Το
ταξίδι μας στον καλλιτεχνικό κόσμο του ντοκιμαντέρ συνεχίζεται και σήμερα με
ταινίες καταγραφής γεγονότων και τεκμηρίωσης ιστοριών που συγκινούν, γεμίζουν
πόνο και θλίψη για την χαμένη αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά αφήνουν
και μια χαραμάδα ελπίδας, βλέποντας άλλους να αντιστέκονται, να βγαίνουν
μπροστά και να συγκρούονται με κατεστημένα συμφέροντα, με στερεότυπα και
παγιωμένες λογικές υποταγής στον δυνατό, σε αυτόν που ξέρει καλύτερα. Στον “υγιή”.
Από τους κατατρεγμένους δημοσιογράφους του Ιράν, στους ηρωικούς φυλακές του
Εθνικού Πάρκου Βιρούνγκα και από εκεί στους (μεσαιωνικός όρος) παράφρονες, στους
εγκλεισμένους σε άθλιες ψυχιατρικές δομές, στους φυλακισμένους. Στους ανθρώπους
που μάχονται για αυτο που πιστεύουν, που στηρίζουν αυτο που αισθάνονται, που
είναι έτοιμοι να υποστούν τις συνέπειες των επιλογών τους. Στους ανθρώπους που
ελπίζουν σε έναν κόσμο διαφορετικό. Έναν κόσμο ελευθερίας, κατανόησης και
αγάπης.
Η πρώτη ταινία της ημέρας είναι το
σπαρακτικό ντοκιμαντέρ του Ιρανού Άχμαντ Τζαλάλι Φαραχάνι με τίτλο “Είμαστε
δημοσιογράφοι”. Το φιλμ αποδεικνύει με τον εμφατικότερο τρόπο ότι το να
παραμένεις δημοσιογράφος και να αναζητείς την αλήθεια σε μια χώρα όπως το Ιράν
είναι μια διαρκής πάλη.Η λογοκρισία, οι διωγμοί, η ψυχολογική βια, οι βασανισμοί και οι
φυλακίσεις είναι πια καθημερινό φαινόμενο μιας φονταμενταλιστικής χώρας, μιας
χώρας που αργοπεθαίνει κάτω από την ολοκληρωτισμό και τη φίμωση της ελεύθερης
έκφρασης. Το κατηγορητήριο είναι βαρύ, φτάνεις σε σημείο να νιώθεις ότι δεν
υπάρχει πια καμιά ελπίδα. Οι δημοσιογράφοι είναι αναγκασμένοι να
ριψοκινδυνεύουν καθημερινά τη ζωή τους, απλούστατα γιατί επιχειρούν να κάνουν
τη δουλειά τους. Μέσω μιας μικρής ανάδρομης στην αβάσταχτη πολιτική ιστορία του
Ιράν της κουλτούρας, της μουσικής, των επιστημών, αλλά του θρησκευτικού
φανατισμού, ο σκηνοθέτης αφηγείται την προσωπική του ιστορία, η οποία
ταυτόχρονα γίνεται και μαρτυρίαόχι μόνο για τον προσωπικό πόνο και τα δεινά που
υπέφερεο ίδιος στον αδιάκοπο αγώνα του για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά
επίσης και για τη συμφορά που βρήκε πολλούς Ιρανούς δημοσιογράφους οι οποίοι
έχασαν τον επιούσιο όταν οι εφημερίδες στις οποίες δούλευαν απαγορεύτηκαν. Αναλογιζόμενος
κάνεις τα προβλήματα, την ρητή απαγόρευση και τα ελάχιστα τεχνικά μέσα, δεν
μπορεί πάρα να παρασυρθεί από την δύναμη της εικόνας, να συλλογιστεί πάνω στο
δικαίωμα της σωστής και ελεύθερης πληροφόρησης και να αναπολήσει μαύρες στιγμές
της ελληνικής πολίτικης ιστορίας ακούγοντας την επαναγέμιση των οπλών που
συνοδεύουν τις σκηνές της ταινίας.
Θα επαναπροβληθεί το Σάββατο, 20 Μαρτίου
στις 20:00, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας
Το νέο ντοκιμαντέρ της Καλλιόπης Λέγακη
με τον εύγλωττο τίτλο “Ψ”, προβάλλεται στο Φεστιβάλ, ανήκοντας στο ειδικό τμήμα
“Μικρές Αφηγήσεις” που πραγματεύεται κυρίως προσωπικές ιστορίες που ξεχωρίζουν
για την ιδιαιτερότητα των θεμάτων και τους τρόπους καταγραφής τους. Το φιλμ, παρουσιάζοντας
6 μικρές ιστορίες ανθρώπων που πάσχουν από διάφορες (και σίγουρα όχι της ίδιας
βαρύτητας) ψυχιατρικές διαταραχές, επιχειρεί να καταγράψει την ιδιαίτερα
απαιτητική πραγματικότητα την οποία είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουν
καθημερινά οι άνθρωποι με τέτοιου είδους προβλήματα, αλλά ταυτόχρονα
αποπειράται να αποτυπώσει την μεγάλη αποτελεσματικότητα των -δυστυχώς έως τώρα
ελάχιστων- μονάδων επανένταξης των ψυχικά ασθενών, οι οποίες ξεκινήσαν να
ιδρύονται με την εξέλιξη της ψυχιατρικής επιστήμης, την καινοτόμα μεταρρύθμιση
της δεκαετίας του ογδόντα και την σταδιακή (στην Ευρώπη τουλάχιστον) αποασυλοποίηση.
Το φιλμ, που στην ουσία εξαντλείται σε μια σειρά από συνεντεύξεις, μοιράζεται
ανάμεσα στην Αθηνά και το τοπικό Κέντρο Ημέρας και στη Θεσσαλονίκη και το
Παρατηρητήριο στα Δικαιώματα Ψυχικής Υγειάς, ακολουθώντας ανθρώπους, μαθαίνοντας
τις ιστορίες τους και συλλέγοντας μαρτυρίες που προσδίδουν έκδηλα την ανάγκη (όπως
άλλωστε του καθενός από εμάς) για κατανόηση του προβλήματος, για αγάπη, στήριξη
και αξιοπρέπεια. Η σκηνοθέτης αφήνει σκόπιμα το λόγο μόνο στους συνομιλητές της
και αυτοί φαίνεται τελικά να την δικαιώνουν, καταφέρνοντας αφενός να
προβληματίσουν για την προβληματική ελληνική πραγματικότητα (τόσο στον τομέα
της ανεπαρκούς ψυχικής περίθαλψης όσο και στην γεμάτη ταμπού και προκαταλήψεις
κοινωνία του σήμερα ) και αφετέρου να τονίσουν την μεγάλη τους ανάγκη να μην
μένουν στο περιθώριο, να μην υφίστανται κοινωνικό και υπαρξιακό μηδενισμό, να
διεκδικούν τις επιθυμίες και τα όνειρά τους. Αμυδρά ημιτελής και πρόχειρη, άλλα
παρόλα αυτά αξιόλογη προσπάθεια.
Θα επαναπροβληθεί τηνΠαρασκευή, 20 Μαρτίου
στις 17:30, στην αίθουσα Τόνια Μαρκετάκη
Η διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, της
άγριας ζωής και των Εθνικών Πάρκων, είναι μια βασανιστική, γεμάτη αντιξοότητες
καθημερινότητα. Όταν ειδικά πρόκειται για μια προστατευόμενη περιοχή της ήδη
αιματοβαμμένης χωράς της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό, όσοι αναλαμβάνουν αυτο
το δύσκολο και επικίνδυνο εγχείρημα, είναι έτοιμοι χωρίς υπερβολή να θυσιάσουν
ακόμη και τη ζωή τους για τη ζωή της φύσης. Προβάλλοντας λοιπόν ταυτόχρονα το
καλύτερο, αλλά και το τρομακτικότερο της ανθρώπινης ύπαρξης το υπέροχο
δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του Ορλάντο φον Άινζιντελ (με τον Λεονάρντο Ντι
Κάπριο στην παραγωγή) βυθίζεται βαθιά σε ένα αρρωστημένο δίκτυο δωροδοκίας,
βιας και διαφθοράς, που επιχειρείται να στηθεί γύρω από την εκμετάλλευση των
φυσικών πόρων του Διεθνούς -και προστατευόμενου- Εθνικού Πάρκου της Βιρούνγκα, πατρίδα εκτός άλλων και
των τελευταίων οχτακοσίων (!) ορεσίβιων γοριλλών του πλανήτη. Οι ταραγμένες
ζωές των κάτοικων της περιοχής, όπως και η αυταπάρνηση και το θάρρος των λίγων,
ιδεαλιστών φυλάκων δοκιμάζονται, καθώς πολλαπλές δυνάμεις συγκρούονται για τον
έλεγχο του πάρκου. Μεγάλες πολυεθνικές (όπως η αγγλική “Soco International”), αντάρτες που ζητούν
ποσοστά από μια πιθανή εξόρυξη πετρελαίου, ρατσιστές μεγαλοεπιχειρηματίες και
διεφθαρμένοι στρατηγοί, συνθέτουν ένα ζοφερό και απεγνωσμένο σκηνικό, εν μέσω
του οποίου βρίσκονται (μαζί και ο φον Άινζιντελ με την ομάδα του) οι
θαρραλέοι προστάτες του Πάρκου, της μεγαλύτερης βιοποικιλότητας της Γης, της
ίδιας μας της αξιοπρέπειας. Εναλλάσσοντας πλάνα φυσικής ομορφιάς που κόβουν την
ανάσα, με αποσπάσματα όμοια με ανταπόκριση πολεμικού ρεπορτάζ, ο σκηνοθέτης
παραδίδει στο έκπληκτο κοινό μια ταινία σοκ, που προκαλεί δέος, που μαγνητίζει
το βλέμμα, που εξοργίζει (καθώς γίνεσαι μαρτυράς ανυπολόγιστης καταστροφής) και
συγκινεί ταυτόχρονα. Το Πάρκο, καθώς το φιλμ εξελίσσεται, μοιάζει ολοένα και
περισσότερο με το τελευταίο οχυρό λογικής, αγάπης και ορθολογισμού, καθώς ο
κλοιός ολοένα και στενεύει, καθώς η τρυφερή αγκαλιά των γοριλλών (“είναι απλά
γαμημένες μαϊμούδες” αποκρίνεται εμετικά κάποιος ευρωπαίος μισθοφόρος) σφίγγει
φοβισμένα τον μοναδικό άνθρωπο που εμπιστεύονται. Ο ανθρώπινος δε θρήνος της ελεγειακής τελετουργίας ταφής, ενός
πανέμορφου μεγάλου αρσενικού (όμοιος σχεδόν σε όλα με αυτόν της κηδείας ενός εκ
των φυλάκων του Πάρκου) μένει ανεξίτηλα χαραγμένος στη μνήμη, όπως εξάλλου και
το ευγενικό, γεμάτο αγάπη και κατανόηση πρόσωπο του βασικού φροντιστή των
κατατρεγμένων ζώων. Κάποια στιγμή, ένας από τους δασοφύλακες, καθώς προσπαθεί
να στοχαστεί πάνω στα συντρίμμια της χτεσινοβραδινής επίθεσης, μονολογεί: “Δεν
είμαι τελικά και κάτι ιδιαίτερο”. Επιτρέψτε μας να διαφωνήσουμε. Έχοντας ακόμη
στα αυτιά σου το σπαρακτικό μουσικό θέμα (με τη φωνή του μεγάλου Σαλίφ Κεϊτά να
σπάζει τη σιωπή) δεν μπορείς πάρα να επιβεβαιώσεις ότι πρόκειται για ένα από τα
καλύτερα ντοκιμαντέρ της χρονιάς.
Θα επαναπροβληθεί την Κυριακή, 21 Μαρτίου
στις 20:30, στον κινηματογράφο Ολύμπιον