Η χειρότερη ασθένεια που χτύπησε την πόλη
διηγείται ο Γιάννης Παπαδόπουλος
Η Θεσσαλονίκη μια πόλη που μέσα στα βάθη της ιστορίας ήταν πάντα σταυροδρόμι πολιτισμών, ταξιδιωτών, εμπόρων, καιροσκόπων και κυνηγημένων. Μια πόλη που φιλοξενούσε χιλιάδες κόσμου, ευάλωτη αφού οι υποδομές της δεν ήταν επαρκείς για τον πληθυσμό που είχε.
Τον Ιούνιο του 1783, μια αρρώστια “χτυπάει” την πόλη και αφήνει πίσω της περισσότερους από δέκα χιλιάδες νεκρούς. Κάποιοι ιστορικοί την αναφέρουν ως πανούκλα, άλλοι ως τύφο.
Η πρώτη επίσημη αναφορά για τη θανατηφόρα ασθένεια είναι από τον Βρετανό πρόξενο όπου σε επιστολή του ενημερώνει την Κωνσταντινούπολη ότι κάτι περίεργο συμβαίνει στην πόλη.
“Στη Θεσσαλονίκη, τους έλεγε, έχουμε 60 νεκρούς κάθε μέρα. Όλοι οι γιατροί της πόλης είτε είχαν πεθάνει είτε ήταν και οι ίδιοι άρρωστοι. Πολλοί από αυτούς είχαν αφήσει την πόλη και είχαν φύγει μαζί με τις οικογένειές τους. Ο μόνος γιατρός που δεν είχε ασθενήσει σύμφωνα με τον Βρετανό ήταν ο υποπρόξενος της Δανίας”.
Οι περισσότεροι διπλωματικοί υπάλληλοι βρήκαν καταφύγιο στις Σποράδες και τη Βέροια, υπό το φόβο της μεταδοτικής ασθένειας.
Ο άνθρωπος που έλαβε την επιστολή αμέλησε να ενημερώσει τους ανώτερους του, αφού η Τουρκία μαστίζονταν από ιλαρά εκείνη την περίοδο και υπήρχε φόρτος εργασίας.
Η ασθένεια συνέχιζε να “θερίζει” μέχρι και τον Ιανουάριο του 1784 με τις αναφορές να κάνουν λόγο για δέκα χιλιάδες νεκρούς. Η μόνη διαφωνία ως προς τον αριθμό ήταν ο Γάλλος Πρόξενος που σε έγγραφό του έκανε λόγο για 30.000 νεκρούς.
Τα συμπτώματα της ασθένειας ταιριάζουν με τον τύφο, για αυτό και οι μελετητές προκρίνουν αυτή την εκδοχή.