γράφει ο Άγγελος Μαλλίνης / Οι φωτογραφίες είναι της Όλγας Δέικου
Ήρθε η στιγμή. Τι σκέφτεσαι ώρες μπροστά στην ανοιχτή βαλίτσα; Πρέπει να τα χωρέσεις όλα για την επιστροφή, τα πρώτα μπάνια του Ανδρέα στη μικρή Λαγόμανδρα, την προβολή Φως εκ φωτός στο 9ο parthenώn που παρακολούθησες κρατώντας το χέρι της κόρης σου, το ρυθμικό χτύπημα του αέρα στη γλώσσα της τέντας στην αυλή όταν πίνατε καφέδες με την Θύμη τα πρωινά, τον θόρυβο από την σπασμένη εξάτμιση της μηχανής μέσα στην μεσημεριάτικη ησυχία, τις αυγoφέτες της γιαγιάς Στέλλας τα απογεύματα, τις διαδρομές στο Δραγουντέλι αχάραγα με τον θείο Θανάση και τον παππού Μπίλη. Μη ξεχάσεις να βάλεις στη βαλίτσα Το τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη του Gianfranco Calligarich. Όλα τα πήρε το καλοκαίρι, κλείσε την πόρτα και κλείδωσε.
Πίσω στη πόλη. Πήρες το πατίνι της Στελίνας και στέκεσαι στην αερογέφυρα της Βούλγαρη, η πόλη μπροστά σου. Θες να την κατακτήσεις ξανά ή να σου δοθεί; Αφήνεις ελαφρά το πατίνι να τσουλήσει και ανεβαίνεις, η κατηφόρα σε πηγαίνει. Το κόβεις αριστερά στους τρεις Ιεράρχες, ευθεία και βγαίνεις Όλγας. Κάνεις σλάλομ αναμεσά στα αυτοκίνητα. Μπαίνεις Βαφοπούλου, αρπάζεις από την βιτρίνα του Μυθιστορία τη Γραμμή του ορίζοντος του Χρήστου Βακαλόπουλου και επιστρέφεις Όλγας σκαρφαλώνοντας στην οροφή του 7 ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ-ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ αλλά έχει κίνηση ακόμη και η λεωφοριογραμμή, η ΔΕΘ είναι για την Θεσσαλονίκη ότι ο Άγιος Μάμας για την Χαλκιδική και τα δυο πανηγύρια στο είδος τους, η διαφορά είναι πως με την ΔΕΘ η πόλη παίρνει μπροστά ενώ με τον Άγιο Μάμα η Χαλκιδική σβήνει. Από την οροφή του λεωφορείου πιάνεις τον αχό της πόλης και τα βάσανα της. Κατεβαίνεις με ένα σάλτο από το λεωφορείο και ανεβαίνεις την Σαραντοπόρου για να πάρεις φόρα από την Λ. Στρατού. Tο πατίνι πατάει στις πύλες του Τσάρα έξω από το αγαπημένο σου Βυζαντινό Μουσείο και σε πετάει στην στέγη της ΧΑΝΘ. Αράζεις στα κεραμίδια και βγάζεις από το σακίδιο το Σούπερ Δυνάμεις του Κυριάκου Γιαλένιου, σταματάς για λίγο την ανάγνωση και θαυμάζεις από εκεί τον παχύρευστο Θερμαϊκό. Μπαίνεις από το φωταγωγό και κατεβαίνεις στις μύτες από το θέατρο Αυλαία.
Βγαίνοντας στη Τσιμισκή πετυχαίνεις τον συμμαθητή σου τον Γιάννη με το μηχανάκι, κάνει δεύτερη δουλειά delivery στην efood τον ρωτάς που πηγαίνει και σου λέει Αγίου Δημητρίου. –Εκεί πηγαίνω του λες χωρίς να ισχύει, τον ρωτάς θα με πετάξεις; σου λέει ναι και ανεβαίνεις. Διασχίζετε την Τσιμισκή και παίρνετε την Βενιζέλου ως την πλατεία Διοικητηρίου. Του ζητάς να παραδόσεις εσύ την παραγγελία, το σκέφτεται, σου γνέφει θετικά. Χτυπάς κουδούνι, – η παραγγελία σας, σου ανοίγει ένας έφηβος αδύνατος, ψηλός με γυαλιά χωρίς μπλούζα, εικάζεις πως ήταν ώρες κλειδωμένος στο δωμάτιο του και άκουγε ραπ. Θα μπορούσε να είναι και ο Κωστής από το βιβλίο της Σοφίας Νικολαΐδου Δικά μας Παιδιά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Μισό λεπτό σου λέει και βάζει το σύρτη στη πόρτα. Από τη σχισμή μυρίζεις μια διαφορετική Θεσσαλονίκη, χαζεύεις τα βιβλία και μαντεύεις τίτλους στην ακατάστατη βιβλιοθήκη δίπλα στη μπαλκονόπορτα από όπου φαίνεται καθαρά ο Άγιος Δημήτριος, κατακόκκινος, μαρτυρικός από τις αντανακλάσεις της δύσης. Επιστρέφει, σου δίνει φιλοδώρημα ένα ευρώ, είσαι τρισευτυχισμένος.
Ώρα για τη μεγάλη κατεβασιά. Με το πατίνι κατεβαίνεις την Ιασωνίδου, παντού νεαροί πρωτοετείς, ψάχνουν ή ψάχνονται σε στέκια που τους πρότειναν απόφοιτοι που ζήσανε προηγούμενα αξέχαστα φοιτητικά χρόνια, όμως εκείνα αλλάξανε, ήρθανε νέα και αυτά τα αντικατέστησαν άλλα. Νόστος, Αβησσυνία, Columbia, το Πτυχίο, η Μικρή Φρίντα. Όλοι κάπου θα χωρέσουν, αυτό λέει η εμπειρία πια. Η Καμάρα είναι στα φόρτε της, βράζει. Τώρα θα την γνωρίσουν όλοι. Τώρα θα γίνει story στο instagram για τους περισσότερους. Εδώ είναι το ραντεβού για όλους, τουλάχιστον για τους επομένους δύο μήνες. Απέναντι η Ναβαρίνου έχει το στόμα της ανοιχτό καθώς βραδιάζει. Δεν θα μπεις, δεν είναι αυτή η πλατεία που ξέρεις, δεν είναι κρέπα με nutella. Θα πας αντίθετα στην Εγνατία και θα μπεις ΠΠΓ (Παλαιών Πατρών Γερμανού) και θα κατηφορίσεις, θα χαιρετήσεις τον Νίκο τον ιδιοκτήτη του Local που μιλάει με μια παρέα δημοσιογράφων που φθάσανε στη πόλη για τη ΔΕΘ. Μετά το κλείσιμο του Social θα βρεις όλη τη πόλη σε αυτό το μαγαζί, από τον μεγαλογιατρό του Πανοράματος μέχρι την Nail Designer της Μενεμένης. Είπαμε: η πόλη είναι εβαπορέ.
Περνάς από την Ικτίνου. Στέκεσαι βουβός μπροστά από τα κλειστά εδώ και χρόνια Μικρό και Διατηρητέο. Θυμήθηκες που πριν είκοσι χρόνια ρεμβάζετε με τον νονό Κώστα και τον άλλο Κώστα Λ. γεμάτοι πόζα, καβλαντίζοντας πρωί- απόγευμα. Διαβάζατε τις Νυχτερινές Πτήσεις του Γεωργελέ ή το περιοδικό Cool πληρώνοντας 5€ τον φρέντο που μόλις είχε σκάσει στη πόλη. Περνούσε και ο Τσιτσόπουλος από εκεί τελειώνοντας την εκπομπή στο republic και σας ρωτούσε που είστε ρε μάγκες; Σε λίγους μήνες βγαίνει το βιβλίο του η Ανθούλα Σταθοπούλου στην Εγνατία με νεύρα από τις εκδόσεις Αρμός. Πλέον βρίσκεις κάπως αστείες εκείνες τις επιλογές σας και εσάς κάπως γελοίους που επιμένατε στα ίδια στέκια.
Έφθασες στην ώρα σου στο θερινό Ναταλί. Πήρες το πατίνι στα χέρια και μπήκες μέσα γεμάτος αυτοπεποίθηση. Φίλησες την Έφη που κρατούσε στα χέρια τα εισιτήρια και το Blue Jean σακάκι της. Καθίσατε κάπου στη μέση, πήγες και πήρες μπίρες και ποπ κορν. Κάθισες, κάτι της είπες για το live της Αναστασίας που ακούγεται από την ΔΕΘ πεντακάθαρα μέχρι εκεί και γέλασε δυνατά, έτσι με την καρδία της όταν είναι ξέγνοιαστη. Προς το τέλος της ταινίας άρχισε να ψιχαλίζει αλλά δεν κουνηθήκατε. Βγαίνοντας σου ζήτησε να περπατήσατε, πήρατε την παραλία προχωρώντας αργά. Αν υπήρχε κάπου το κέντρο του κόσμου, για σένα βρίσκεται στην Αριστοτέλους. Από την Νίκης φαντασιώνεσαι την πλατεία σαν μια γυναίκα ξαπλωμένη με τα πόδια ανοιχτά, ετοιμόγεννη και όπως ανεβαίνεις προς την Μητροπόλεως εκεί που η πλατεία κλείνει, νιώθεις πως μπαίνεις στην μήτρα της, επιστρέφεις ως έμβρυο μέσα της και αναγεννιέσαι. Αυτή είναι η Μητέρα Θεσσαλονίκη, από εκεί προκύπτει πως κανείς δεν μένει χωρίς πατρίδα όσο υπάρχει αυτή η πόλη.
Καλό φθινόπωρο.