του Χρήστου Σατανίδη
Ήθελα από καιρό τώρα να συνομιλήσω με τον Χάρη Βαρθακούρη. Έναν καλλιτέχνη που θαυμάζω και εκτιμώ, για την ξεχωριστή φωνή του και τα υπέροχα τραγούδια που γράφει. Όμως δε γίνεται να μη δεν αναφέρω, πως πρόκειται και για έναν άνθρωπο, που από το «Χαίρω πολύ» στο τηλέφωνο, νιώθεις αμέσως την αίσθηση, ότι μιλάς με έναν στενό φίλο σου.
Αφορμή για τη συνομιλία μας, η εμφάνιση του, παρέα με τον Γιάννη Βαρδή, την Παρασκευή 19/7, στο «Πέτρινο Πολιτιστικό Κέντρο Πυλαίας», αλλά και σε κοντινές πόλεις της Μακεδονίας.
ΧΣ: Να πούμε λίγα λόγια για τη συνεργασία με τον Γιάννη Βαρδή. Φαίνεται πως οι δυο σας, έχετε μια ιδιαίτερη χημεία.
ΧΒ: Η πρώτη μας συνεργασία με το Γιάννη, πριν 24 χρόνια, ξεκίνησε, συμπτωματικά, από τη Θεσσαλονίκη. Πύλη Άξιου, 2000-2001, πατεράδες και γιοι. Η πρόσφατη συνεργασία μας συμπλήρωσε ένα χρόνο τον Ιούνιο. Περνάμε καταπληκτικά και το ίδιο εισπράττουμε από τον κόσμο που μας ακολουθεί.
ΧΣ: Ακούμε πάντα εδώ στη Θεσσαλονίκη από τους καλλιτέχνες, ότι μας αγαπάτε ιδιαίτερα και σαν πόλη και σαν κοινό. Η δική σου σχέση με την Θεσσαλονίκη; Κάποια ιδιαίτερη ανάμνηση;
ΧΒ: Σε αντίθεση με πολλούς από τους υπόλοιπους συναδέρφους, είμαι κατά το ήμισυ Θεσσαλονικιός, Η μητέρα μου βέρα Θεσσαλονικιά. Εδώ έκανα τα πρώτα μου βήματα. Οπότε όταν λέω ότι αγαπώ τη Θεσσαλονίκη δεν το κάνω για να γίνω συμπαθής και αρεστός. Το εννοώ.
ΧΣ: Θέλω να γυρίσουμε στα παιδικά χρόνια. Ως νέο παιδί είχες ακούσματα soul, funky, Toto, Beatles. Από την άλλη ο πατέρας σου, ο Γιάννης Πάριος, σε έπαιρνε μαζί του σε studio, πρόβες και συναντούσες «θηρία» του ελληνικού τραγουδιού. Αντιλαμβανόσουν τότε το μέγεθος αυτών των καλλιτεχνών;
ΧΒ: Όταν είσαι 5 κι 6 χρονών και αυτοί οι άνθρωποι μπαινοβγαίνουν σπίτι σου, αφενός τους θεωρείς φίλους της οικογένειας που σου φέρνουν παιχνίδια κι αφετέρου τα “θηρία” ΔΕΝ είναι ακόμα “θηρία”. Ο Νταλάρας είναι για σένα Γιώργος και η Αλεξίου είναι Χαρούλα. Επ’ ουδενί δεν αντιλαμβάνεσαι μέγεθος ή αξία. Δεν σε απασχολεί άλλωστε.
ΧΣ: Πολύ μικρός επίσης, με το «Τραγούδι του Χάρη» γίνεσαι πανελλήνια γνωστός. Πόσο μπορεί να σε επηρέασε αυτή η αναγνωρισιμότητα; Πχ στο σχολείο. Ένιωσες να υπάρχει μια άλλη αντιμετώπιση; Είτε θετική είτε αρνητική.
ΧΒ: Έτυχε να φοιτήσω σε ένα σχολεία από αυτά που θεωρούνται “καλά”. Άρα το να είσαι ο γιος του Πάριου δεν σήμαινε απολύτως τίποτα. Όταν οι συμμαθητές σου είναι γιοι υπουργών, μεγαλογιατρών, μεγαλοδικηγόρων και γόνοι πάμπλουτων οικογενειών, δεν εντυπωσιάζονται εύκολα. Αυτό που θυμάμαι όμως, δεν ξέρω γιατί, είναι το σχόλιο ενός καθηγητή μου, στα αγγλικά αν θυμάμαι καλά.Σε μια στιγμή “αταξίας” και φασαρίας (που είχα αρκετές τέτοιες ως ανήσυχο πλάσμα) μου είπε «νομίζω πως η επιτυχία σου έχει πάρει τα μυαλά». Του απάντησα πώς ήταν ήδη χαμένα, προ επιτυχίας!
ΧΣ: Παρακολουθώντας σε, πολλά χρόνια τώρα, παρατηρούσα και θαύμαζα, πως είσαι ένας άνθρωπος, που όπως λες και εσύ, έχεις ισχυρή αυτοπεποίθηση. Από την άλλη όμως, άκουγα και τον Γιάννη Πάριο, να μιλά πάντα, με τόσο θαυμασμό για το ταλέντο σου. Μάλιστα πάντα αναφέρει πως σε θεωρεί καλύτερο του σε όλα τα καλλιτεχνικά επίπεδα. Πόσο ρόλο θεωρείς πως έπαιξε στην αυτοπεποίθηση σου, η αναγνώριση του ίδιου σου του πατέρα;
ΧΒ: Η μόνη αναγνώριση που αναζητούσα κάποτε, η μόνη που με ένοιαζε, ήταν του πατέρα μου. Το μπράβο χιλίων άλλων ήταν τίποτα, μπροστά στο μπράβο του πατέρα μου. Εικάζω πως μπορεί να ισχύει αυτό που αναφέρεις στην ερώτηση χωρίς όμως να το έχω αναλύσει ή καλοσκεφτεί ποτέ.
ΧΣ: Έχοντας την εμπειρία, του να είσαι γιος ενός διάσημου γονέα, πως διαχειρίζεσαι, σε σχέση με τις κόρες σου το κομμάτι αυτό? Διότι τόσο εσύ όσο και η σύζυγος σου, είστε αγαπητοί και επιτυχημένοι, ο καθένας στο χώρο σας.
ΧΒ: Δε μπορούμε να συγκρίνουμε τα δύο μεγέθη. Ο πατέρας μου ήταν καλλιτεχνικός κολοσσός όσο μεγάλωνα. Έχω την εντύπωση πως, ενώ οι κόρες μας σαφώς και ξέρουν ποιοι είμαστε και τι κάνουμε, δεν έχουν επηρεαστεί καθόλου από την όποια αναγνωρισιμότητα «απολαμβάνουμε» ως οικογένεια. Μαθαίνεις να ζεις με αυτά που έχεις μπροστά σου. Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι ο γιος ενός αρχιτέκτονα. Ξέρω μόνο πως είναι να είσαι γιος ενός τεράστιου καλλιτέχνη. Το ίδιο και οι κόρες μας. Πάντως ποτέ δεν είχαν πάρει τα μυαλά μου αέρα όταν ήμουν μικρός και από ό,τι βλέπω ακριβώς το ίδιο φέρονται και οι κόρες μας. Δεν υπάρχει καμία χλιδή όταν ο μπαμπάς βγάζει τα σκουπίδια ή λερώνεται με σάλτσα από τα μακαρόνια ενώ τρώει.
ΧΣ: Έχεις δηλώσει πως οι «πόρτες» στο χώρο άνοιξαν εύκολα για σένα. Παράλληλα, πως όταν πήγες να δουλέψεις ως παραγωγός στη Sony, αντιμετώπισες ζήλια από άλλον παραγωγό. Στην όλη αυτή διαδρομή μέχρι σήμερα, και σε ένα χώρο ανταγωνιστικό, συνάντησες ξανά εμπόδια / παγίδες; Πως τα αντιμετωπίζεις αυτά;
ΧΒ: Αυτό ίσως ήταν το μόνο που αντιλήφθηκα γιατί ήταν και κραυγαλέο, για μένα, τότε. Έβγαζε μάτι.Αλλά δεν ξέρω αν και τι πόρτες έχουν μπορεί να έχουν κλείσει για μένα, από παρασκηνιακές συνωμοσίες.
ΧΣ: 1995 και… «Παρέα με το Χάρη». Ο πρώτος δίσκος που υπογράφεις ως συνθέτης. Μέχρι τότε, σε ενδιέφερε η παραγωγή και όχι η «έκθεση». Αν αυτή η πρόταση που σου έγινε, δεν αφορούσε τον Γιάννη Πάριο, αλλά κάποιον άλλον/η καλλιτέχνη, που σίγουρα θα είχες σε εκτίμηση, θα αποδεχόσουν να αναλάβεις αυτό το ρόλο;
ΧΒ: Δεν το ξέρω. Σίγουρα όμως το ότι αφορούσε τον πατέρα μου, με έκανε νια νιώθω ασφάλεια και λιγότερο άγχος. Δεν είχα να γράψω για τον Πάριο, αλλά για τον πατέρα μου. Έναν άνθρωπο που σίγουρα θα έδειχνε κατανόηση σε οποιοδήποτε «στραβή» και που θα μου κρατούσε το χέρι και θα με βοηθούσε αν το χρειαζόμουν. Άσε που γράψαμε τα τραγούδια παρέα, στο σπίτι μας, στην Πάρο. Καλοκαίρι του 95. Με την ηρεμία μας και την ησυχία μας και θέα το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου. Δεν θα είχα καμία από αυτές τις ανέσεις αν έγραφα για άλλον.
ΧΣ: Η συνεργασία σας στο studio πως ήταν? Πατέρα και γιού ή μετατρεπόταν σε πιο αυστηρή και επαγγελματική;
ΧΒ: Είναι πολλές οι ιστορίες. Όλες αστείες, όταν τις σκέφτομαι τώρα. Αλλά υπήρξαν πολλές κόντρες. Γιατί, δυστυχώς, είχα άποψη για όλα και, κυρίως, για το πώς έπρεπε να τραγουδηθούν οι μελωδίες μου. Πράγμα που μας έκανε κάποιες φορές να κουτουλήσουμε τα κερατά μας. Το καλό είναι ότι πάντα γινόταν τελικά το δικό μου (γέλια). Ο συνθέτης έχει πάντα δίκιο, όταν ο συνθέτης είμαι εγώ . Ο τραγουδιστής έχει δίκιο μόνο όταν αυτός, πάλι, είμαι εγώ. (Γέλια).
ΧΣ: Η δισκογραφία ποτέ δεν ήταν το κύριο ζητούμενο σου, ως ερμηνευτής. Αποτέλεσμα, μόλις 3 προσωπικοί δίσκοι, σε όλα αυτά τα χρόνια που σε γνωρίζουμε. Παρότι πλέον η δισκογραφία, με την έννοια ενός ολοκληρωμένου δίσκου, ξέρουμε πως πλέον δεν αποδίδει, θα μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι ολοκληρωμένο από εσένα ή δε σε ενδιαφέρει;
ΧΒ: Με ενδιαφέρει πάντα. Θεωρώ τον εαυτό μου έναν πολύ καλό σεφ και δεν μπορώ να αντέξω την ιδέα ότι υποχρεώνομαι να παρουσιάζω ένα πιάτο τη φορά. Θέλω να παρουσιάσω μπουφέ να μπορεί ο κόσμος να επιλέξει τι και πόσο θέλει να φάει.
Το έχω στο μυαλό μου χρόνια, το να βγάλω μια ολοκληρωμένη δουλειά, τύπου τουλάχιστον 10 τραγούδια μαζεμένα.
ΧΣ: Αναμένουμε να ακούσουμε το ντουέτο σου, με τον Γιάννη Βαρδή, σε ένα ακυκλοφόρητο χασάπικο του πατέρα του, Αντώνη. Να περιμένουμε και δικό σου νέο υλικό;
ΧΒ: Θα κυκλοφορήσω ένα νέο single κατά τον Οκτώβριο, με απώτερο σκοπό, το ολοκληρωμένο album μου, τον Ιανουάριο.
ΧΣ: Η τελευταία σου κυκλοφορία ήταν το «Χωρίς εσένα δεν υπάρχω». Έχω ακούσει πως αυτό το τραγούδι, το είχες γράψει για την Άννα Βίσση. Έφτασε στα χέρια της και δεν προχώρησε; Γιατί η πρώτη εκτέλεση έγινε τελικά από τον πατέρα σου.
ΧΒ: Δεν έφτασε ποτέ στα χέρια της. Ήταν η περίοδος που είχε σταματήσει να τραγουδάει Νίκο Καρβέλα και σκέφτηκα ότι θα της πήγαινε. Το έδωσα στον πατέρα μου να γράψει στίχο με την οδηγία “αυτό είναι για τη Βίσση”. Με πήρε και με ρώτησε αν το είχε ακούσει η Άννα. Του απάντησα πως περιμένω να της το παρουσιάσω με στίχο. Τότε είναι που μου είπε ότι του αρέσει και θα ήθελε να το κρατήσει, «Με χαρά», απάντησα. Και να γιατί η πρώτη εκτέλεση είναι δική του.
ΧΣ: Θα ήθελα να μου πεις από τα τραγούδια σου, είτε ως ερμηνευτής είτε ως δημιουργός, 2-3 που αγάπησες ιδιαίτερα και θεωρείς πως δεν ξεχώρισαν όπως τους έπρεπε.
ΧΒ: Από τραγούδια που ερμήνευσα εγώ, θα πω τα «Τι να πρωτοθυμηθώ» και το «Κράτα με»
Ως συνθέτης, το «Και σου το φώναζα» που ερμήνευσε ο πατέρας μου.
Ο Χάρης Βαρθακούρης και ο Γιάννης Βαρδής, θα βρίσκονται, την Παρασκευή 19/7, στο «Πέτρινο Πολιτιστικό Κέντρο Πυλαίας», στα πλαίσια των εκδηλώσεων «Πυλαιώτικα 2024».
Είσοδος ελεύθερη.
Στις 22/7, στο «Ανοιχτό Αμφιθέατρο Σερρών ΔΙ.ΠΑ.Ε» και εισιτήρια θα βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο.
https://www.more.com/music/varthakouris-vardis-live-serres/