Κάθε εβδομάδα ένας συγγραφέας απαντά σε 15 ερωτήσεις.
- Γιατί γράφετε;
Γιατί το έχω ανάγκη. Γιατί είναι μέρος του είναι μου, αυτοπροσδιορίζομαι μέσα από τη γραφή και τη μυθοπλασία μου. Γιατί έχω μέσα μου ολόκληρους κόσμους που θέλω να τους μοιραστώ, να τους ταξιδέψω παρέα με άλλους συνοδοιπόρους.
- Τι κάνετε όταν δεν γράφετε;
Ονειροπολώ. Διαβάζω. Ακούω μουσική. Βλέπω ταινίες. Βλέπω και φίλους. Στον χρόνο αυτό που αφιερώνω στον εαυτό μου, εννοείται, όταν τα υπόλοιπα μέρη της οικογένειάς μου κάνουν το ίδιο. Είμαστε και οι τρεις της γραφής και της τέχνης, κι έτσι ποτέ κανείς δεν είναι ουσιαστικά μόνος του στο σπίτι, ακόμα κι όταν βρισκόμαστε σε διαφορετικά δωμάτια.
- Είστε πρωτίστως αναγνώστης/τρια ή συγγραφέας;
Και τα δύο, φυσικά. Για να γίνεις συγγραφέας πρέπει να είσαι πρωτίστως αναγνώστης. Δεν γίνεται διαφορετικά. Ακόμα κι αν τα τελευταία χρόνια δεν καταφέρνω να διαβάζω όσο κάποτε, ξέρω πως σημασία δεν έχει μόνο το πόσο αλλά και το πώς. Η ανάγνωση και η συγγραφή είναι ανθρωποκεντρικές πράξεις, διευρύνουν την αντίληψη και την κατανόηση για τον κόσμο και την ανθρώπινη φύση, προσφέρουν μυριάδες διαφορετικές προοπτικές και πολυδιάστατα βιώματα. Η ανάγνωση δεν είναι μόνο ψυχαγωγία, είναι, ούτως ειπείν, τρόπος ζωής.
- Τι διαβάζετε αυτό το διάστημα;
«Το ξεχασμένο βαλς» της Anne Enright. Πρόσφατα συνειδητοποίησα πόσα βιβλία Ιρλανδών συγγραφέων υπάρχουν στη βιβλιοθήκη μου, και πόσο έχουν επηρεάσει τη δουλειά μου. Έχω πάθος με τις ιστορίες ανθρώπων και τα ψυχογραφήματα.
- Με ποιες προσωπικότητες της λογοτεχνίας θα βγαίνατε για ποτό;
Με την Αναΐς Νιν. Έχω την αίσθηση πως ίσως την ερωτευόμουν κιόλας.
- Ισχύει ακόμη ο «θάνατος του συγγραφέα» στην εποχή των social media;
Αν αναφερόμαστε στην κατά Ρολάν Μπαρτ έννοια, υποψιάζομαι πως ο συγγραφέας ουδέποτε πέθανε, απλώς λαγοκοιμόταν. Ο Μπαρτ ουσιαστικά προέτρεψε τον διαχωρισμό του συγγραφέα από το έργο του, στρέφοντας την προσοχή στον ίδιο τον αναγνώστη και την αντιπαραβολή βιωμάτων-μυθοπλασίας. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Ο συγγραφέας αφήνει αδιαμφισβήτητα το ιδιοσυγκρασιακό του αποτύπωμα στο κείμενο –έστω υποσυνείδητα, αν το ιχνηλατήσεις, θα το βρεις–, αλλά ο αναγνώστης θα το εισπράξει σύμφωνα με τη δική του χαρτογράφηση του κόσμου. Ας μην ξεχνάμε πως ο πανταχού παρών αφηγητής έχει προ πολλού υποχωρήσει στις σκιές, δίνοντας περισσότερη ελευθερία στους χαρακτήρες να αφηγηθούν τις ιστορίες τους μόνοι τους, δίχως ηθογραφικά σχόλια. Ο συγγραφέας, εκ των πραγμάτων, δεν μπορεί να «φωσφορίζει» και να βροντοφωνάζει μέσα στο κείμενο. Να τραβάει την προσοχή στον εαυτό του. Εκεί βασίζεται όλη η ουσία της Άρσης της Δυσπιστίας του Κόλεριτζ.
Τώρα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο. Προσωπικά με δυσκολεύει η ιδέα ότι μια εκ φύσεως εσωστρεφής «διεργασία» (επάγγελμα; Μακάρι να μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε έτσι) απαιτεί πλέον τη χρήση ψηφιακού μάρκετινγκ για να επιβιώσει και να αναδειχθεί. Από την άλλη, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μας έφεραν εγγύτερα στον κόσμο, έκαναν το μοίρασμα πιο αληθινό, πιο στέρεο. Ας αρκεστούμε να πούμε, λοιπόν, ότι στη συγγραφή, ειρωνικά, δεν ταιριάζει η αμετροέπεια. Είσαι ο συγγραφέας του έργου, όχι το ίδιο το έργο. Αναρωτιέμαι, πάντως, τι θα έλεγε ο Μπαρτ αν ζούσε σήμερα.
- Γίνεται να βιοπορίζεσαι στην Ελλάδα μόνο από τη συγγραφή;
Εξαρτάται ποιον θα ρωτήσεις. Η συντριπτική πλειοψηφία δυστυχώς θα πει όχι. Γι` αυτό τον λόγο, άλλωστε, συχνά η συγγραφή αντιμετωπίζεται ως «χόμπι», όχι επάγγελμα. Το οποίο, φυσικά, είναι υποτιμητικό, διότι εναποθέτουμε απροσμέτρητο κόπο, χρόνο και προσπάθεια, μαζί και κάμποσες κουταλιές ψυχής, στη δουλειά μας. Πολύ φοβάμαι πως, αν δεν καλλιεργήσουμε την αγάπη για το βιβλίο στις νέες γενιές, η κατάσταση ολοένα και θα δυσχεραίνει. Προς το παρόν, ούτε το εκπαιδευτικό σύστημα ούτε το ίδιο το κράτος ιδρώνουν για να εντάξουν τη λογοτεχνία στο ατομικό και το πολιτισμικό γίγνεσθαι της χώρας μας.
- Διδάσκεται η γραφή;
Οι τεχνικές της γραφής διδάσκονται – είτε υπό τη μορφή ενός εκπαιδευτικού προγράμματος είτε με προσωπική μελέτη (υπάρχουν αμέτρητα fora, εγχειρίδια δημιουργικής γραφής, βιβλία θεωρίας της λογοτεχνίας και φυσικά η λογοτεχνία η ίδια). Η δε κατάκτηση της προσωπικής μας φωνής έχει να κάνει με τη διαρκή ενασχόληση και τον πειραματισμό. Αλλά πάνω από όλα, κατ’ εμέ, η συγγραφή έχει να κάνει με την αντίληψη. Το πώς προσλαμβάνουμε τον κόσμο, πώς κατανοούμε την ανθρώπινη φύση, πώς αίτια και αιτιατά, επιλογές, ιδιοσυγκρασίες και συμπεριφορές μαζί με τυχαία συμβάντα σχηματίζουν το μωσαϊκό της ζωής. Αυτό, για μένα, είναι ακόμα πιο σημαντικό από τη γραφή την ίδια.
Αν με ρωτούσε κανείς τι είναι το «συγγραφικό ταλέντο», θα έλεγα το αποτέλεσμα μιας εγγενούς προδιάθεσης που εξελίσσεται με συστηματική εξάσκηση, μελέτη και προσπάθεια, όχι μόνο στη γραφή, αλλά και στην απόδοση της κατανόησης του κόσμου, μέσα από ένα αμάλγαμα φαντασίας και διαπίστωσης.
- Ποιο θα ήταν το δικό σας «γράμμα σ’ έναν νέο ποιητή»;
Συνέχισε να περπατάς. Ακόμα κι όταν πέσεις. Ακόμα κι όταν χάσεις τον δρόμο σου.
Συνέχισε.
- Η λογοτεχνία είναι ενιαία ή επιδέχεται διακρίσεων;
Η λέξη «ενιαία» μου φέρνει (ίσως άδικα) αυτόματα στο μυαλό μια άμορφη, συμπαγή μάζα και μάλλον μου προκαλεί δυσφορία. Η δε «διάκριση» με παραπέμπει (ίσως εσφαλμένα) σε κάτι ελιτίστικο, γι’ αυτό και θα προτιμήσω τη λέξη διαφοροποίηση. Καθετί έχει τη θέση του στον κόσμο, εφόσον είμαστε σε θέση να το αναγνωρίσουμε στην ιδιαίτερη ταυτότητά του μέσα.
- Υπάρχουν must read βιβλία; Ποια είναι για εσάς;
Για έναν συγγραφέα; Για έναν συστηματικό αναγνώστη; Για έναν άνθρωπο που δεν είναι συνεπής βιβλιοφάγος, μα θα ήθελε να εξοικειωθεί με τα θεμελιώδη; Ναι, υπάρχουν must read για μένα, κάθε εποχής, κάθε έθνους και κάθε είδους, αλλά είναι πολλά και δεν θέλω να αναφέρω επιλεκτικά, γιατί όλα αξίζουν. Αν κάποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να τα βρει στο προφίλ μου στο Goodreads.
- Πώς είναι να γράφεις στον καιρό της πολιτικής ορθότητας;
Δεν νομίζω ότι οτιδήποτε ερμηνεύουμε ως «πολιτική ορθότητα» (την οποία, κακώς για μένα, έχουμε συνδέσει με τη λογοκρισία) επηρεάζει τη συγγραφή. Η λογοτεχνία οφείλει να είναι αυθεντική και ειλικρινής χωρίς να είναι επιτηδευμένα προβοκατόρικη, αλλιώς υποτιμά και εξαπατά τον αναγνώστη. Δεν αποσκοπεί, ή δεν θα έπρεπε να αποσκοπεί τουλάχιστον, ούτε να συμμορφώσει ούτε να επιβραβεύσει και, σίγουρα, όχι να καθοδηγήσει μέσα σε αυστηρά ηθικά και αυθαίρετα όρια. Το βιβλίο προβάλλει τη γενικότερη αντίληψη (όχι προκατάληψη) του συγγραφέα για τον κόσμο, σε χίλιες και μία μορφές. Αποκεί και ύστερα, ένα έντιμο κείμενο με ρεαλιστικούς χαρακτήρες θα κριθεί ξεχωριστά από τον κάθε αναγνώστη. Ας μην ξεχνάμε ότι έχουμε πλέον αποκλίνει από τα αρχέτυπα του Προπ, επιτρέποντας στη λογοτεχνία να προσφέρει μια πιο ενδελεχή απεικόνιση (μίμηση; εκδοχή;) της πραγματικότητας, με όσα την απαρτίζουν.
- Γιατί οι Έλληνες γράφουν περισσότερο απ’ ό,τι διαβάζουν;
Δεν μπορώ ούτε να διαψεύσω ούτε να επιβεβαιώσω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Όπως είπα προηγουμένως, το θεωρώ αδύνατο να είσαι συγγραφέας χωρίς να είσαι αναγνώστης. Έστω, όμως, ότι ισχύει. Η συγγραφή είναι μια λυτρωτική, ψυχοθεραπευτική διαδικασία, κι ακόμα κι όταν οι θεματικές δεν αναδίνονται μπροστά σου από την αρχή και ενώνεις τις τελείες σε δεύτερο χρόνο, εντυπωσιάζεσαι από τους συσχετισμούς που τελικά κάνεις. Ίσως, λοιπόν, να είναι κι ένας τρόπος υπαρξιακής χαρτογράφησης, αποφόρτισης, παρηγοριάς. Τώρα αν κάποιος γράφει επειδή προσβλέπει στο να γίνει διάσημος ή να πλουτίσει, μάλλον μπέρδεψε τα στενά και χάθηκε (αν και ποτέ μη λες ποτέ).
- Πώς σας επηρεάζει η πολιτική επικαιρότητα;
Υπαρξιακά, κυρίως, κάτι που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο διοχετεύεται προς τη μυθοπλασία μου, ακόμα και ως αντιπαραβολή με το παρελθόν ή υπόθεση για το μέλλον.
- Η λογοτεχνία, τελικά, σας έχει αλλάξει τη ζωή;
Λαμβάνοντας υπόψη ότι διαβάζω και γράφω από πιτσιρίκα, θα έλεγα πως περισσότερο τη σμίλευσε παρά την άλλαξε.
Η Λίνα Βαρότση γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Από το 2003 έως το 2020 έζησε στη Μεγάλη Βρετανία, όπου εργάστηκε στην κινηματογραφική βιομηχανία και την Ανώτατη Εκπαίδευση. Κατέχει πτυχίο Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ, μεταπτυχιακό στην Παραγωγή και Σκηνοθεσία Κινηματογράφου, και διδακτορικό στη Δημιουργική Γραφή και Κριτική της Λογοτεχνίας. Η μονογραφία της, που αφορά τη δημιουργία του μυθοπλαστικού χαρακτήρα, Conceptualisation and Exposition: a Theory of Character Construction, κυκλοφορεί διεθνώς από τον εκδοτικό οίκο Routledge, New York. Η δουλειά της έχει παρουσιαστεί σε ακαδημαϊκά συνέδρια δημιουργικής γραφής. Τον Ιούνιο του 2020, επαναπατρίστηκε με την οικογένειά της στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Το Σήκω από πάνω μου είναι το πρώτο της μυθιστόρημα. Η συγγραφέας είναι υποψήφια στα λογοτεχνικά βραβεία 2024 του περιοδικού Αναγνώστη, στην κατηγορία Πρωτεμφανιζόμενος στην Πεζογραφία