Αν κάποιος θέλει να αγναντέψει τη θέα της, δεν έχει παρά να ανέβει στην Παλιά Πόλη ή κοινώς τα Κάστρα και αφού βρει το κατάλληλο σημείο, να περάσει ώρες ρεμβάζοντας.
Μέσα, όμως, στις τοποθεσίες με την καλύτερη θέα συγκαταλέγεται και ένας δρόμος που περιβάλλεται από έναν τρομακτικό και συνάμα αξιοπερίεργο μύθο.
Η οδός της Μαύρης Πέτρας είναι ένα μικρό δρομάκι που τον ακολουθεί ένας μύθος, πως κάθε τρεις ημέρες εκεί ή 15, καθώς υπάρχουν παραλλαγές σε αυτό το στοιχείο, στις 12 το βράδυ ανοίγει μια πύλη η οποία δεν οδηγεί πουθενά και φυλακίζει όποιον τύχει να περάσει εκεί.Οι άτυχοι που θα παγιδευτούν σε αυτό το παράλληλο σύμπαν θα περιφέρονται για πάντα σε αυτόν το δρόμο και δε μπορεί κανείς να τους δει ή να του ακούσει. Ρίχνεις κοινώς , μαύρη πέτρα πίσω σου.
Φυσικά, η πραγματικότητα είναι απλούστερη. Ο δρόμος πιθανότατα ονομάστηκε έτσι, επειδή κατασκευάστηκε σε βραχώδες σημείο, με πολλές πέτρες.
“Είχες το πολύ επτάμισι λεπτά γι’ αυτό το βήμα. Γιατί, αν όπως λες ο δρόμος εμφανίζεται μόνο για δεκαπέντε λεπτά κι έπειτα εξαφανίζεται, όταν θα βρίσκεσαι στην “άλλη πλευρά”, θα πρέπει να υπάρχει όντως κάποιο οριακό σημείο από το οποίο χρειάζεσαι επτάμισι λεπτά διαδρομή για να επιστρέψεις πίσω στην οδό Μαύρης Πέτρας. Αλλιώς, εξαφανίζεται η οδός Μαύρης Πέτρας και… Έφτασα στο τέλος του στενού και έστριψα αριστερά. Αντίκρισα μια ακόμη στροφή, αλλά δεν θυμάμαι να υπήρχε εκεί την προηγούμενη φορά. Πού βρισκόμουν;”
“…..Μια Μυστική Πόλη που κανείς δεν γνωρίζει το αληθινό της όνομα, σχημάτιζε τον ζωντανό χάρτη, το σχέδιο του αόρατου, των μικρών και μεγάλων μυστηρίων μου, των ξεχασμένων ονείρων μου, της μυθολογίας των συγγραφέων που αγαπούσα, των παράξενων περιστατικών της ζωής μου, και όλο εκείνο το συνονθύλευμα από τις αόριστες ατμόσφαιρες που συνέθεταν μια νοσταλγική, ξεχασμένη πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που δεν ήταν η καθημερινή, αλλά βρισκόταν δίπλα στην καθημερινή, ή από πάνω της, ή από κάτω της, ή -τι τρομακτικό- ανάμεσα της…”
Παντελής Β. Γιαννουλάκης