Γράφει η Φανή Εμμανουήλ
Το 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης έριξε την αυλαία του την Κυριακή, μετά από ένα έντονο 11ήμερο γεμάτο σινεμά, πάρτι, masterclasses και αφιερώματα. Από το «Running the Show» με τη Βρετανοαμερικανίδα σεναριογράφο και showrunner Ana Winger, μέχρι την ημέρα αφιερωμένη στον σκηνοθέτη Πάνο Κούτρα και το masterclass με θέμα «Το ταξίδι της μουσικής σε μια κινηματογραφική ταινία» με τη Suzana Peric, η 65η διοργάνωση είχε κάτι για όλους όσους ήταν πρόθυμοι να τρέχουν από το λιμάνι έως το Μακεδονικόν, προσπαθώντας να τα προλάβουν όλα. Άλλωστε, αυτό είναι το φεστιβάλ: ένα αδιάκοπο τρέξιμο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης με κινητήρια δύναμη την αγάπη για το σινεμά.
Στη φετινή διοργάνωση προβλήθηκαν 252 ταινίες μεγάλου και μικρού μήκους, από τις οποίες κατάφερα να δω τις 16 και να ξεχωρίσω τις 4 — κάτι που δεν περίμενα, δεδομένου ότι στο φετινό πρόγραμμα απουσίαζαν οι πολυαναμενόμενες ταινίες του χειμώνα και υπήρξαν πολλά overlaps, κυρίως σε βραδινές προβολές. Ωστόσο, αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να παρακολουθήσω ταινίες χωρίς πολύ ψάξιμο, ακολουθώντας προτάσεις κριτικών και φίλων, και να ανακαλύψω αγαπημένες που ίσως να μην έβλεπα υπό άλλες συνθήκες.
Η αγαπημένη μου ταινία του φετινού ΦΚΘ είναι χωρίς αμφιβολία το Memoir of a Snail του Adam Elliott, μια stop motion ταινία που πήρε οκτώ ολόκληρα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Παρά τον φανταστικό κόσμο που προμηνύει ο τίτλος, είναι μια ιστορία για την απλότητα και τις τραγωδίες της ζωής. 15 χρόνια μετά την πρεμιέρα του Mary and Max στο Sundance, o Elliott εμμένει με αδιάκοπη αφοσίωση σε ένα ύφος αφήγησης σκοτεινό αλλά και αναπάντεχα τρυφερό. Έτσι και εδώ, κυριαρχούν μονοχρωματικές αποχρώσεις που εντείνουν την απόκοσμη παρουσία των χαρακτήρων του, οι οποίοι κοιτούν απευθείας στην κάμερα λες και είναι παγιδευμένοι. Αυτό βέβαια το αντισταθμίζει με τολμηρό χιούμορ, καθώς προσεγγίζει τα ταμπού με ατρόμητη αναισχυντία, συνυφαίνοντας θέματα που κυμαίνονται από αναπηρίες έως ιδιόρρυθμα σεξουαλικά πάθη, προσθέτοντας βάθος και τόλμη στη μοναδική του κινηματογραφική φωνή. Αν και οι χαρακτήρες του Elliot μπορεί να είναι παιδιά, η ταινία απευθύνεται ξεκάθαρα σε ενήλικο κοινό, καθώς αποβλέπει στο να περάσει ένα βαθιά συγκινητικό μήνυμα για την ψυχική υγεία μέσα από μια αφήγηση που ξετυλίγεται σχεδόν αδιάκοπα και με έντονη εσωτερικότητα, όσο η πρωταγωνίστρια, η Gracie περιγράφει τα όσα την οδήγησαν να αποσυρθεί από την κοινωνία, προσφέροντας μια συγκλονιστικά ειλικρινή αντανάκλαση της απομόνωσης και της μοναξιάς.
Το πρόγραμμα του φεστιβάλ είχε αρκετές επιλογές για όσους αγαπάνε το animation. Μια ταινία που συγκαταλέγω στις αγαπημένες μου που ανακάλυψα τυχαία και ανήκει στο είδος είναι το The Most Precious of Cargoes του Michel Hazanavicius, την πρώτη animation ταινία που διαγωνίστηκε στις Κάννες από το 2007, όταν οι Marjane Satrapi και Vincent Paronnaud απέσπασαν το Jury Prize με το Persepolis. Συνδυάζοντας τις έντονες, βαριές γραμμές που θυμίζουν ξυλογραφίες του πρώιμου 20ού αιώνα με τις απαλές παστέλ αποχρώσεις της ακουαρέλας, ο σκηνοθέτης του The Artist, δημιουργεί μια στοιχειωτικά όμορφη προσέγγιση στην απεικόνιση του Ολοκαυτώματος. Το έργο του υπερβαίνει την απλή αφήγηση των φρικαλεοτήτων· φωτίζει με ευαισθησία την ανθρωπιά και την καλοσύνη που αντιστάθηκαν στο σκοτάδι. Το αποτέλεσμα είναι μια ισχυρή και αξέχαστη παραβολή, προσεκτικά φτιαγμένη για να αγγίζει βαθιά το κοινό, προορισμένη να ανακαλύπτεται, να αγαπιέται και να μοιράζεται από γενιά σε γενιά, ως ένα διαχρονικό μνημείο ανθεκτικότητας και συμπόνιας.
Μια ακόμα ταινία που δεν σταμάτησα να σκέφτομαι μετά την προβολή ήταν το The Girl with the Needle, την στοιχειωτικά προκλητική ταινία του Magnus von Horn, ξεδιπλώνεται σαν ένα ανατριχιαστικό παραμύθι για ενήλικες γεμάτο μάγισσες και απόκληρους, όπου το αληθινό τέρας δεν είναι το υπερφυσικό, αλλά οι σκοτεινές, καταπιεστικές δυνάμεις της κοινωνίας. Ένα οπτικό ποίημα που εξερευνά τη θέση μιας γυναίκας στον χρόνο, σε έναν κόσμο διαμορφωμένο από την πατριαρχία, την ταξική ανισότητα και την σεξουαλική εκμετάλλευση. Αντιπαραβάλλει το κόστος της αυτοδιάθεσης με το κακό που εξαπλώνεται μετά από έναν πόλεμο γεμάτο φρίκη—ένα κακό που συχνά μετατρέπεται σε όπλο στα χέρια των αδύναμων.
Δύο ταινίες που κατά την γνώμη μου θα έπρεπε να προβληθούν σε double billing καθώς πραγματεύονται το ζήτημα της σεξεργασίας από δύο διαφορετικές προσεγγίσεις, είναι το Sebastian του Mikko Mäkelä και το Baby του Marcelo Caetano.
Στην αναζήτηση έμπνευσης για το νέο του βιβλιο, ο νεαρός Λονδρέζος Max, υιοθετεί το ψευδώνυμο Sebastian και βυθίζεται σε αχαρτογράφητα νερά—αγκαλιάζοντας τον ψηφιακό κόσμο για να εξερευνήσει την πολυπλοκότητα της σεξεργασίας και της σεξουαλικής επιθυμίας. Καθώς ξεκινά αυτό το ψηφιακό ταξίδι, ο Max αντιμετωπίζει τις πιο προσωπικές του αδυναμίες, πλοηγούμενος σε ένα τοπίο συναισθηματικής απομόνωσης και αυτογνωσίας. Το φιλόδοξο και παράτολμο πείραμά του για την αναζήτηση μιας αυθεντικής συγγραφικής φωνής, σιγά σιγά μεταμορφώνεται σε κάτι πολύ πιο σύνθετο, ωθώντας τον Max να διερωτηθεί για τα πραγματικά ανείπωτα κίνητρα του και να ανακαλύψει απροσδόκητες αλήθειές – όχι μόνο για τη σεξεργασία αλλά, κυρίως, για τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτό που ξεκινά ως μια ανοιχτή εξερεύνηση των θεμάτων οικειότητας, τον ωθεί σταδιακά στο να απομακρύνεται όλο και περισσότερο, από την πραγματική του ζωή αλλά και τους οικείους του καθώς όσο αποκαλύπτει τον παράδοξο χαρακτήρα της αναζήτησης του εαυτού του, ταυτόχρονα χάνει επαφή με τον πυρήνα της ταυτότητάς του.
Από την άλλη μεριά, το Baby του Marcelo Caetano πραγματεύεται το ζήτημα της σεξεργασίας ως αποτέλεσμα που προκύπτει από περιορισμένες επιλογές. Η ταινία ανοίγει με τον πρωταγωνιστή, τον Wellington, έναν νέο άντρα που έχει περάσει σχεδόν δύο χρόνια σε ένα κέντρο αποκατάστασης ανηλίκων, να βγαίνει στον έξω κόσμο για πρώτη φορά. Η απελευθέρωσή του σηματοδοτεί μια σύντομη γεύση ελευθερίας. Όταν ο επιστρέφει στη λαϊκή γειτονιά του στο Sao Paolo, έρχεται αντιμέτωπος με μια ακόμη σκληρότερη πραγματικότητα: οι γονείς του έχουν εξαφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους καμία ένδειξη ή διεύθυνση επικοινωνίας. Στην απουσία της οικογένειας, εισέρχεται στη ζωή του ένας άντρας αρκετά μεγαλύτερος από εκείνον που αναλαμβάνει ταυτόχρονα τους ρόλους του εραστή, μέντορα, επιχειρηματικού εταίρου και πατρικού προστάτη και προσφέρει στον Wellington ένα συγκεχυμένο μείγμα φροντίδας και κατοχής. Η γνωριμία αυτή θα του δείξει τον δρόμο της ζωής, ο οποίος όμως δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα: η παθιασμένη σχέση που ανθίζει μεταξύ τους είναι γεμάτη αιχμηρά σημεία. Ένα συνταρακτικό queer ερωτικό δράμα για μια σχέση κόντρα στα προγνωστικά, η ιστορία μιας τραχιάς ενηλικίωσης βγαλμένη από την κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή Βραζιλία τού σήμερα, ή ένα άλμα πίστης στις κομβικές συναντήσεις με ανθρώπους που μας αλλάζουν τη ζωή;