότητα
“Καταγραφή μνήμης”, μία από τα “Ανθρώπινα δικαιώματα” και ένα ντοκιμαντέρ στα
πλαίσια του αφιερώματος στον μεγάλο αυστριακό σκηνοθέτη Χούμπερτ Ζάουπερ είναι
η παρακαταθήκη μας από τη σημερινή ημέρα του Φεστιβάλ. Καθώς η όμορφη γιορτή
των ταινιών τεκμηρίωσης οδεύει σιγά σιγά προς την επίσημη (σήμερα το βράδυ με
την τελετή λήξης και απονομή των Βραβείων Κοινού) αλλά και ουσιαστική (Κυριακή
η προβολή των τελευταίων φιλμ) λήξη της, δεν μπορείς πάρα να ευχηθείς κάτι
δυστυχώς ουτοπικό: Να βρουν όλες αυτές οι τόσο ιδιαίτερες δημιουργίες, που
γυρίστηκαν με τόση αγάπη, μεράκι και αφοσίωση, τη διανομή που τους αξίζει και
την προβολή τους στις κινηματογραφικές αίθουσες. Η σχέση εξάλλου που αναπτύσσει
ο ντοκιμαντερίστας με το αντικείμενο της έρευνάς του, είναι κάτι τόσο μοναδικό,
ένας σχεδόν οικογενειακός δεσμός που σίγουρα θα έπρεπε να μεταδοθεί και να
εκτιμηθεί από τους θεατές, ακόμη και από αυτούς που αντιμετωπίζουν διστακτικά
το συγκεκριμένο είδος.

Το “Θα πέσει η νύχτα” είναι ένα
ντοκιμαντέρ για ένα ημιτελές ντοκιμαντέρ. Η νέα ταινία του κατά κύριο λόγο
τηλεοπτικού σκηνοθέτη Αντρέ Σίνγκερ αποπειράται να συνθέσει την ιστορία
ενός φιλμ, το οποίο ξεκίνησε να δημιουργείται με μεγάλες προσδοκίες, αλλά
έμεινε τελικά για πάνω από εβδομήντα χρόνια ανολοκλήρωτο. Το περιεχόμενο αυτού
του ξεχασμένου αγγλικού αριστουργήματος ίσως είναι το πιο φρικιαστικό και
αποτρόπαιο που έχει αντικρίσει ποτέ ο άνθρωπος. Μέσα από τη χρήση εξαιρετικού
αρχειακού υλικού και ντοκουμέντων που για πρώτη φορά έρχονται στο φως, η ταινία
μιλά για τις απόπειρες καταγραφής και τεκμηρίωσης των απίστευτων σκηνών με τις
οποίες ήρθαν αντιμέτωποι οι σύμμαχοι στο τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου,
καθώς έμπαιναν μέσα στα αναρίθμητα στρατόπεδα συγκέντρωσης, εργασίας και
μαζικής εξόντωσης των ναζί. Οι εικόνες των στοιβαγμένων ανθρώπινων πτωμάτων
παγώνουν το αίμα, οι βούβες μαρτυρίες συγκινούν και ο νους δεν μπορεί να
χωρέσει τη βαρβαρότητα που οι ανατριχιαστικές ερασιτεχνικές λήψεις αναδύουν. Η
αφήγηση αυστηρή, σε βρετανικό στιλ, περιγραφεί τις προσπάθειες και δυσκολίες
του παραγωγού του φιλμ Σίντνεϊ Μπέρνσταϊν, καθώς το υλικό συσσωρευόταν, τα
τεχνικά εμπόδια πλήθαιναν και κυρίως οι ίδιες οι εικόνες της κόλασης του
ολοκαυτώματος καθιστούσαν την επεξεργασία τους καθημερινό μαρτύριο. Παρότι
χρησιμοποιήθηκε μέχρι και ο προσωπικός φίλος του Μπέρνσταϊν, ο μεγάλος Άλφρεντ
Χίτσκοκ, ως επιβλέπων σκηνοθέτης (η ταινία θεωρείται το μοναδικό ντοκιμαντέρ
του κινηματογραφιστή, αν και η πραγματική συμβολή του στο εγχείρημα παρέμεινε
ελάχιστη) το εγχείρημα τελικώς δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί, αφού καθυστερήθηκε
σκόπιμα από τις πολίτικες αρχές, θορυβημένες από το αναπτυσσόμενο σιωνιστικό
κίνημα, αλλά και γιατί η Γερμανία έμοιαζε αναγκαίος μεταπολεμικός, αντί-σοβιετικός
σύμμαχος. Η ταινία είναι ένας πραγματικός εφιάλτης, με σκηνές που δεν είχαν
ξαναπροβληθεί ως τώρα. Σκηνές που αν δεν καταφέρουν να συγκλονίσουν, τότε η
νύχτα έχει ήδη πέσει…

Επαναπροβάλλεται την Κυριακή, 22 Μαρτίου,
στις 18:15 στον κινηματογράφο Ολύμπιον


Ο σκηνοθέτης Τόμας Τζι Μίλερ και
το ντοκιμαντέρ του “Απαγορευμένη Αγάπη” αφηγούνται το χρονικό μιας
ανθρώπινης σχέσης που κράτησε σχεδόν 41 χρόνια. Μια γλυκόπικρη ιστορία
ανθρωπιάς, συντροφικότητας, κατανόησης και ατέρμονης σύγκρουσης με το
κατεστημένο και τα στερεότυπα. Μια πραγματική υπόθεση που κλόνισε τα
συντηρητικά αντανακλαστικά της αμερικάνικης κοινωνίας της δεκαετίας του 70, που
αντιμετωπίστηκε με αισχρό κοινωνικό ρατσισμό ακόμη και από τους επισήμους
κρατικούς φορείς και επιβεβαίωσε έμπρακτα τον διαχωρισμό σε πολίτες πρώτης και
δεύτερης κατηγορίας. Ο Αμερικάνος Ρίτσαρντ Άνταμς και ο Αυστραλός Τόνι Σάλιβαν,
έγιναν το 1975 ένα από τα πρώτα ζευγάρια ομοφυλοφίλων που καταφέραν να
παντρευτούν στην πολιτεία του Κολοράντο. Καταθέτοντας τα απαραίτητα χαρτιά για
τη χορήγηση βίζας και μόνιμης παραμονής του Τόνι στη χώρα έλαβαν πολύ γρήγορα
μία και μόνο απάντηση από την υπηρεσία μετανάστευσης, η οποία απέρριπτε το
αίτημά τους επειδή “δεν αποδείξατε πως μπορεί να υπάρξει μια γνήσια έγγαμη
σχέση ανάμεσα σε δύο αδελφές …”. Από τότε και στο εξής, η ζωή τους μετατράπηκε
σε μια καθημερινή πάλη ενάντια στο ομοφοβικό πολίτικο και δικαστικό σύστημα, ανοίγοντας
ουσιαστικά το δρόμο για την αναγνώριση των γκέι γάμων και των δικαιωμάτων τους,
κάτι που δεν έχει ακόμη αποπερατωθεί πλήρως. Οι διαρκείς δικαστικοί αγώνες, η
αναγκαστική απέλαση του Τόνι αλλά και του Ρίτσαρντ που τον ακολούθησε, η
παράνομη επιστροφή μέσω του Μεξικού, η αμέριστη υποστήριξη από τους συγγενείς του
Ρίτσαρντ και κυρίως η συμπαράσταση, φροντίδα και αγάπη του ζευγαριού, συμπυκνώνονται
σε μια ταινία που, ακροβατώντας ανάμεσα σε δύο σημαντικά κοινωνικά
ζητήματα  (της διάκρισης αλλά και της
απόκτησης υπηκοότητας στις ΗΠΑ) ξεκάθαρα προσπαθεί να αποδείξει ότι η παραδοχή
της φυσιολογικότητας της σεξουαλικής ταυτότητας του καθενός, είναι ένα από τα
σημαντικότερα και πιο επίπονα κατακτημένα ανθρώπινα δικαιώματα. Πάνω απ’ όλα
όμως το φιλμ εξακολουθεί να παραμένει μια υπέροχη ιστορία αγάπης, ένα ατελείωτα
συγκινητικό love
story, που μπορεί εύκολα να σφραγιστεί μέσα σε μια απλούστατηρητορική
ερώτηση που τόσο αυθόρμητα έρχεται στο νου: Αλήθεια, πόσο κακό θα μπορούσαν να
προξενήσουν δυο άνθρωποι που αγαπιούνται τόσο πολύ;

Πρόκειται αναμφισβήτητα για έναν από τους
σημαντικότερους ευρωπαίους ντοκιμαντερίστες. Ο λόγος για τον αυστριακό Χούμπερτ
Ζάουπερ
του οποίου το τελευταίο πολύκροτο δημιούργημα με τίτλο “Ερχόμαστε
εν ειρήνη
” προβλήθηκε εχθές στο ως συνήθως ασφυκτικά γεμάτο Ολύμπιον. Με αφοπλιστική αμεσότητα,
σε ύφος σινεμά βεριτέ, ο σκηνοθέτης παρουσιάζει το τελευταίο επεισόδιο της
διαίρεσης της Αφρικής. Ξεκινώντας από τη Γαλλία με ένα μικρό, σχεδόν αυτοσχέδιο
αεροπλάνο φτάνει στο Σουδάν ανακαλύπτοντας πρώτα από ψηλά (με λήψεις
υπερβατικές που θυμίζουν κάτι από το σύμπαν του Μάλικ) τις ατέλειωτες ουλές
μιας χώρας που δεν προλαβαίνει να τις μετρά. Με έκδηλες την ειρωνεία και το
σαρκασμό (παρομοιάζοντας τους λευκούς με εξωγήινους), μέσω της πρόσφατης
διχοτόμησης της μεγαλύτερης αφρικανικής χωράς, επιχειρεί να καταδείξει το
καθεστώς σύγχρονης αποικιοκρατίας και χωρίς όρια εκμετάλλευσης ολόκληρης της
ηπείρου από τις μοντέρνες οικονομικές αυτοκρατορίες. Οι κάτοικοι του πάμπλουτου
σε φυσικούς πόρους αλλά πάμφτωχου σε ανθρώπους Σουδάν, βρίσκονται μεταξύ σφύρας
και άκμονος καθώς Αμερική και Κίνα αποφασίζουν να τους “εκπολιτίσουν” με τη βια
και να “φέρουν την ανάπτυξη” η οποία τυγχάνει να εξυπηρετεί προπαντός τους
ίδιους. Ο Ζάουπερ, μην αφήνοντας περιθώρια για παρερμηνεύσεις, εμβαθύνει
στο μεγαλύτερο ψέμα του πολιτισμού μας, παραδίδοντας μετά από σχεδόν έξι χρόνια
δουλειάς ένα έργο που δεν δίνει εύκολες απαντήσεις (ίσως δεν δίνει καμία
απάντηση) θέτει όμως πολλές και οδυνηρές ερωτήσεις. Φτάνεις σε σημείο να μην
μπορείς να αντέξεις, να μην ξέρεις αν θα έπρεπε να γελάς ή να κλαις. Κινέζοι
εργάτες σε πετρελαιοπηγές, ειρηνευτικές δυνάμεις του ΟΗΕ, Σουδανοί
παραστρατιωτικοί ηγέτες και Αμερικανοί ευαγγελιστές παραδόξως βρίσκουν όλοι
κοινό έδαφος σε αυτό το δημιούργημα που στο τέλος αφήνει εσένα να αποφασίσεις
ποιόν πρέπει να βαραίνει η ευθύνη όλων αυτών που ξετυλίγονται μπροστά σου. Ακούγοντας
τον σωστότερο ορισμό της έννοιας “αποικιοκρατία” από έναν αγράμματο “τρελό” και
έχοντας νιώσει τόσο βαθιά τον απόλυτο εξευτελισμό της λέξης “ειρήνη”, δεν
μπορείς παρά να αισθανθείς οργή, ματαιότητα, αλλά κυρίως ντροπή για αυτό που
βλέπεις, για αυτό που είσαι.

Related stories

Γιατί το Studio Ghibli Θεωρείται η ‘Disney’ της Ιαπωνίας

Studio Ghibli: Το μαγεμένο βασίλειο της Ιαπωνικής κινηματογραφίας Όταν μιλάμε...

«Πες το Ψέματα»: Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις – Τι ανακοίνωσαν οι διοργανωτές

Ακυρώθηκαν οι παραστάσεις του κωμικού show «Πες το Ψέματα»...

Ο Αντώνης είναι ο φωτογράφος που αποτυπώνει την ομορφιά της Ίριδας

Στον κόσμο της φωτογραφίας, η δημιουργικότητα δεν έχει όρια,...