HomeMind the artΟ Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν |...

Ο Εξώστης ρωτά, οι συγγραφείς απαντούν | Έλενα Χουσνή

Επιμέλεια στήλης Φανή Χατζή

Κάθε εβδομάδα ένας/μία συγγραφέας απαντά σε 15 ερωτήσεις.

Έλενα Χουσνή

 

 

  1. Γιατί γράφετε;

Δεν έχω ξεκάθαρη απάντηση σε αυτό. Γράφω γιατί μου αρέσει να αφηγούμαι ιστορίες. Γιατί αγαπώ την παντοδυναμία που σου δίνει η συγγραφή να δημιουργείς ατελείωτα σύμπαντα και μάλιστα με τους όρους που εσύ αποφασίζεις. Γιατί μέσα από την γραφή πολλές φορές κάνω διαδρομές που διαφορετικά θα φοβόμουν να κάνω. Έρχομαι αντιμέτωπη με τον πιο σκοτεινό μου κομμάτι και κατά κάποιο τρόπο το ξορκίζω και επίσης με τις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης φύσης και του κόσμου και μαθαίνω να τις φοβάμαι λιγότερο ή να τις καταλαβαίνω περισσότερο. Και στο τέλος τέλος γράφω γιατί με απελευθερώνει.

  1. Τι κάνετε όταν δε γράφετε;

Γράφω!!! Ο συγγραφέας γράφει και όταν δεν γράφει και ίσως να είναι και πιο παραγωγικός τότε με την έννοια ότι βιώνει μεγαλύτερη ελευθερία στην διαπραγμάτευση με ιδέες. Κατά τα λοιπά προσπαθώ να έχω μια ζωή γεμάτη με όσα θεωρώ σημαντικά. Αγαπώ πολύ την κηπουρική, το περπάτημα, προφανώς το διάβασμα, να βρίσκομαι με φίλους, να παρακολουθώ εκδηλώσεις. Ζω σε μικρό τόπο, την πανέμορφη Σάμος και η ποιότητα ζωής είναι πολύ σημαντική εδώ με την έννοια ότι ο χρόνος είναι περισσότερος και προσπαθώ να εκμεταλλεύομαι αυτή την όμορφη πολυτέλεια. Είμαι εργασιομανής και έτσι πάντα θα υπάρχουν πολλά project σε εξέλιξη και πολλές ιδέες για όσα θέλω να κάνω.

  1. Είστε πρωτίστως αναγνώστης/τρια ή συγγραφέας;

Νομίζω ότι δεν υπάρχει συγγραφέας που δεν θα απαντήσει ότι είναι πρωτίστως αναγνώστης. Δεν γίνεται διαφορετικά. Διαβάζω πολύ και συστηματικά. Είναι σπάνιες οι περίοδοι που δεν διαβάζω. Αυτό που έχει αλλάξει με τα χρόνια είναι ότι δυσκολεύομαι πλέον περισσότερο να βρω βιβλίο που θα με μαγεύσει και επίσης ότι πάσχω από την «νόσο των συγγραφέων». Γίνομαι λιγάκι «μολυσμένος» αναγνώστης γιατί βλέπω ένα βιβλίο και τεχνικά και όταν εντοπίζω «ευκολία» στην συγγραφή δηλαδή τέχνασμα με απογοητεύει. Προσπαθώ ωστόσο να μην χάνω την αναγνωστική απόλαυση.

  1. Τι διαβάζετε αυτό το διάστημα;

Αυτό το διάστημα διαβάζω πολύ ταξιδιωτική λογοτεχνία και παιδική λογοτεχνία. Είναι δύο είδη με τα οποία δεν έχω ασχοληθεί όσο θα ήθελα και πραγματικά το απολαμβάνω.

  1. Με ποιες προσωπικότητες της Λογοτεχνίας θα βγαίνατε για ποτό;

Πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα. Είναι όπως το να πρέπει να επιλέξεις τους πιο αγαπημένους σου συγγραφείς ή τα πιο αγαπημένα σου βιβλία. Αυτό είναι εξελικτικό, αλλάζει από εποχή σε εποχή. Ενδεικτικά, ωστόσο,  θα έλεγα τον Σοφοκλή, την Βιρτζίνια Γουλφ, τον Μπέκετ και τον Κάφκα.

  1. Ισχύει ακόμα ο «θάνατος του συγγραφέα» στην εποχή των social media;

Ο συγγραφέας είναι ένα είδος που καταφέρνει να επιβιώνει απ` όλες τις μάστιγες. Εν πολλοίς τρέφεται από αυτές. Στην εποχή των social media η έκθεση προφανώς είναι μεγαλύτερη αλλά είναι προσωπικό ζήτημα το πώς θα το χρησιμοποιήσει ο καθένας όλο αυτό.

  1. Γίνεται να βιοπορίζεσαι στην Ελλάδα μόνο από τη συγγραφή;

Όχι. Είμαι κατηγορηματική σε αυτό εξαιρώντας ελάχιστους συγγραφείς, πολλοί εκ των οποίων παράλληλα με την συγγραφή κάνουν και άλλα πράγματα. Μεταφράσεις, επιμέλειες, συνεργασίες με εκδοτικούς, αρθρογραφία σε έντυπα κτλ. Η αγορά είναι πολύ μικρή στην χώρα μας, οι συγγραφείς πάρα πολλοί και επίσης η κρατική υποστήριξη προς τους συγγραφείς ανύπαρκτη. Στις σκανδιναβικές χώρες υπάρχουν ειδικά επιδόματα που προσφέρονται στους συγγραφείς προκειμένου να μπορούν να βιοποριστούν και να έχουν τον χρόνο να γράφουν. Επίσης υποτροφίες καθώς και μεγάλα χρηματικά βραβεία. Αρκεί να δείτε τα χρήματα που δίνονται στην Ελλάδα ας πούμε για τα Κρατικά Βραβεία. Τα ποσά είναι ευτελή και καταλήγει να είναι εξευτελιστικό. Προφανώς και το βραβείο έχει την έννοια της αναγνώρισης του λογοτεχνικού έργου και αποτελεί μια ηθική επιβράβευση όμως θα πρέπει να αποτελεί και έναν τρόπο στήριξης αυτών που διακρίνονται. Η πλήρης απουσία πολιτικών στήριξης του βιβλίου και των συγγραφέων, η κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, η ανυπαρξία πρωτοβουλιών για την μετάφραση και προώθηση της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό είναι μόνο μερικές από τις πολλές πληγές που επηρεάζουν τον βιοπορισμό των συγγραφέων.

  1. Διδάσκεται η γραφή;

Δεν ξέρω. Δεν έχω επιχειρήματα ούτε για καταφατική ούτε για αρνητική απάντηση. Είμαι «αυτοδίδακτη» και νιώθω πως δεν θα μπορούσα να παρακολουθήσω αυτό που σήμερα ονομάζεται «δημιουργική γραφή». Άλλωστε η γραφή είναι από μόνη της δημιουργική διαδικασία και ήδη από τον τίτλο έχω το ερώτημα γιατί χρειάζεται να την ορίσουμε ως τέτοια. Από την άλλη υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που νιώθουν την ανάγκη να παρακολουθήσουν τέτοιου είδους μαθήματα και δηλώνουν ότι έχουν βοηθηθεί. Δεν μπορώ να το αμφισβητήσω αυτό και με χαροποιεί οτιδήποτε μπορεί να απελευθερώσει δημιουργικές δυνάμεις.

  1. Ποιο θα ήταν το δικό σας «γράμμα σ’ ένα νέο ποιητή»;

Νομίζω θα ήταν ένα γράμμα ανεπίδοτο. Δεν νιώθω ότι μπορώ να δώσω συμβουλές σε κανέναν για το πώς θα πλάσει μια ιστορία, πώς θα τοποθετηθεί στον κόσμο της συγγραφής. Είναι τόσο μοναδική, τόσο ιδιαίτερη αυτή η πορεία, τόσο ατομική που η όποια γενίκευση μόνο σύγχυση μπορεί να δημιουργήσει. Γι` αυτό και συχνά όταν ζητούν την γνώμη μου για κείμενα, ανταποκρίνομαι θετικά μεν γιατί καταλαβαίνω την αγωνία των ανθρώπων που γράφουν αλλά πάντα με την σημείωση ότι οι όποιες κρίσεις είναι υποκειμενικές και αφορούν έναν αναγνώστη. Άρα «οι νέοι ποιητές» θα βρουν σε μένα την διαθεσιμότητα του αναγνώστη αλλά όχι κάποιον θα τους πει πώς να κάνουν αυτό που κάνουν και στο οποίο μόνοι τους θα ανακαλύψουν τον βηματισμό τους.

  1. Η Λογοτεχνία είναι ενιαία ή επιδέχεται διακρίσεων;

Κατά την άποψή μου είναι ενιαία. Με τον ίδιο τρόπο που καλό βιβλίο είναι το βιβλίο που αφήνει μέσα μας ένα αποτύπωμα, που μας προσφέρει μια εμπειρία απόλαυσης όχι με όρους επιφανειακότητας αλλά ουσιαστικής αλληλεπίδρασης. Η διάκριση σε είδη, αφορά μια τυπολογία θεωρητική, αφορά αναγνωστικά γούστα αλλά δεν αποτελεί κριτήριο αξιολόγησης της λογοτεχνίας ή διάκρισή της σε «καλή» και «καλή». Λογοτεχνία είναι η αφήγηση ιστοριών. Ο πομπός θα επιλέξει τον τρόπο που θα το κάνει και ο δέκτης αν νιώθει ευπρόσδεκτος σε αυτό το αφηγηματικό σύμπαν. Όλα τα άλλα τελικά δεν έχουν σημασία γι` αυτούς που αγαπούν το διάβασμα. Αλλά και την συγγραφή.

  1. Υπάρχουν must read βιβλία; Ποια είναι για εσάς;

Τα βιβλία που «πρέπει» κανείς να διαβάσει είναι αυτά που λειτουργούν στον καθένα και την καθεμία ως ορόσημα αναγνωστικά. Δεν υπάρχει συνταγή σε αυτό. Προφανώς και μπορούμε να μιλούμε για αριστουργήματα της λογοτεχνίας με την έννοια ότι αναφερόμαστε σε συγγραφείς και βιβλία που άλλαξαν την ιστορία, που προσέφεραν μια νέα ματιά, ένα νέο είδος γραφής. Όμως η ανάγνωση είναι μια πολύ προσωπική διαδικασία και ως τέτοια δεν μπορεί να έχει «πρέπει». Εξάλλου στην ανάγνωση η μαγική στιγμή είναι εκείνη που διαβάζοντας ένα βιβλίο, νιώθεις ότι συναντάσαι με έναν κόσμο, συμμετέχεις σε αυτόν ως ενεργός θεατής και απολαμβάνεις την εμπειρία με τους όρους που εσύ έχεις ανάγκη. Όλα τα υπόλοιπα ανήκουν στους θεωρητικούς του χώρου που έχοντας άλλα εργαλεία αξιολόγησης και κριτήρια μπορούν βέβαια να μιλούν με άλλους όρους.

  1. Πώς είναι να γράφεις στον καιρό της πολιτικής ορθότητας;

Είναι διχαστικό. Αντιπαλεύεις μέσα σου με την σιγουριά σου ότι η λογοτεχνία και οι κόσμοι που πλάθει δεν μπορούν να υπόκεινται σε περιορισμούς τέτοιου τύπου, γιατί προφανώς αφυδατώνεται και από την άλλη τον φόβο ότι αυτό που θα θελήσεις να πεις στα πλαίσια μιας ιστορίας θα απομονωθεί και θα κατακριθεί γιατί θα «μεταφραστεί» με όρους ξένους από σένα. Ο συγγραφέας είναι άνθρωπος με δομημένο ιδεολογικό υπόβαθρο. Όταν όμως γράφει δημιουργεί ήρωες που ο καθένας τους είναι μια διακριτή μονάδα με την δική της κοσμοθεωρία. Γράφεις για εγκληματίες, για ηθικούς ανθρώπους, γράφεις για προσωπικότητες λαμπρές και σκοτεινές, γράφεις για μια κοινωνία που είναι η σύνθεση πολλών και διαφορετικών πραγμάτων. Είναι δυνατόν όταν το κάνεις αυτό να σκέφτεσαι αν ο ήρωάς σου μιλά ή σκέφτεται με όρους πολιτικής ορθότητας; Αν το κάνεις αυτό τον έχεις καταδικάσει σε μαρασμό και την ιστορία σου σε πλήρη αφυδάτωση. Πρέπει, νομίζω, οι συγγραφείς να πάρουμε θέση απέναντι σε νόρμες που δεν έχουν σχέση με την λογοτεχνία και να εναντιωθούν σε τέτοιου είδους στραγγαλισμούς.

  1. Γιατί οι Έλληνες γράφουν περισσότερο απ’ ό, τι διαβάζουν;

Γιατί είναι εγγεγραμμένη ίσως στην κουλτούρα μας η βαθειά ανάγκη για αφήγηση ιστοριών. Ήταν άλλωστε πάντα παράγοντας κοινωνικής συγκόλλησης αυτές οι αφηγήσεις. Από τα νυχτέρια τις εποχές που δεν υπήρχε άλλος τρόπος διασκέδασης, μέχρι την πλούσια λαογραφική παράδοση στα παραμύθια για μικρούς και μεγάλους, στην χώρα μας ποτέ δεν σταματήσαμε να αφηγούμαστε ιστορίες. Αυτό μετεξελίχθηκε σε επίπεδο συγγραφής, έγινε μια μοναχική πορεία γιατί μοναχική έγινε και η κοινωνία όταν οι δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων έπαψαν να είναι συμπαγείς. Τώρα γιατί διαβάζουμε λιγότερο; Δεν νομίζω ότι διαβάζαμε ποτέ πολύ. Αν μιλήσουμε με όρους ποσοστών, πάντα μικρό ήταν το ποσοστό που διάβαζε. Βέβαια άλλαξε η προσβασιμότητα στην ανάγνωση που πλέον είναι πολύ πιο εύκολη. Νομίζω ότι όλο αυτό έχει να κάνει και με την εκπαίδευση που μετατρέπει την ανάγνωση λογοτεχνίας σε «κάτεργο» και το βιβλίο σε αντικείμενο πίεσης και όχι χαλάρωσης. Και τελικά ίσως η ανάγκη να γράφουμε περισσότερο από ό,τι διαβάζουμε έχει να κάνει και με μια κοινωνική συνθήκη που είναι κακός οιωνός, ότι δηλαδή μας αρέσει περισσότερο να μιλάμε παρά να ακούμε.

  1. Πώς σας επηρεάζει η πολιτική επικαιρότητα;

Με επηρεάζει πολύ, ίσως γιατί ανήκω σε μια γενιά που υπήρξε και παραμένει εν πολλοίς πολιτικοποιημένη, που παρακολούθησε την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος όπως το γνωρίζαμε και που νιώθει αμηχανία στριμωγμένη ανάμεσα στην πεποίθησή της ότι η δημοκρατία δεν λειτουργεί χωρίς τον βασικό της πυλώνα που είναι οι πολίτες και στην βαθειά απογοήτευσή της από το ότι η πολιτική έχει μετατραπεί σε κακό θέαμα. Όπως και να έχει, παρακολουθώ την επικαιρότητα καθημερινά, διαβάζω ειδήσεις, περισσότερο πολιτικά άρθρα και αναλύσεις και συχνά εμπνέομαι από αυτήν γνωρίζοντας ωστόσο ότι η πραγματικότητα προχωρά  και αλλάζει με ρυθμούς που δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε.

  1. Η Λογοτεχνία, τελικά, σας έχει αλλάξει τη ζωή;

Η λογοτεχνία δεν μπορεί να αλλάξει την ζωή κανενός. Μπορεί ίσως να αλλάξει τον τρόπο θέασης της ζωής αλλά κι αυτό υπό προϋποθέσεις και μόνο όταν ήδη υπάρχει το σπέρμα της αλλαγής στο μυαλό σου. Έχω βιώσει στιγμές που μια σκέψη αιωρούμενη έχει πάρει μορφή συμπαγή διαβάζοντας κάτι. Όμως η ζωή μας αλλάζει πρωτίστως από εμάς, από τα βιώματά μας, από την εσωτερίκευση των ερεθισμάτων, από την αλληλεπίδραση με ανθρώπους. Η λογοτεχνία μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά και συνδρομητικά αλλά σε αυτό που ήδη σκεφτόμαστε, νιώθουμε, βιώνουμε.

 

Η Έλενα Χουσνή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πέλλα. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες Έθνος και Έθνοςτης Κυριακής, ως υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, ως επικεφαλής του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Europe Direct Βορείου Αιγαίου. Επίσης εργάστηκε στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Σάμου, και υπηρέτησε ως Συμπαραστάτης του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σάμου. Το 2012 το μυθιστόρημά της “Άλικο σαν το… αίμα” έλαβε το Α΄Βραβείο στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Νωρίτερα, το 2009, είχε βραβευθεί από την ΠΕΛ με το Α΄ Βραβείο Θεατρικού Έργου και με το Γ΄ Βραβείο Μυθιστορήματος. Έχει λάβει διακρίσεις και βραβεία σε πολλούς πανελλήνιους διαγωνισμούς. Διηγήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε συλλογικά έργα και περιοδικά. Το 2014 εκδόθηκε το πρώτο της βιβλίο Στα άδυτα… των δυτών, από τις εκδόσεις Δίαυλος. Ακολούθησε το 2016 η Χρυσή Εκδίκηση – Η πτώση μιας δυναστείας, το 2017 Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα, και το 2018 οι Καταραμένες πολιτείες το 2019 η Κλίμακα F, το 2020 το Παγωμένο νερό και το 2021 το Τι κάνεις ρε; μαζί με τον Άντυ Βρόσγο, όλα από τις Εκδόσεις Κύφαντα. Από τον Ιανουάριο του 2015 είναι μέλος της ΕΛΣΑΛ (ΕλληνικήΛέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας).

Related stories